Ονειρα και εφιάλτες, αληθινός κινηματογράφος

Ονειρα και εφιάλτες, αληθινός κινηματογράφος

5' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Νέος χρόνος με μποναμά τη φαντασία. Σεξουαλική, θανατερή, αινιγματική στην ταινία του Λιντς, παιχνιδιάρικη, ανάλαφρα ερωτική, σε συνεχή μεταμόρφωση, στο φιλμ του Ζακ Ριβέτ. Το σινεμά μάς τυλίγει με τον σαγηνευτικό μανδύα του, ποτίζεται από τα πλούσια ποτάμια του παλαιότερου κινηματογράφου και από τα όμορφα ρεύματα του θεάτρου, για να μας απογειώσει στο αερόπλοιο του 2002.

Μνήμη από βελούδο

«Οδός Μαλχόλαντ» του Ντέιβιντ Λιντς, ο οποίος επιστρέφει στον διαβρωτικά ονειρικό κόσμο του, του «Μπλε βελούδου» και της «Χαμένης Λεωφόρου». Εύστοχα γιατί, παρά την τεχνητή, διπλή διαδικασία παραγωγής, ο Λιντς δεν κατασκευάζει δραματουργία, αλλά απλώς ανοίγει την πόρτα στο γόνιμο δικό του κόσμο και εκθέτει διαδοχικές εικόνες-αισθήσεις. H οργάνωσή τους, όση ελάχιστη απαιτείται, συντελείται στην αντιληπτική – ψυχική διεργασία του θεατή. Να ένας σκηνοθέτης που μας έχει εμπιστοσύνη.

Το «σενάριο» του γυρίσματος, που είναι αντάξιο του Λιντς, ξεκινά με μια τηλεοπτική σειρά. O σκηνοθέτης ετοιμάζει τον «πιλότο», κάπως σαν το «ΤwiΡeaks», τοποθετώντας μια σειρά από σκηνές – πρόσωπα – θέματα, που θα τα μπερδέψει και θα τα μισο-ξεδιαλύνει, στο μάκρος της σειράς.

Ο πιλότος απορρίπτεται. Το γαλλικό Canal Plus προσφέρει χρηματοδότηση στον Λιντς, για να ολοκληρώσει μια κινηματογραφική ταινία. Και εκείνος κρατάει τις δύο ηρωίδες, ρίχνει μια μαύρη αυλαία στο τέλος του πιλότου, ανοίγει ένα μικρό μαύρο κουτί σε μια σκηνή, που «αναρροφεί» όλες τις ιστορίες, αναδιανέμει τα «σημεία» σε νέα αταξία-τάξη, με προοπτική και βάθος αξεδιάλυτο. Επιβεβαιώνει τον ορισμό του κόσμου του ως γρίφο, με κινεζικά κουτιά, το ένα μέσα στο άλλο, και συμπαραγωγό του νοήματος τον θεατή που μετέχει, αισθησιοκρατικά στο ταξίδι.

Οχι ψυχανάλυση;

Ο Λιντς αρνείται την ψυχαναλυτική ερμηνευτική, επειδή θέλει να αποφύγει τον κίνδυνο της αποκωδικοποίησης. Ομως υπόκειται στο παίγνιο των ονείρων (και των ονείρων μέσα στα όνειρα) όπως και των πόθων-ονείρων.

Αποφεύγει και το κυρίαρχο υποκείμενο μέσα στην ταινία, απόλυτο υποκείμενο πάλι ο θεατής, στην κορυφή του τριγώνου. Δύο οι αντιθετικές γυναίκες στις άλλες γωνιές. H ξανθιά, γαλανή, λευκή, μικρή, αθώα αγγλοσαξόνισσα Μπέτι και η μελαχρινή, μαυρομάτα, ντάμα, λάτιν Ρίτα. Μονισμός και δυαδισμός, έλξη, σύγκρουση, έρως, φόνος. Τι προτιμάτε; Εσείς διαλέγετε, έστω κι αν οι γυναίκες φαίνονται να δρουν με δική τους ιστορία.

Ποια ιστορία; H Μπέτι φτάνει από την επαρχία στο Λος Αντζελες. Εχει κερδίσει διαγωνισμό χορού, θέλει να γίνει ηθοποιός. Στο άδειο σπίτι της θείας της, όπου θα φιλοξενηθεί, συναντά τη μελαχρινή, που έχει καταφύγει εκεί, έχοντας γλιτώσει από δολοφονία, στην ερημιά της περιφερειακής λεωφόρου Μαλχόλαντ Ντράιβ, έχει πάθει αμνησία και παίρνει το όνομα Ρίτα, από Πόστερ της Χέιγουορθ, μοιάζει άλλωστε με την «Τζίλντα». H Μπέτι περνά από επιτυχή οντισιόν, όμως παράλληλα ο σκηνοθέτης δέχεται πίεση από τη Μαφία να πάρει ως πρωταγωνίστρια κάποια Καμίλα Ροντς. (Κωμωδία και απειλή μαζί, η άλλη όψη-παραξένισμα του Λιντς).

Η μεταμόρφωση

Οι δύο κοπέλες αναζητούν την ταυτότητα της αμνησιακής Ρίτα, και ανακαλύπτουν το πτώμα της Νταϊάν. Κάνουν έρωτα με αισθησιασμό και η Μπέτι λέει δύο φορές με πάθος «είμαι ερωτευμένη μαζί σου», στη σιωπηλή άλλη. H Ρίτα ανοίγει το κουτί και βυθιζόμαστε στην κόλαση της Νταϊάν, ναρκομανή, ταλαιπωρημένη, μικρο-ηθοποιό και πόρνη, ερωτευμένη με τη σταρ της ταινίας της Καμίλα. Ταπεινώνεται κι άλλο, όταν σε πάρτι, μπροστά της, αγέρωχα η Καμίλα φιλιέται ηδυπαθώς με τον σκηνοθέτη (ως αναγγελία γάμου), αλλά και με μια ξανθιά σερβιτόρα, αντίγραφο της Μπέτι. H οποία, απελπισμένη οργανώνει τη δολοφονία της Καμίλα.

Ετσι, όπως το απλοποιώ, το έργο συγκλίνει προς το φιλμ-νουάρ. Ναι, σίγουρα, όμως, η Ρίτα και η Καμίλα είναι ίδιες, (Λόρα Ελενα Χάρινγκ), όπως και η Μπέτι και η Νταϊάν (Ναόμι Γουότς). Ολοι οι «δρόμοι» παραμένουν ανοιχτοί: Δυο γυναίκες σε πρωθύστερες φάσεις και αντιστροφές, όπου η ευφορία του ονείρου στο πρώτο μέρος, καταβυθίζεται σε αγωνία του εφιάλτη στο δεύτερο; Ή μήπως ένα πρόσωπο, η Μπέτι και κατόπιν Νταϊάν η οποία ονειρεύεται την «κάθοδο» στο Χόλιγουντ, την επιτυχία, την είσοδο στην οθόνη, στο φάντασμα της σταρ-βαμπ, με ναρκισσισμό και ύστερα ερωτεύεται-μισεί αυτό το φάντασμα γιατί η ίδια απέτυχε; (Αλλωστε η μελαχρινή φοράει ξανθή περούκα, πριν από τις ερωτικές τους σκηνές). Και, φυσικά, η Μπέτι είναι ο θεατής, αθώος και έτοιμος να χαθεί ηδονικά μέσα στον οπτικοακουστικό λαβύρινθο, να «αμαρτήσει», να «τιμωρηθεί».

Παράδοση στη μαγεία

Να παραδοθείς, λοιπόν, χωρίς λογικές αναστολές, να εμβαπτισθείς, σαν σε θάλασσα νυχτερινή, φωσφορίζουσα, τρέμοντας μαζί με τις ηρωίδες, που πάσχουν αντί για μας. Συμμετοχή, ρίγος και αισθητική απόλαυση.

