Ο στυλίστας Ρεξ Στάουτ και οι άλλοι…

Ο στυλίστας Ρεξ Στάουτ και οι άλλοι…

2' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εμφάνιση της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα ακολουθεί κύκλους μόδας. Παρά το ότι έχει καλλιεργηθεί η εντύπωση πως η αστυνομική λογοτεχνία εκπροσωπείται ευρέως στην ελληνική αγορά, παρά τις συχνά υπέρ το δέον φιλότιμες προσπάθειες να αναδειχθεί το εγχώριο αστυνομικό μυθιστόρημα, παρά τις πολλαπλές περιπτώσεις νέων σειρών που λανσάρουν (και καταργούν) οι εκδοτικοί οίκοι, είναι γεγονός ότι το είδος αυτό τυγχάνει αποσπασματικής και επιφανειακής φροντίδας. Ας δώσουμε ένα παράδειγμα. Η ελληνική γλώσσα είναι η μόνη ίσως γλώσσα του δυτικού κόσμου στην οποία να μην μπορεί κανείς να βρει εύκολα τα κλασικά έργα της αστυνομικής λογοτεχνίας ακόμη και όταν μιλάμε για ονόματα όπως της Αγκάθα Κρίστι, του Ζορζ Σιμενόν ή του Αρθουρ Κόναν Ντόιλ. Πλήθος άλλων ονομάτων έχουν πλήρως εξαφανιστεί από την ελληνική αγορά, ενώ η σταθερή επίμονη αγάπη ορισμένων εκδοτών για τον Ρέιμοντ Τσάντλερ, τον Ντάσιελ Χάμετ ή τον Ερικ Αμπλερ δεν αλλάζει και πολύ το τοπίο.

Αφορμή για τις σκέψεις αυτές, η επανεμφάνιση έπειτα από πολλά χρόνια ενός τίτλου του Ρεξ Στάουτ (1886-1975), του ευφυούς Αμερικανού συγγραφέα, δημιουργού του Νίρο Γουλφ και του Αρτσι Γκούντγουιν. Το «Σαμπάνια για τη Φέιθ Ασερ» (μτφ. Κώστας Θεολόγου, εκδ. «Καστανιώτη»), έξοχο δείγμα γραφής από τον στυλίστα Στάουτ, είναι ένα αυθεντικό φίφτις αστυνομικό. Τίτλους του Ρεξ Στάουτ είχαν εκδώσει στο παρελθόν το «Λυχνάρι» και η αστυνομική σειρά των«Βίπερ» της Πάπυρος, η οποία στην περίοδο 1970-75 είχε συγκροτήσει την πληρέστερη ώς σήμερα αστυνομική βιβλιοθήκη στην Ελλάδα (αν και ορισμένες μεταφράσεις ήταν προβληματικές).

Η επανεμφάνιση, λοιπόν, του Ρεξ Στάουτ μας θυμίζει αφ’ ενός την ποιότητα που έχουμε ξεχάσει και αφ’ ετέρου φέρνει την επιθυμητή πολυφωνία για να σπάσει λίγο η ασφυκτική επέλαση των Γάλλων συγγραφέων ή του σκληρού είδους τύπου Τζέιμς Ελρόι. Υπάρχουν και άλλοι κλασικοί «παλιομοδίτες» από το παρελθόν, όπως ο Τζέιμς Χάντλεϊ Τσέιζ, η Μάργκαρετ Μίλαρ, η Τζόρτζετ Χέιερ, η Νάιο Μαρς, ο Πάτρικ Κουέντιν, η Μάρτζερι Αλινγχαμ, ο Ελερι Κουίν, η Ελίζαμπεθ Ντέιλι και ο άσημος Ρίτσαρντ Χαλ. Οι Αγγλοσάξονες πρόσφατα επανεξέδωσαν το εκπληκτικό μυθιστόρημά του «Ο φόνος της θείας μου», έργο της δεκαετίας του ’30.

Για να είμαστε δίκαιοι, το φαινόμενο εξαφάνισης σπουδαίων ονομάτων άρχισε από την αγγλοσαξονική αγορά στη δεκαετία του ’80, με τις πρώτες απορροφήσεις ιστορικών οίκων όπως του Victor Gollancz ή του Collins. Οι Γάλλοι, όμως, διατηρούν όλα τα ονόματα σε κυκλοφορία, αλλά πρόσφατα και οι Αμερικανοί ξαναβγάζουν τους παλιούς μετρ. Στην Ελλάδα, καμία σειρά (με εξαίρεση αυτή της «Αγρας») δεν έχει ευδοκιμήσει. Ολες αυτοκαταργούνται.

Κακά εξώφυλλα, περιορισμένες επιλογές. Ο Ρεξ Στάουτ στον «Καστανιώτη» κυκλοφόρησε σε μεγάλο σχήμα, αγνοώντας τη φτωχή σε αισθητική κίτρινη σειρά τσέπης. Θα ήταν ευχής έργο να ακολουθήσει κανείς το παράδειγμα των Γάλλων που με πλήρεις σειρές εκδίδουν όλες τις σχολές.

Δεν κομίζει κανείς γλαύκα στην Αθήνα, υπενθυμίζοντας ότι περί τους εξοπλισμούς, τις βιομηχανίες πολεμικού υλικού, τους αντιπροσώπους και μεσάζοντές τους (που συχνά αποκτούν συμβούλους απόστρατους αξιωματικούς που διατηρούν λόγω της ιδιότητάς τους σχέσεις και προσβάσεις στο υπουργείο Αμυνας…) αναπτύσσονται συμφέροντα τεράστια, παίζονται παιγνίδια πολύπλοκα και εκ της φύσεώς τους είναι δύσκολο να διακρίνει και ο αγνότερος των ανθρώπων πού κρύβουν παγίδες στις οποίες είναι πολύ εύκολο να πέσουν υπουργοί, κυβερνήσεις, συχνά και το… σύνολο σχεδόν των πολιτικών κομμάτων μιας χώρας, που μπορεί άθελά τους και ενώ είναι απολύτως βέβαιοι οι πάντες ότι αποβλέπουν στην επιφάνεια και τη διασφάλιση των καλύτερων όρων για τη σωστή και αποτελεσματική διαχείριση του δημόσιου χρήματος, τελικά να… πέσουν μέσα σ’ αυτές τις παγίδες και να εξυπηρετήσουν -άθελά τους- αυτά τα σκοτεινά συμφέροντα!

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή