Το Αμστερνταμ απέχει από το Ρότερνταμ περί τα 80 χιλιόμετρα, μία ώρα με το αμάξι μέσω του αυτοκινητόδρομου Α4. Ο Αρεντ Μάρτιν Σλοτ, Αρνε για φίλους και εχθρούς, κάνει συχνά αυτή τη διαδρομή για να παρακολουθήσει συναυλίες του αγαπημένου του καλλιτέχνη, Τζόνα Φρέιζερ.
Η πρώτη σημαντική επιτυχία του Ολλανδού ράπερ, το 2016, είχε τίτλο «Do or die», ήτοι «κάνε το ή πέθανε». Και αυτό ακριβώς φιλοδοξεί να κάνει ο 45χρονος προπονητής από το Μπέργκενχαϊμ εφόσον, όπως όλα δείχνουν, συμφωνήσει με τη Λίβερπουλ: Να φέρει σε πέρας τη δουλειά ή να πεθάνει στην προσπάθεια.
«Θέλω να προπονήσω τη Λίβερπουλ», ξεκαθάρισε το βράδυ της Πέμπτης (25/04) ο (ακόμα) τεχνικός της Φέγενορντ, ο οποίος, σε περίπτωση συμφωνίας με τους Κόκκινους, θα γίνει ο 13ος Ολλανδός στα 131 χρόνια ιστορίας του συλλόγου της Βόρειας Αγγλίας.
Για τους προληπτικούς, κάτι τέτοιο θα φάνταζε καταστροφικό. Οχι για τον Σλοτ, ο οποίος πέρυσι φλέρταρε έντονα με την Τότεναμ και έδειχνε έτοιμος να κάνει το άλμα καριέρας στην Premier League, την οποία και θεωρεί κορυφαία λίγκα στον κόσμο.
Τελευταία στιγμή, όμως, προτίμησε να μείνει στη Φέγενορντ, για να ολοκληρώσει το έργο του στην ομάδα του Ρότερνταμ, την οποία επανέφερε στο προσκήνιο και, σε τρεις σεζόν, την οδήγησε στην κατάκτηση ενός πρωταθλήματος έπειτα από έξι χρόνια, ενός Κυπέλλου επίσης μετά από έξι, αλλά και σε έναν (χαμένο) ευρωπαϊκό τελικό ύστερα από είκοσι.
«Είναι ένας από τους κορυφαίους Ολλανδούς προπονητές αυτή τη στιγμή. Η ποδοσφαιρική του φιλοσοφία και ο τρόπος που παίζουν οι ομάδες του δείχνουν ότι μπορεί να σταθεί με επιτυχία στη Λίβερπουλ» ήταν η ατάκα-συστατική επιστολή του κορυφαίου Ολλανδού στην ιστορία του συλλόγου, Φίρχιλ Φαν Ντάικ.
Παρότι το επίπεδο της Eredivisie δεν έχει καμία σχέση με αυτό της Premier League, ο άλλοτε περιορισμένων δυνατοτήτων, αλλά πολύ φιλότιμος και εργατικός μέσος, είναι σίγουρος ότι μπορεί να τα καταφέρει κόντρα στις προλήψεις (το 13άρι των Ολλανδών…), αλλά και τις αμφιβολίες που υπάρχουν στην Αγγλία για την αποτελεσματικότητα των προπονητών που προέρχονται από τη «χώρα της τουλίπας».
Ο Ερικ Τεν Χαγκ φέρεται «τελειωμένος» από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και κανένας από τους εννέα τεχνικούς από τη συγκεκριμένη χώρα που δοκίμασαν την τύχη τους στο Νησί δεν κατάφερε να κατακτήσει το πρωτάθλημα, αρκούμενοι σε δύο κύπελλα και ένα Λιγκ Καπ.
Πολύ φτωχός απολογισμός για μια ποδοσφαιρομάνα που καυχιέται, όχι άδικα, πως τη δεκαετία του ’70 άλλαξε το άθλημα, με την εισαγωγή του «Total Football» από τον απίθανο Αγιαξ των Ρούουντ Μίχελς και Γιόχαν Κρόιφ.
Ο Πεπ Γκουαρδιόλα, χαρισματικός μαθητής του Γιόχαν, εξέλιξε αυτό το ποδόσφαιρο στο τιμόνι των Μπαρτσελόνα, Μπάγερν Μονάχου και πλέον Μάντσεστερ Σίτι, εκατοντάδες παιχνίδια της οποίας έχει παρακολουθήσει ο Σλοτ στη διαδικασία εκμάθησης του ποδοσφαίρου που του αρέσει να παίζουν οι ομάδες του.
«Εκανε τη Φέγενορντ να παίζει τρελό, σέξι ποδόσφαιρο», λένε οι αναλυτές του φαινομένου Φέγενορντ επί εποχής Σλοτ, αφού η ομάδα του Ρότερνταμ αμφισβήτησε την (σχεδόν μόνιμη) κυριαρχία των Αγιαξ και Αϊντχόφεν, παίζοντας μάλιστα πολύ ελκυστικό ποδόσφαιρο.
Στη Φέγενορντ, όπου έφθασε μετά από καλό δείγμα δουλειάς σε Καμπούρ και, κυρίως, σε Αλκμααρ, οι ετήσιες αποδοχές του Σλοτ αγγίζουν τα δύο εκατ. ευρώ. Αυτό το ποσό θα τετραπλασιαστεί στη Λίβερπουλ, όπου βεβαίως θα κληθεί να σηκώσει στους ώμους του τη βαρύτατη κληρονομιά που άφησε ο πιο πετυχημένος προπονητής στην σύγχρονη ιστορία των Κόκκινων.
Η Λίβερπουλ του Γιούργκεν Κλοπ έπαιξε ποδόσφαιρο «hard rock» και το ίδιο φιλοδοξεί να κάνει ο Σλοτ, ο οποίος θέλει οι ομάδες του να κάνουν αυτές παιχνίδι, να κυριαρχούν μέσα από την κατοχή της μπάλας και να… σκυλιάζουν για να την επανακτήσουν, όταν τη χάνουν.
Από τα τελευταία του χρόνια ως ποδοσφαιριστής, ο Αρνε είχε ήδη το μικρόβιο του προπονητή μέσα του, αφού αναλάμβανε να καθοδηγεί τους νεαρότερους παίκτες της εκάστοτε ομάδας του.
Η μετάβαση στους πάγκους, λοιπόν, ήταν αρκετά ομαλή για τον επίδοξο νέο προπονητή της Λίβερπουλ, ο οποίος έφυγε από την Αλκμααρ επειδή οι διοικούντες θεωρούσαν ότι είχε το μυαλό του στη Φέγενορντ, με την οποία είχε μιλήσει από τα μέσα της σεζόν, ενώ τώρα αντιμετωπίζει τη σκληρή της στάση στις διαπραγματεύσεις με τον αγγλικό σύλλογο.
Εφόσον ξεπεραστεί αυτό το εμπόδιο, θα πάρει το αεροπλάνο για το Νησί νιώθοντας καβάλα στ’ άλογο, παρότι παίρνει τη σκυτάλη από έναν προπονητή που έκανε πρωταθλήτρια Αγγλίας τη Λίβερπουλ μετά από τριάντα ολόκληρα χρόνια (εν μέσω πανδημίας του κορωνοϊού) και πρωταθλήτρια Ευρώπης ύστερα από 14.
Ο Σλοτ καταφέρνει να παίρνει το καλύτερο από τους παίκτες του, όπως και ο Κλοπ, βρίσκει εναλλακτικές μέσα στο παιχνίδι, όπως και ο Κλοπ και ξέρει πώς να χειρίζεται με σωστό τρόπο τα ΜΜΕ, όπως αναμφίβολα κάνει και ο Κλοπ. Σε άλλο επίπεδο, βεβαίως.
Και, όπως ο Γερμανός ζει με ιερό πάθος τα παιχνίδια, έτσι και ο Ολλανδός. Τον Αύγουστο του 2021, σε φιλικό με την Ατλέτικο Μαδρίτης, κόντεψε να πιαστεί στα χέρια με τον Ντιέγκο Σιμεόνε, ο οποίος τον έσπρωξε στο φινάλε ενός αγώνα όπου η ομάδα του Σλοτ νίκησε με γκολ στο δεύτερο λεπτό των καθυστερήσεων.
«Αν δεν είχε μεσολαβήσει κανένας, θα είχε μεγαλύτερα προβλήματα. Θα μου άρεσε να βρεθώ ένας εναντίον ενός μαζί του», σχολίασε ειρωνικά ο Σλοτ για τη λεκτική του διαμάχη με τον Αργεντινό προπονητή, επιβεβαιώνοντας ότι και αυτός ζει κάθε παιχνίδι στο μάξιμουμ, είτε είναι επίσημο είτε φιλικό.
Τέτοιου μεγέθους, άλλωστε, είναι οι απαιτήσεις στη Λίβερπουλ, όπου θα κληθεί να διαχειριστεί ένα ικανότατο αλλά και ταλαιπωρημένο ρόστερ, όπου οι τραυματισμοί κάνουν πολύ συχνά την εμφάνισή τους, αφού ο Κλοπ ζητάει το 1.000% των παικτών του, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να… κλατάρουν.
Τέτοιος προπονητής είναι και ο Αρνε Σλοτ, ο οποίος έχει πολλά να μάθει και δεδομένα θα νιώσει ότι πέφτει στα… βαθιά. Δηλώνει, όμως, έτοιμος να κολυμπήσει και να φέρει την Λίβερπουλ σε ήρεμα νερά. Μπορεί να το κάνει; Ο χρόνος και η ικανότητά του στα ποδοσφαιρικά… μακροβούτια θα δώσουν εν καιρώ τις απαντήσεις.