Ο Λιντς στήνει τα μάγια του: H σκηνή είναι ακέραιη, μακρά, απολαυστική, με χιούμορ, σασπένς, συγκίνηση, ερωτισμό (και πρωτότυπη, τολμηρή, εικαστική σύλληψη, μετα-υπερρεαλιστή ζωγράφου). Συγκαλεί όλες τις μνήμες και τα φαντάσματα του σινεμά: Π.χ. τη διπλή, ξανθή-μελαχροινή Κιμ Νόβακ του «Βέρτιγκο», την Αβα των «Δολοφόνων». Εκμεταλλεύεται, όμως, κυρίως, τη δύναμή του στη διαδοχή των σκηνών, πάντα μυστηριακή, απροσδόκητη, αλληλοαναιρετική. O αυθαίρετος, υποβλητικός συνδυασμός υπνωτίζει, σε οδηγεί σε μια άλλη, διαισθητική τάξη, που αγωνιάς να παγιώσεις, ενώ σου διαφεύγει. Μάταια; Οχι. Πλάθεται σιγά σιγά, ένας κόσμος όπου το πραγματικό συναντά το επιθυμητό, το χθες προβάλλει μετά το αύριο, το αντιληπτό συντίθεται με την προβολή του ασυνειδήτου μας.

Ο Λιντς δεν τα καταφέρνει σε όλες τις στιγμές. Ομως αυτό το πεδίο είναι ο ουρανός του κινηματογράφου. (Τζάστιν Τερού, Αν Μίλερ, Νταν Χεντάγια, μουσική Αντζελο Μπανταλαμέντι).

Παιχνίδια του Ριβέτ

Η ανάγκη να σας προσφέρω έναν μίτο για τον Λιντς, περιορίζει την έκταση για τον πάντα προσωπικό και αξιόλογο Ζακ Ριβέτ και το «Ποιος να ξέρει», μια κομεντί γεμάτη χάρη και χιούμορ.

Η ηθοποιός Καμίγ (Ζαν Μπαλιμπάρ) επιστρέφει στην πατρίδα της, το Παρίσι, για να παίξει με ιταλικό θίασο, στο πρωτότυπο, το έργο του Πιραντέλο «Οπως με θέλεις». Δίπλα της ο Ιταλός ηθοποιός-σύντροφός της Ούγκο (Σέρτζιο Καστελίτο). H Καμίγ ψάχνει τον παλιό της εραστή που ζει με μια άλλη γυναίκα, και ο Ούγκο ερευνά για το χαμένο χειρόγραφο μιας άγνωστης κωμωδίας του Γκολντόνι.

Συνεχείς συναντήσεις με καινούργια πρόσωπα, περιπλοκές, αλλαγές και μεταμορφώσεις, συναισθήματα, έρωτες, ψέματα, πονηριές, παλινωδίες, αναποφασιστικότητες και γενικά όλα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, αρετές και ελαττώματα, σε ένα τεράστιο κουβάρι. Το νήμα ορίζεται από τα προσωπεία και τα αληθινά πρόσωπα, που δεν είναι καθόλου σαφή και σταθερά, όπως θα φανταζόταν κανείς. Και ο άξονας, από τις αναλογίες θεάτρου και ζωής, όπως «διαστρέφονται» με την παρεμβολή του Πιραντέλο, δραματουργού της (οδυνηρής) αναζήτησης της ανθρώπινης ταυτότητας μέσα στις (αυθαίρετες) απαιτήσεις των αισθημάτων και της βούλησής μας. Ομως η κωμωδία επιβάλλεται, η επικούρεια αντίληψη και το παιχνίδι κυριαρχούν. Ισως ο Ριβέτ δίνει περισσότερο μάκρος στα παιχνίδια της τύχης ίσως χάνει τον Πιραντέλο προς το τέλος και αποδυναμώνεται κάπως. (Ζακ Μποναφέ, Ελέν ντε Φουζερόλ).

Το «Θέλω και τη μαμά σου» του Μεξικανού Αλφόνσο Κουαρόν, (μετάφραση λάθος του τίτλου) είναι μια νεανική ερωτική κομεντί λάιφ στάιλ, με ήρωες, ύφος και σεναριακά ευρήματα που έχουμε συναντήσει εδώ και χρόνια σε ελληνικές ταινίες («Ρεβάνς», «Ριζότο», «Τέλος εποχής»…).

Συμπαθητική, δροσερή, καλοπαιγμένη, αλλά δεν αντέχει στις «σοβαρές» νύξεις που επιζητεί (Μαριμπέλ Βερντόν, Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Ντιέγκο Λούνα).

Προβάλλεται και το αμερικανικό θρίλερ αγωνίας «D-TOX» του Τζιμ Γκιλέσπι, με τους Σιλβέστερ Σταλόνε, Κρις Κριστόφερσον, Τομ Μπέρεντζερ, Πόλι Γουόκερ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT