H Λογοτεχνία κατακτά φέτος το Θέατρο

H Λογοτεχνία κατακτά φέτος το Θέατρο

6' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ε ίχε γράψει θέατρο ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης; Είχαν γράψει θεατρικά ο Βιζυηνός ή ο Εμμανουήλ Ροΐδης; Οχι βέβαια. Οπως δεν έχουν γράψει θέατρο η Μαργαρίτα Καραπάνου, ο Γιώργος Χειμωνάς, η Ευγενία Φακίνου, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης – για να πιάσουμε μερικούς σύγχρονους συγγραφείς. Αλλά και από τους αρχαίους, ούτε ο Πλάτων (βεβαίως…) ούτε ο Λατίνος Οβίδιος ούτε ο προ θεάτρου Ομηρος.

Και όμως: όλοι αυτοί κατακλύζουν φέτος με έργα τους το ελληνικό θέατρο! Και μαζί τους, πληθώρα ξένων… πεζογράφων ή ποιητών: Ντοστογέφσκι (καλά αυτός, ανέκαθεν), Τζέιμς Τζόις, Καβαμπάτα, Μπουκόφσκι, Ράιχ! Ακόμα και ο Τσέχοφ ή ο Γκόγκολ που παίζονται φέτος, οι πεζογράφοι είναι, δεν είναι οι θεατρικοί.

Και αν λάβουμε υπ’ όψιν δημοτικά τραγούδια, παραμύθια, απομνημονεύματα -όλα τα είδη του γραπτού λόγου που ΔΕΝ είναι θέατρο κι εντούτοις παίζονται-, τότε είναι παραπάνω από τριάντα (30!) -και μέχρι στιγμής μόνο- οι φετινές θεατρικές παραστάσεις που βασίζονται σε μη θεατρικά κείμενα. Πρόκειται βέβαια για ρεκόρ. Κι αυτό είναι το νέο, γιατί το φαινόμενο «Λογοτεχνία επί σκηνής» δεν είναι φετινό βέβαια? φετινή είναι η έκρηξη, το φούντωμα παραστάσεων αυτού του είδους.

Δεν είναι φετινό το φαινόμενο, αλλά δεν είναι και τόσο παλιό. Διασκευές μυθιστορημάτων ή διηγημάτων σε θεατρικά έργα γίνονταν βέβαια από παλιά, αλλά, πρώτον, ήταν, ακριβώς, «διασκευές», απόπειρες δηλαδή να μεταγραφεί κάτι σε κάποιο άλλο είδος λόγου, και, δεύτερον, δεν υπήρχε αυτός ο ομαδικός χαρακτήρας που συνιστά «φαινόμενο».

Ειδικές εκδηλώσεις

Το φαινόμενο εμφανίστηκε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, όταν ομαδικά άρχισαν να σκαρφαλώνουν στη σκηνή λογοτεχνήματα κάθε είδους, σε σημείο που να έχουμε περίπου 10 τέτοιες παραστάσεις τη θεατρική περίοδο 1991-1992. Και δεν μιλάμε για παραστάσεις «θεατρικού αναλογίου» όπως είχε (στη δεκαετία του ’80) καθιερωθεί να λέγεται η ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων σε κάποιες ειδικές εκδηλώσεις. Επρόκειτο για προσπάθειες σκηνικής ερμηνείας λογοτεχνικών κειμένων, που παρουσιάζονταν σε ρυθμό κανονικών παραστάσεων.

Αλλά από τις 10 τέτοιες παραστάσεις σε μια περίοδο, έχουμε εκτοξευθεί στις 30 (και πλέον) φέτος – μιλάμε, δηλαδή, για τριπλασιασμό. Πράγμα που σημαίνει, πρώτον, ότι οι προσπάθειες που έγιναν μέχρι σήμερα (ορισμένες τουλάχιστον) είχαν ελκυστικό αποτέλεσμα και βρήκαν ανταπόκριση στο κοινό, οπότε παρακινήθηκαν και πολλοί άλλοι να επιχειρήσουν το ίδιο, και, δεύτερον, ότι συνεχίζουν να υφίστανται οι λόγοι που κάνουν τους ανθρώπους του θεάτρου να στρέφονται, πολύ συχνά πλέον, στα λογοτεχνικά κείμενα.

Και οι λόγοι αυτοί, όπως έχουν κατά καιρούς επισημανθεί από τους αρμόδιους θεατρανθρώπους, είναι, συνοπτικά:

Η κρίση ρεπερτορίου, όχι μόνο στο ελληνικό, αλλά και στο διεθνές θέατρο. Δηλαδή, δεν βρίσκουν, οι άνθρωποι ωραία, νέα έργα να ανεβάσουν (έχουν γίνει και οι θίασοι οι μισοί εφτακόσιοι) και καταφεύγουν σε άλλα είδη λόγου.

Η αγάπη -λένε σκηνοθέτες και ηθοποιοί- για κάποια κείμενα με πλούτο γλώσσας και νοημάτων, τα οποία επιθυμούν να αναδείξουν, τρόπον τινά, και από σκηνής.

Η επιθυμία και η πρόκληση -λένε οι ίδιοι- να αναμετρηθούν με κείμενα που είναι δύσκολο να αποδοθούν θεατρικά, οπότε αυτό τους ωθεί να δοκιμάσουν και να ερευνήσουν νέους εκφραστικούς τρόπους.

Ο ναρκισσισμός -λένε άλλοι παράγοντες του θεάτρου- μερικών ηθοποιών που αρέσκονται να μονοπωλούν τη σκηνή, αφού συχνά αυτές οι παραστάσεις ανεβαίνουν με ελάχιστους ηθοποιούς ή και με έναν (μονόλογοι).

Το μικρό κόστος παραγωγής, δεδομένου ότι πολλές από αυτές τις παραστάσεις, εκτός από λίγους ηθοποιούς, διαθέτουν στοιχειώδη μόνο σκηνικά-κοστούμια. Αν και εδώ οφείλουμε να τονίσουμε ότι τα τελευταία χρόνια (και φέτος ιδιαίτερα) βλέπουμε όλο και πιο πλούσιες τέτοιες παραγωγές, με πολλούς ηθοποιούς, «ζωντανές» μουσικές, θεαματικά σκηνικά, πολλά κοστούμια κ.λπ.

Ο μιμητισμός, σύμφωνα με τη γνώμη ορισμένων, δεδομένου ότι και το ανέβασμα λογοτεχνίας στο θέατρο ξένο φρούτο είναι, εξ Εσπερίας μάς ήρθε κι αυτό.

Το γεγονός είναι, πάντως, ότι αυτό που άρχισε δειλά πριν από δέκα χρόνια, σε μικρές, «περιφερειακές» σκηνές, τώρα έχει εξαπλωθεί και σε κραταιά ή κρατικά θέατρα. Κι αυτό σημαίνει βέβαια ότι υπήρξαν αρκετές πολύ επιτυχημένες τέτοιες παραστάσεις, που έδωσαν ώθηση στο «κύμα». Παραστάσεις όπως του Βιζυηνού με την Αννα Κοκκίνου στη «Σφενδόνη», του Παπαδιαμάντη («Φόνισσα» από Λυδία Κονιόρδου και Σωτήρη Χατζάκη και «Νοσταλγός» από την Ομάδα Ηθοποιών του Στάθη Λιβαθινού), «Το ημερολόγιο της υπηρέτριας Τσερλίνε» του Μπροχ με την Αλέκα Παΐζη στο «Απλό», «Ο γάμος» της Βάσας Σολωμού-Ξανθάκη με την Αννα Βαγενά και «Αγγέλα Παπάζογλου» με την ίδια κ.ά.

Δεν θα πρέπει επίσης να υποτιμούμε τις δημιουργικές προκλήσεις που δημιουργεί για τους καλλιτέχνες του θεάτρου, ηθοποιούς και σκηνοθέτες κυρίως, η λογοτεχνία στη σκηνή: Ο ηθοποιός σε ένα κανονικό θεατρικό έργο καλείται να αποδώσει συναισθήματα που έχουν ειρμό, ακολουθούν μια πορεία, πράγμα που δεν συμβαίνει στην πιο ελεύθερη φύση του μη θεατρικού κειμένου, κι αυτό, με τις δυσκολίες που εμπεριέχει, απαιτεί μεγαλύτερη κινητοποίηση του ερμηνευτή. Ο σκηνοθέτης, ανεβάζοντας στη σκηνή ένα λογοτέχνημα, πρέπει να ξορκίζει συνεχώς, με φαντασία και έμπνευση, τον διττό κίνδυνο αφενός να μείνει σε μια απλή «ανάγνωση» του κειμένου, οπότε θα κάνει «θεατρικό αναλόγιο», αφετέρου να φορτώσει τόσο με «θεατρινισμούς» και «δράση» την ερμηνεία, οπότε θα κάψει το έργο.

Κίνδυνος στρεβλώσεων

Παραμονεύει συνεχώς, βέβαια, ο κίνδυνος στρεβλώσεων και βιασμών κειμένων και συγγραφέων στην υπόθεση αυτή, γιατί, όπως έχει επισημάνει ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, η λογοτεχνία είναι άλλης φύσης και άλλου ρυθμού γραφή, αναπτύσσει αλλιώς εικόνες και συλλογισμούς, ενώ και ο χρόνος λειτουργεί διαφορετικά εκεί απ’ ό,τι στο θέατρο.

«Είναι πράγματι πολύ δύσκολη η μεταφορά της λογοτεχνίας στο θέατρο», έχει παρατηρήσει σχετικά ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός, «αλλά, εκτός του ότι σήμερα είναι απαραίτητη, είναι και μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα πρόκληση».

«Και αν η πρόκληση, που είναι μία από τις τρεις υποχρεώσεις του θεάτρου», σημειώνει ο Βασίλης Παπαβασιλείου, «καταφέρει στην πράξη να καθηλώσει τον θεατή (δεύτερη υποχρέωση), τότε θα ισχύσει και η τρίτη υποχρέωση, που είναι η αναμόχλευση της μνήμης και της συνείδησής του».

Από Παπαδιαμάντη

έως… Μπουκόφσκι

Είναι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι ανεβαίνουν στη σκηνή, και μάλιστα σχεδόν αυτούσια, γνωστά έργα της ελληνικής λογοτεχνίας, ιδίως παλαιότερων συγγραφέων, μιας άλλης εποχής, γλώσσας και ύφους, δίνοντας έτσι την ευκαιρία σε νέους να αναζητήσουν και να διαβάσουν περισσότερα.

Ο Παπαδιαμάντης ευτύχησε τα τελευταία χρόνια είτε με τη «Φόνισσα» των Χατζάκη – Κονιόρδου, είτε με τη «Νοσταλγό» του Λιβαθινού που παιζόταν μέχρι πρόσφατα. Φέτος έχουμε μια ακόμη παράσταση με τη «Φαρμακολύτρια» στο «Βαφείο».

Ο Βιζυηνός, επίσης, γνώρισε επιτυχείς σκηνικές αναγνώσεις, ενώ φέτος έχουμε πάλι το «Αμάρτημα της μητρός μου» από θίασο νέων στο «Μεταξουργείο». Αλλά και του Εμμ. Ροΐδη, μετά την «Ψυχολογία Συριανού συζύγου» που παρουσίασε ο Μιχάλης Μητρούσης, είχαμε φέτος και «Το παράπονον του νεκροθάπτου» στο θέατρο «Κάτω από τη γέφυρα».

Σε λαϊκά παραμύθια στηρίζονται οι παραστάσεις «Σκλαβί» της Ξένιας Καλογεροπούλου και «Νύχτα τράγου» του Σ. Χατζάκη, ο οποίος είχε ανεβάσει πρόσφατα και «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» στο ΚΘΒΕ, ενώ «Πολιτεία» Πλάτωνος παρουσίασε το «Ιδεοθέατρο», στις «Μεταμορφώσεις» του Οβιδίου στηρίζεται η παράσταση «Το σκοτεινό αντικείμενο του πάθους» στο Θέατρο Ερευνας του Δ. Ποταμίτη και στο γνωστό απόσπασμα της ομηρικής Οδύσσειας η «Νέκυια» που μόλις ανέβασε το ΚΘΒΕ.

Το ΚΘΒΕ, επίσης, ανεβάζει σε σκηνοθεσία Χατζάκη παράσταση βασισμένη στο μυθιστόρημα του Γιώργου Σκαμπαρδώνη «Γερνάω επιτυχώς», ο Δημήτρης Μαυρίκιος κάνει επιτυχία στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων με το μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου «Το έβδομο ρούχο», η Μάγια Λυμπεροπούλου παρουσίασε τον «Εχθρό του ποιητή» του Γιώργου Χειμωνά στο Θέατρο Τέχνης, όπου και ο Βασίλης Παπαβασιλείου θα παίξει την «Ελένη» του Ρίτσου, η Αντζελα Μπρούσκου το «Ναι» της Μαργαρίτας Καραπάνου, η Αννα Βαγενά τα απομνημονεύματα της Αγγέλας Παπάζογλου, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός συνθέτει ποικίλα εξωθεατρικά κείμενα στον «Εθνικό Υμνο» του στο «Θησείον», ο Γιάννης Κακλέας παίζει κείμενα από κόμικς στον «Τεχνοχώρο» και η Αννα Κοκκίνου του Καραγκιόζη σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Αλλά και από ξένη λογοτεχνία έχουμε αρκετά φέτος επί σκηνής:

Από διηγήματα του Τσέχοφ προέκυψαν «Η κυρία με το σκυλάκι» στο «Ανοιχτό Θέατρο» του Γιώργου Μιχαηλίδη και η παράσταση που σκηνοθέτησε ο Χρήστος Καλαβρούζος στο ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου. Το πεζογράφημα του Γκόγκολ «Το ημερολόγιο ενός τρελού» (παλιά υπόθεση αυτή) σε… τέσσερις παραστάσεις (στην Αθήνα Καρακατσάνης και Μεσσάλας). Απόσπασμα από τον «Οδυσσέα» του Τζέιμς Τζόις η «Μόλι Μπλουμ» στο «Από Μηχανής». «Ακου ανθρωπάκο» φωνάζει ο Ράιχ μέσω Μ. Ξενουδάκη. Οι «Λευκές νύχτες» του Ντοστογέφσκι σε δύο ανεβάσματα – Αθήνα (Θέατρο του Ηλιου) και Πάτρα (ΔΗΠΕΘΕ). Τολμηρή, θεατρικά, παράσταση πάνω στο περίφημο μυθιστόρημα του Καβαμπάτα «Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών» ανεβάζει σε λίγες ημέρες στο Αμόρε ο Γιάννης Χουβαρδάς. Διηγήματα του Μπουκόφσκι παίζει στο «Κέλσος» (Μια μπίρα με τον Χάρι) η Ομάδα Πλάνη. Τις «Τρωάδες» μπλέκει με κείμενα της Τhea Halo το «Θέατρο της Ανοιξης». Διάφορες άλλες μικρές ομάδες παρουσιάζουν διάφορα – και είμαστε ακόμη στον Φλεβάρη. Πού να ‘ρθει και η κατεξοχήν λογοτεχνόφιλη θεατρική άνοιξη…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή