Η δημοκρατία ήρθε στην Ελλάδα το 1974 ως αποτέλεσμα μιας εθνικής τραγωδίας. Ηταν η συνέπεια ενός τραύματος, όχι το επινίκιο ενός ενάρετου αγώνα. Δεν ήταν λύτρωση. Είχε τη χροιά τιμωρίας.
Το έχουμε εσωτερικεύσει κάπως αυτό άραγε; Οι περισσότερες και οι περισσότεροι το έχουμε απωθήσει τελείως, νομίζω. Κάποιες και κάποιοι δεν το έμαθαν ποτέ. Το 1974 η χώρα μας προσπάθησε να κάνει ένοπλο πραξικόπημα στην Κύπρο, εκδιώκοντας τον εκλεγμένο Πρόεδρό της, προσφέροντας έτσι στους Τούρκους την ιδανική αφορμή για να εισβάλουν στο νησί και να καταλάβουν το 1/3 της έκτασής του. Ετσι έπεσε η ελληνική χούντα. Οχι από το Πολυτεχνείο, το καλά κρυμμένο δημοκρατικό φρόνημα των Ελλήνων, τη Μελίνα Μερκούρη ή τους λαϊκούς αγώνες, αλλά από ένα ανήθικο, χυδαίο στρατηγικό λάθος πολεμόχαρων ακροδεξιών βλαμμένων. Ετσι αποκτήσαμε δημοκρατία.
(παρένθεση: αν σας ξενίζει η χρήση της λέξης «βλαμμένων», παρακαλώ διαβάστε «Το Σκοτεινό Δωμάτιο» του Αλ. Παπαχελά, που περιέχει την απομαγνητοφώνηση του πολεμικού συμβουλίου από την 20ή Ιουλίου του 1974. Οι Τούρκοι εισέβαλλαν στην Κύπρο εκείνη τη στιγμή, και οι ηγέτες της χούντας, πολιτικοί και στρατιωτικοί, κουβέντιαζαν για το τι πρέπει να κάνει η Ελλάς. Τα λόγια τους είναι καταγεγραμμένα. Μπορείτε να διαβάσετε τι έλεγαν. Γι’ αυτό χρησιμοποίησα αυτή τη λέξη. Επειδή διάβασα. «Τα στελέχη της χούντας ποιοτικά κυμαίνονταν από άνθρωποι ασήμαντοι και περιορισμένης αντίληψης μέχρι άτομα κραυγαλέα ανίκανα και ανισόρροπα», είχα γράψει γι’ αυτούς, με αφορμή αυτή την απομαγνητοφώνηση. Ισως δεν χρειάζονταν τόσες λέξεις. Βλαμμένοι ήταν).
Την περασμένη εβδομάδα έγινε στην Αθήνα ένα μεγάλο, τριήμερο συνέδριο για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης, διοργανωμένο από την Καθημερινή, το ΜΙΕΤ, το Hellenic Observatory του LSE και το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Στο συνέδριο περίπου 55 πολιτικοί και ακαδημαϊκοί μίλησαν για τις ιστορικές και τις πολιτικές πτυχές της πιο ειρηνικής περιόδου στην ιστορία της χώρας. Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας μίλησε. Ο προκάτοχός της επίσης. Ο νυν και πέντε (αριθ. 5) πρώην πρωθυπουργοί (όλοι οι εν ζωή, πρακτικά, πλην Κώστα Σημίτη, Βασιλικής Θάνου και, φυσικά, Κώστα Καραμανλή) τοποθετήθηκαν επίσης. Είδαμε και μια πρωτοφανή εικόνα: πρώην υπουργοί από διαφορετικά κόμματα να κάθονται μαζί και να απαντάνε σχετικά ανοιχτά και αποστασιοποιημένα σε ερωτήσεις για τα θέματα της τότε αρμοδιότητάς τους. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, η Ντόρα Μπακογιάννη και ο Νίκος Κοτζιάς μίλησαν για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τη Συνθήκη των Πρεσπών, για παράδειγμα. Ο Γιώργος Αλογοσκούφης, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου κουβέντιασαν για την οικονομία και την κρίση. Γιατί δεν έχουν γίνει τέτοιες συζητήσεις και στο παρελθόν;
Η έμφαση στις περισσότερες κουβέντες ήταν, βεβαίως, σε πιο πρόσφατα θέματα. Το συνέδριο σε κάποιες περιπτώσεις έμοιαζε κυρίως με εκδήλωση αποτίμησης της οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας, και ως τέτοια μάλιστα ήταν θεαματικά επιτυχημένη. Ωστόσο, ακούστηκαν και αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα για την ευρύτερη περίοδο, καθώς και αναπάντεχες σκέψεις που προέκυπταν από όσα λέγονταν, που κράτησα και θα σας επισημάνω ευθύς από κάτω.
Αφού πρώτα θα σας προτρέψω να παρακολουθήσετε όσες από αυτές τις συζητήσεις σας ενδιαφέρουν. Θα ανεβαίνουν σταδιακά όλες στο YouTube.
1.
Να ένα στατιστικό στοιχείο που οι συμμετέχοντες δεν βαρέθηκαν να επαναλαμβάνουν: από το 1950 μέχρι το 1973 η ελληνική οικονομία έτρεχε με ρυθμούς ανάπτυξης 7,3% ετησίως. Από το 1974 μέχρι σήμερα, έτρεχε με 1,2% –πολύ μικρότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Oταν έγινε η Mεταπολίτευση, η χώρα μας ήταν πλουσιότερη από την Ισπανία, την Πορτογαλία και, βεβαίως, τις πάρα πολύ φτωχές χώρες της ανατολικής Ευρώπης, που ήταν ακόμα κομμουνιστικές δικτατορίες. Σήμερα οι περισσότερες από αυτές μας έχουν ξεπεράσει. Από την πρώτη τοποθέτηση του Γκίκα Χαρδούβελη κιόλας αυτό το συμπέρασμα επαναλήφθηκε σε κάθε τόνο και με κάθε πιθανή φρασεολογία: μισός αιώνας δημοκρατίας στην Ελλάδα έφερε ιλιγγιώδη πολιτικά και κοινωνικά οφέλη, αλλά στον τομέα της οικονομίας τα αποτελέσματα δεν ήταν απλά κατώτερα του αναμενομένου. Hταν κακά. Τι σημαίνει αυτό; Μήπως η φαγωμάρα και η αποστασιοποίηση που παρατηρείται σήμερα σε μέρος του εκλογικού σώματος (ειδικά στους νεότερους, που δεν πρόλαβαν καθόλου τη χούντα) οφείλεται και σε αυτό; Ασφαλώς, ναι. Οφείλεται στα social media, στα εκπαιδευτικά συστήματα, στην ελλιπή κοινωνική συνοχή και άλλα τέτοια πράγματα, βεβαίως, αλλά οφείλεται και σε αυτό.
2.
Η είσοδος της Ελλάδας στο κλαμπ των δημοκρατικών χωρών το μακρινό 1974, με την ίδρυση της «Τρίτης» Ελληνικής Δημοκρατίας ήταν ένα μεγάλο επίτευγμα, αλλά ήταν και αναπόσπαστο κομμάτι μιας γενικότερης διεθνούς τάσης. Το 1974, μας θύμισαν ομιλητές, υπήρχαν 36 δημοκρατίες σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 2017 υπήρχαν 96. Αυτή η τάση δημοκρατικοποίησης, που συνοδεύτηκε από τη συνακόλουθη παγκοσμιοποίηση, όμως, έφτασε σε μια κορύφωση κάπου εκεί. Και μετά, η φθορά. Και ο αριθμός των δημοκρατιών μικραίνει, και η ποιότητά τους ανά τον κόσμο φθίνει. Πού θα πάει αυτή η ιστορία και πώς θα μας επηρεάσει; Εχει άλλα 50 χρόνια η δική μας δημοκρατία; Αυτό δεν το μάθαμε.
Σήμερα υπάρχουν 90 δημοκρατίες στον κόσμο.
3.
Αναπόφευκτα πολλές από τις συζητήσεις σε ένα τέτοιο συνέδριο αργά ή γρήγορα ξεγλιστρούσαν από τα θεωρητικά και τα ιστορικά στην τρέχουσα πολιτική. Αυτό δεν ήταν σε όλες τις περιπτώσεις κακό. Σε πάνελ για τη δικαιοσύνη και τους θεσμούς, ο πρώην πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης είπε μερικά πράγματα για την τρέχουσα πολιτική κατάσταση που περιγράφουν προβλήματα διαχρονικά. Το έκανε κυρίως με ψυχραιμία, απλά λόγια, χωρίς αντιπολιτευτικές τσιρίδες ή ιδεοληπτικές κραυγές. Το ότι ύστερα από 50 χρόνια δημοκρατίας υπάρχουν, λέει, «τουλάχιστον 20 βουλευτές που χρωστάνε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ στις τράπεζες» και «δύο κόμματα που χρωστάνε 400 εκατομμύρια έκαστο» είναι ένα θεματάκι σοβαρό. Από μόνο του βέβαια δεν είναι πρόβλημα. Ας χρωστάνε κι ένα δισεκατομμύριο. Αν έχουν επαρκή νόμιμα έσοδα για να τα αποπληρώνουν, δεν υπάρχει πρόβλημα. Αλλά αν δεν έχουν επαρκή, δηλωμένα στο πόθεν έσχες έσοδα, τότε πώς ακριβώς τα διαχειρίζονται αυτά τα δάνεια; Γιατί δεν τους κυνηγούν οι τράπεζες, που σε όλες τις άλλες περιπτώσεις σπεύδουν να συλλέξουν ό,τι τους χρωστάνε χωρίς καθυστερήσεις κι έλεος; Με τι είδους ανταλλάγματα;
Ο Ν. Βούτσης επιπλέον περιέγραψε με απλά και ξεκάθαρα λόγια τα σοβαρά θέματα που προκύπτουν με τη λειτουργία των ανεξάρτητων αρχών αλλά και με τη διαδικασία εξέτασης σκανδάλων όπως των υποκλοπών. Ως μέλος της αρμόδιας επιτροπής αναφέρθηκε, απλά και κατανοητά, σε μερικά από όσα συνέβησαν εκεί. Πολλούς τους ξένισε η αναφορά σε ένα θέμα «της επικαιρότητας». Εγώ το βρήκα απόλυτα ταιριαστό με το θέμα του συνεδρίου. Οι παθογένειες της δημοκρατίας μας είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει να συζητάμε και να αναλύουμε, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να έχουμε δημοκρατία.
Μέσα σε όλες αυτές τις συζητήσεις, δε, όποτε η κουβέντα στρεφόταν προς την τρέχουσα ή την πρόσφατη πολιτική πραγματικότητα, το κλίμα και το περιβάλλον ήταν πολιτισμένο, ειρηνικό, ήπιο και σοβαρό. Δείτε μόνο τη συζήτηση για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής που με μια εξαίρεση προς το τέλος, κύλησε σε ένα περιβάλλον αβρότητας και αναπάντεχης ειλικρίνειας. Το να βλέπεις τρεις πρώην υπουργούς Εξωτερικών κομμάτων που άλλοτε σφάζονταν και βρίζονταν δημοσίως, να κάθονται και να μιλάνε για τις κοινές τους εμπειρίες και για τον παρόμοιο τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν παρόμοιες καταστάσεις ήταν κάτι το ευχάριστο και ενθαρρυντικό.
Μόνο μία παραφωνία υπήρχε βεβαίως στο όλο κλίμα. Μια διαχρονική παραφωνία στο πολιτικό μας σύστημα, θα έλεγε κάποιος. Ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος ξεχώριζε σαν τη μύγα μέσα στο γάλα. Μια μύγα μίρλας σε ένα γάλα συνταγματικής συναδελφικότητας. Την ώρα που πενήντα άνθρωποι προσπαθούσαν να φανούν ευγενικοί, συναινετικοί και ψύχραιμοι, αντάξιοι μιας δημοκρατικής προσπάθειας μισού αιώνα, ο κ. Σαμαράς, εκτός τόπου και χρόνου, χρησιμοποιούσε τη λέξη «προδοσία» για να περιγράψει τη Συνθήκη των Πρεσπών και απέρριπτε την ιδέα της «συναίνεσης» ως «συνθηκολόγηση». Το ότι ήταν ο μοναδικός που μιλούσε σαν πολιτικός του 1960, σαν να πέρασε ολόκληρη Μεταπολίτευση από πάνω του χωρίς να τον ακουμπήσει ολωσδιόλου, ήταν, ομολογουμένως, ενθαρρυντικό.
4.
Στις τρεις ημέρες ακούστηκαν πολλά πράγματα και τέθηκαν πολλά από τα θέματα που διαμόρφωσαν τα τελευταία 50 χρόνια. Κάποια άλλα, όμως, δεν αναφέρθηκαν εκτενώς. Το ότι τα επόμενα 50 χρόνια θα στιγματιστούν από την αναπόδραστη δημογραφική πραγματικότητα μιας κοινωνίας που μικραίνει και γερνάει αναφέρθηκε. Το ότι ταυτόχρονα οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης θα προσθέτουν νέες, παράλληλες πιέσεις, όμως, αναφέρθηκε ελάχιστα. Ή κάτι άλλο που εγώ βρίσκω ενδιαφέρον και συναρπαστικό: οι οικονομικές και άλλες επιπτώσεις της μετανάστευσης της δεκαετίας του ’90. Το «κύμα» των μεταναστών, που μπήκαν –όλοι παράνομα– στη χώρα μας από τις ανατολικές πρώην κομμουνιστικές χώρες, άλλαξε την οικονομική και πολιτική πορεία της χώρας με τρόπο εξαιρετικά έντονο και μη αναστρέψιμο. Οι μετανάστες υπήρξαν η ατμομηχανή της οικονομίας (χωρίς αυτούς δεν θα πετυχαίναμε ούτε το +1,2% ετησίως), τα (φθηνά) εργατικά χέρια που έχτισαν τους δρόμους, τα σπίτια, τα μεγάλα και τα μικρά έργα. Μην κοροϊδευόμαστε: η σύγχρονη Ελλάδα χτίστηκε με τα λεφτά των Βορειοευρωπαίων και τα χέρια των Αλβανών μεταναστών. Εντάχθηκαν μάλιστα στην κοινωνία, έμαθαν τη γλώσσα, απέκτησαν δεξιότητες, έφτιαξαν τις ζωές τους και τις οικογένειές τους χωρίς καμία βοήθεια και στήριξη από το κράτος ή κανέναν άλλο. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Η συγκλονιστική, ευεργετική επίπτωση της παράνομης μετανάστευσης στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης αξίζει να μελετηθεί περισσότερο. Πράγματα πρέπει να γραφτούν περί αυτού.
Στο συνέδριο, ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας έκανε μια ενδιαφέρουσα και χρήσιμη παρατήρηση. Εξήγησε γιατί τα φθηνά εργατικά χέρια των παράνομων μεταναστών της δεκαετίας του ’90 ήταν που κράτησαν τον πληθωρισμό χαμηλά, ακριβώς τη στιγμή που έπεφταν τα επιτόκια και υπό φυσιολογικές συνθήκες θα εκτινασσόταν στα ουράνια. Αν δεν ήταν αυτοί, δεν είναι μόνο ότι δεν θα είχαμε πώς να χτίσουμε τα σπίτια, ποιος θα μας μαζέψει τις ελιές ή ποιος θα μας φροντίσει τους γέρους. Θα είχαμε χάσει και τα κριτήρια για να μπούμε στην ΟΝΕ.
5.
Ποιο είναι το διακύβευμα τώρα; Καθώς η δημοκρατία υποχωρεί σε πολλές χώρες του κόσμου, στη δική μας ακόμα αντέχει. Η πλειονότητα του πολιτικού προσωπικού είναι στο «συνταγματικό τόξο». Υστερα από δεκαετίες κλοτσοπατινάδας, ακόμα και η ακραία πολιτική πόλωση μοιάζει να μαλακώνει (με την εξαίρεση των Σαμαράδων που έχουν ξεμείνει και ξενίζουν, βεβαίως). Αλλά θα αντέξουμε; Πιέσεις εσωτερικές από τις δυνάμεις της συντήρησης και του λαϊκισμού υπάρχουν, και θα υπάρχουν και στο μέλλον, ίσως ολοένα και πιο έντονες. Πιέσεις εξωτερικές θα έρθουν, αφόρητες. Ερχονται ήδη. Εχουμε φτιάξει ισχυρούς θεσμούς για να αντέξει η δημοκρατία μας; Από ό,τι συζητήθηκε και στο συνέδριο, μάλλον όχι. Εχουμε την άνεση, το περιθώριο, το χρόνο και τη μεταρρυθμιστική ζέση για να τους φτιάξουμε τώρα, έστω, με πενήντα χρόνια καθυστέρηση; Πάλι: μάλλον όχι. Πορευόμαστε λιγάκι στην τύχη, παρασυρμένες και παρασυρμένοι από τη συγκυρία, εγκλωβισμένες και εγκλωβισμένοι στον εκλογικό κύκλο και η τρίτη Ελληνική Δημοκρατία πορεύεται και ωριμάζει λίγο πολύ μόνη της, σαν παιδί με αδιάφορους γονείς και προβληματικές καταβολές, καρπός ανεπιθύμητης κύησης.
Τι θα απογίνει;
Τι θα τη διαδεχθεί;
Θα φτάσει να γιορτάσει τα 100;
Ραντεβού για τις απαντήσεις στο συνέδριο του 2074.
Το συνέδριο για τη Μεταπολίτευση έγινε στο αμφιθέατρο της Εθνικής Πινακοθήκης. Στο υπόγειο της Πινακοθήκης, στον χώρο που γίνονται οι περιοδικές εκθέσεις, φιλοξενείται η εξαιρετική «Αστυγραφία», μια πολύ ενδιαφέρουσα καταγραφή της ζωής στην πόλη μέσα από την τέχνη. Η έκθεση, που κανονικά θα είχε ολοκληρωθεί, πήρε παράταση μέχρι τις 12 Μαΐου, λόγω υπερβολικής επιτυχίας.
Στο παραπάνω έργο της Μαρίας Χρουσάκη, βλέπουμε έναν τροχονόμο στην πλατεία Συντάγματος στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Εκείνες τις εποχές την Πρωτοχρονιά εταιρείες και απλός κόσμος πήγαιναν και άφηναν δώρα για τους τροχονόμους, γύρω από το κουβούκλιο όπου στέκονταν, κατευθύνοντας την κίνηση.
Το βρήκα ωραίο.