Μα πώς να μη νιώθει κανείς ριγμένος; Είναι Μάρτιος και δεν υπήρξε χειμώνας. Δεν σκεπάστηκαν όλα από κάποιο βαρύ πέπλο χιονιού. Δεν είδαμε τα δέντρα να γίνονται κρυστάλλινα. Μία μητέρα βάδιζε με το παιδάκι της κάπου στην πόλη τις προάλλες κι αυτό τη ρωτούσε για τις εποχές, τι εποχή είναι τώρα; Μαζί με τα παλαιολιθικά τέρατα και τις ιστορίες για δεινόσαυρους χάθηκαν κι αυτές. Πώς να μη νιώθει κανείς ότι ήρθε αργά στο κλαμπ; Οτι οι παλιότερες γενιές ξέρανε πράγματα που εμείς αγνοούμε, για παράδειγμα: πώς είναι να μη νιώθεις ότι έχει ανοίξει κάτι που δεν κλείνει. Πώς είναι να μην έχει διαρραγεί η εντύπωση πως υπάρχουν κάποιες σταθερές;
Είναι σαν κάτι να ξέφτισε περίπου όταν γεννιόμασταν, τη δεκαετία του ’90, και από τότε να μας ταΐζουν τη χαλασμένη εκδοχή. Σαν να μας δίνουν το κακό μοντέλο, αυτό που το είχαν για πέταμα. Το πρωτότυπο έχει φαγωθεί. Φυσικά, μπορεί κανείς να πάει στο δάσος, να χαλαρώσει, να κάνει πεζοπορία, αλλά πρέπει να το δει σαν ερωτική αλληλεπίδραση της μίας φοράς. Είναι καλό να μη δένεται κανείς με τα δάση. Δεν ξέρεις αν θα είναι εκεί για εσένα την επόμενη φορά που θα τα χρειαστείς.
Το Copernicus (το σύστημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης που καταγράφει το κλιματικό ξεχαρβάλωμα) είπε πως αυτός ο χειμώνας ήταν ο θερμότερος. Αλλά στην είδηση δεν κουνήθηκε βλέφαρο. Γιατί έτσι είναι τα πράγματα τώρα. Το καλοκαίρι βγαίνει είδηση ότι ήταν το θερμότερο. Τον Οκτώβρη το ίδιο. Σταδιακά συνηθίζει κανείς.
Ο χειμώνας ήταν τόσο ζεστός που δεν μου φαινόταν περίεργο πού και πού να πηγαίνω στη θάλασσα. Κι άλλοι είχαν την ίδια ιδέα, και το πιο περίεργο είναι ότι η προσαρμοστικότητα λειτουργεί. Ναι, έχω κλιματική αγωνία και τα λοιπά, αλλά μερικές φορές είναι πανέμορφα τον χειμώνα στη θάλασσα με ζέστη. Κάποιοι κολυμπούν, άλλοι χαλαρώνουν, σχεδόν όλοι σχολιάζουν το αφύσικο στην ατμόσφαιρα και μετά λιάζονται ήσυχα ήσυχα, γιατί σταδιακά απλώς αφήνεσαι, δεν ξέρω αν είναι παραίτηση ή στρατηγική επιβίωσης, αλλά με κάποιον τρόπο λειτουργεί. Και το ίδιο είναι και με τα δέντρα. Εδώ και λίγες μέρες τα δέντρα της Αττικής μυρίζουν. Υπάρχει μία σαφής, πειστική υπόσχεση άνοιξης.
Θέλω να πω η ζωή όντως συνεχίζεται, οι άνθρωποι εξακολουθούν να ερωτεύονται και μάλιστα να κάνουν και παιδιά, να πεζοπορούν μες στα δάση και να κατασκηνώνουν κοντά σε φωλιές πουλιών, να τρώνε ακόμη κι όταν όλα έχουν μέσα πλαστικό. «Καταλαβαίνω πως η χαρά είναι ανάρμοστο πράγμα αυτόν τον καιρό. Αλλά το πώς νιώθεις δεν είναι στο χέρι σου», γράφει η Αν Πάτσετ κάπου στο Τομ Λέικ (τι βιβλίο!). Κι όντως η χαρά, για παράδειγμα, αυτός ο εσωτερικός ξεσηκωμός πριν από το ξεκίνημα της άνοιξης έχει κάτι ανάρμοστο, ενώ, ταυτόχρονα, είναι μάλλον περίεργο να μην μπορεί κανείς πραγματικά να ευχαριστηθεί τις πρώτες ημέρες που όλα μυρίζουν χορτάρι.
Στο κάτω κάτω η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή είναι ένα αφηρημένο πράγμα – πόσο συχνά μπορεί να σκέφτεται κανείς πραγματικά κάτι αφηρημένο; Ναι, υπάρχουν τζιπ υψηλού κυβισμού. Θερμαινόμενες πισίνες. Βιομηχανίες (μόδας και κρέατος) που δεν θέλουμε να ξέρουμε ακριβώς πώς λειτουργούν. Η μαγεία τους έγκειται εκεί ακριβώς. Στο γεγονός πως λειτουργούν ως πίσω αυλές της κατανάλωσής μας, πληρώνουμε για να μην ξέρουμε πώς παράγεται ένα φθηνό ρούχο ή ένα λουκάνικο, βάζουμε κάποιον άλλον να το κάνει για μας, αυτό του έχουμε αναθέσει. Γι’ αυτό όσα βίντεο και να βγουν από σφαγεία και σκουπιδότοπους με πεταμένα κοντομάνικα συνεχίζουμε την κατανάλωσή μας κανονικά. Κι όχι απλώς κανονικά. Την ευχαριστιόμαστε κιόλας, γιατί κάπου χάνουμε τον ρόλο μας μέσα σ’ ένα τόσο μεγάλο σχήμα που ξεκινάει από την κορυφή και στάζει ευθύνη μέχρι τα χαμηλότερα στρώματα που καίνε ελαστικά στις αυλές τους. Φυσικά, δεν είναι το ίδιο να καις ελαστικά και να ταξιδεύεις με το ιδιωτικό σου τζετ, όμως είναι πολύ κρίμα που το ένα θεωρείται χοντροκοπιά και χωριατιά και το άλλο όχι.
Το περιοδικό New Yorker την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου μιλάει ήδη για φωτιές. Τις περασμένες κι αυτές που θα ’ρθουν, έχει και την Ελλάδα μέσα όπου ακόμη δεν γίνεται λόγος για φωτιές, προετοιμασίες και τέτοια. Αλλωστε πλέον όλα είναι τόσο απρόβλεπτα. Τα δάση τα σκέφτομαι σαν φρακαρισμένους νεροχύτες εδώ και χρόνια. Σαν κάτι που όταν λειτουργεί καλά ούτε που το προσέχεις και μετά κολλάει και βγάζει όλη τη βρωμιά που είχε μαζέψει, όλα τα σκουπίδια που το έχεις ταΐσει, όλα αυτά που, υπό κανονικές συνθήκες, ξέρει να καταπίνει, να μεταβολίζει και να εξαφανίζει για λογαριασμό σου. Εχουμε μπουκώσει τα δάση με τόση ανθρωπογενή ανάπτυξη που φτύνουν πίσω τα σκουπίδια μας κι εμείς τα εισπνέουμε. Αυτός είναι ο αέρας μας.
Και τι μπορεί να κάνει κανείς για όλ’ αυτά; Το περιοδικό New Yorker λέει πως η διάσωση του πλανήτη απαιτεί γενικότερο συντονισμό, γιατί η καταστροφή είναι ένα κυκλικό φαινόμενο που πρέπει να διακοπεί. Κάτι σαν τις ταινίες του Χόλιγουντ. Λίγο πριν από το τέλος κι ενώ τα τέρατα έχουν βγει και αλωνίζουν αποκεφαλίζοντας ουρανοξύστες, σε κάποιο ήσυχο δωμάτιο στο Κογκρέσο, κάποιοι συμφωνούν να λύσουν το πρόβλημα και ξέρουν και τη λύση. Υπάρχει τέτοιο δωμάτιο όπου συμφωνούν τώρα οι παγκόσμιοι ηγέτες; Και είναι όντως ηγέτες και όντως παγκόσμιοι; Η ηγεσία δεν είναι της μόδας ή, όταν γίνεται ελκυστική, δεν αφορά πια συνεργασίες και συνεννόηση, για να σωθούν τα δάση, αλλά κάτι πιο άγριο κι ανοιχτά εχθρικό προς τ’ άλλα έθνη ή την ανθρώπινη ζωή.
Οπως είπα και πριν, νιώθουμε ότι ήρθαμε αργά στο κλαμπ. Οι προηγούμενοι είχαν τον καθαρό αέρα, τα βουνά τους και τα απάτητα νησιά χωρίς παρκαδόρους και δημοσιοσχεσίτες να σε ρωτάνε αν έχεις κάνει κράτηση να πας να κολυμπήσεις και αν θέλεις να σου παρκάρουν το όχημα όσο θα κολυμπάς. Οι προηγούμενοι πρόλαβαν να φάνε πράγματα που δεν σου ερχόταν να τα φτύσεις απ’ την ψευτιά τους. Φρούτα φρούτα, όχι τη νερωμένη εκδοχή. Πρόλαβαν τις εποχές και τα ποτάμια με νερό μέσα. Ρυάκια που κάνανε θόρυβο. Ξέφωτα απρόσιτα τους χειμώνες. Ξεκούραστα πουλιά, ζώα χωρίς άγχος.
Εμείς έχουμε το υπερθέαμα. Καταγεγραμμένες εικόνες της φύσης για να χαλαρώνουμε, βιντεάκια με τα ξεχωριστά τους ηχοτοπία, ακόμη και στα μουσεία έχει φύση. Video art («art») και φωτογραφίες με φτέρες, σαν να θρηνολογούμε απροκάλυπτα, τόση πολλή φύση που το υπονοούμενο είναι σαφές: την καταγράφουμε, γιατί την χάνουμε, γλιστράει μέσα απ’ τα χέρια μας. Εν τω μεταξύ στα φαρμακεία ξεπουλάνε σε κρέμες και καλλυντικά. Τα μικρά κάνουν skincare, ρουτίνες περιποίησης του δέρματος. Σ’ έναν κόσμο που σου επιτίθεται με τον καιρό κάτι πρέπει να κάνεις για να μην τρελαθείς. Τα τελετουργικά φροντίδας ως τάση του Ιντερνετ είναι μία υπερσύγχρονη εκδοχή ενός πολύ παλιού πράγματος. Αυτό που δεν μπορείς να το ελέγξεις, το σπας σε μικρές τελετουργίες και, αν χρειαστεί, τις επαναλαμβάνεις κιόλας.
Υπάρχει κάτι πολύ ασφαλές στην τελετουργία. Είναι μια ήσυχη σιγουριά που μεγαλώνει βήμα βήμα. Πρώτα απλώνεις την κρέμα, αντηλιακή, αντιγηραντική, ενυδατική και μετά μπορείς να σκεφτείς τι είδους αέρας είναι αυτός που σου κλείνει τους πόρους. Τι σου φράζει την καλή αναπνοή; Ποιοι σου τα κληροδότησαν όλα αυτά; Ποιες πατρικές φιγούρες δεν κάνανε καλά τη δουλειά τους; Παίρνοντας αποφάσεις άλλοτε κάποιοι συμφώνησαν να αγνοήσουν τις συνέπειες, τα ίδια τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Την ευχαριστήθηκαν τη διάλυση και τώρα θέλουν είτε να ηγηθούν της σωτηρίας είτε να πουν πως «ναι, τα μικρά έχουν ψυχολογικά» και έχουν γίνει βίαια, στρεσαρισμένα, τεμπελιάζουν και αυτοθεραπεύονται.