Ταξίδια σε έναν κόσμο που χάθηκε

Ταξίδια σε έναν κόσμο που χάθηκε

4' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Νίκια Λούντζη

Στο Ιόνιο Λιμπερτά: ΙV- Το μπλόκο του Μόντε, Περίπλους, 2002 Σελ. 324

Βαλεντίνη Βούλγαρη

Νότες για την Ισαβέλλα

Εστία, 2003, 439 σελ.

Τ ο πιο ενδιαφέρον ταξίδι είναι βέβαια εκείνο που γίνεται σε κόσμους που χάθηκαν. Λίγοι είναι οι κίνδυνοι να συναντήσετε σ’ αυτό αδαείς τουρίστες που επιπόλαια εξομοιώνουν εξωτισμό και διαφορετικότητα ή πονηρούς ξεναγούς που απλώς μεταμφιέζουν μιαν επανάληψη των κοινοτοπιών της καθημερινότητας.

Αντιθέτως, αυξάνουμε τις πιθανότητές μας να συναντήσουμε πραγματικά καινούργιους ανθρώπους, εμπειρίες και άγνωστα σκιρτήματα. Μόνο που χρειάζεται, όπως στην επίσκεψη στην έρημο ή στο παρθένο δάσος, ο κατάλληλος ιχνηλάτης. Είναι ο ρόλος που προτείνει το πρώτο από τα παραπάνω βιβλία, συνέχεια μιας επικής τετραλογίας, που αριθμεί ήδη έξι τόμους! Μέγεθος που άλλωστε το καθιστά φαινόμενο στα νεοελληνικά γράμματα και του δίνει μια ξεχωριστή θέση -και χάρη στην πολύπλοκη αφηγηματική του τεχνική- στο ιστορικό μυθιστόρημα. Αλλά αυτά ενδιαφέρουν περισσότερο τη φιλολογία παρά ένα ταξίδι. Ας επικεντρωθούμε στο τελευταίο.

Η Επανάσταση πλησιάζει

Μας μεταφέρει σ’ έναν κόσμο που είχε ξεκινήσει νύκτα και συνωμοτικά, με σκιές όλως πραγματικών ανθρώπων που συνεδρίαζαν ακολουθώντας τυπικά που προέρχονταν από το παρελθόν, για να αντιμετωπίσουν το μέλλον. Την Επανάσταση, που πλησίαζε. Εννοείται τη Γαλλική που χάρη στους στρατούς του Ναπολέοντα, δεν βρισκόταν το 1797 μακριά από τα Επτάνησα. Η αναμενόμενη προέλασή της ανατινάζει τα πάντα, διανέμοντας νέους ρόλους στους ανθρώπους, άρχοντες, λαϊκούς, άθεους και θρησκευόμενους, διανοούμενους και αδαείς, επαναπροσδιορίζοντας τις θέσεις του καθένα. Είναι που οι επαναστάσεις πριν συμβούν πραγματικά είναι ήδη μια διανοητική κατηγορία, στο κεφάλι των ανθρώπων. Τώρα όταν και πράγματι συμβούν, όπως έγινε και με αυτήν στην οποία αναφερόμαστε, κι ας έρχονται τα πράγματα πάνω κάτω, οι παλιές δομές δεν πεθαίνουν, αλλά ξανακερδίζουν τις θέσεις τους, πιο επίφοβες καμιά φορά κι απ’ όσο ήσαν στο παρελθόν. Και τότε έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς τις συμπεριφορές των ανθρώπων όσο περνούν από τον ένα κόσμο στον άλλο.

Το βιβλίο προτείνει ένα πραγματικό μουσείο ανθρώπινων συμπεριφορών, όλες ιστορικά ελεγμένες. Του αφελή, που πίστευε ωστόσο στις ιδέες του, του προδότη που αναπροσαρμόζεται στις καταστάσεις, του σταθερά αντιδραστικού, του αμφίβολου επαναστάτη, του ρομαντικού, του κυνικού…Κι όλοι τους να συζητούν, στις λέσχες, στα φόρα, στους δρόμους. Για τα πάντα? δηλαδή την πολιτική, την τέχνη, τη θρησκεία, όπως αγαπούσε να κάνει ο 18ος αιώνας, που πριν ακόμα ο κόσμος αλλάξει, αυτός τον είχε ήδη αλλάξει με τις κουβέντες. Τώρα αν η πραγματικότητα που επήλθε τους απογοήτευσε όλους, αυτό κάνει τον κόσμο τους πιο αληθινό. Στο κάτω κάτω η ζωή των ανθρώπων δεν είναι μια κοινωνική θεωρία, αλλά μια υδάτινη πραγματικότητα.

Ο κόσμος της Ισ. Βούλγαρη

Πώς βλέπει όλα τα παραπάνω μια προικισμένη γυναίκα, όταν ο παλιός κόσμος έχει τελειώσει (1817) και ο καινούργιος δεν φέρνει μαζί του παρά μόνο ελπίδες, δηλαδή συναλλαγματικές. Η Ισαβέλλα Βούλγαρη υπήρξε ένα πραγματικό πρόσωπο, λησμονημένο ωστόσο. Χρειάστηκαν μερικές αποσπασματικές παρτιτούρες από όπερες και ελληνικά τραγούδια (του Μάντζαρου μάλιστα), για να επιχειρήσει η συγγραφέας το ταξίδι στον χρόνο της ανακάλυψής της. Ερευνα στα αρχεία, στα έντυπα, τα γενεαλογικά σχεδιάσματα κτλ. Το αποτέλεσμα, η αναβίωση αυτής της γυναίκας. Αρχόντισσας τον καιρό των αρχόντων, πατριώτισσας τον καιρό των πατριωτισμών (βρισκόμαστε στην εποχή του Σολωμού και του ρισοργκιμέντο), συζύγου τον καιρό των ερώτων, πικραμένης τον καιρό των απογοητεύσεων. Οι άρχοντες έχασαν βαθμηδόν τον ρόλο τους, η πατρίδα δεν ελευθερώθηκε όπως ακριβώς το είχαν φανταστεί όσοι πίστεψαν βαθιά σ’ αυτήν την υπέροχη ιδέα, η συζυγική ζωή εμπεριείχε καταναγκασμούς που στέρεψαν τις πηγές του έρωτα και η πολυπόθητη Ενωση (των Επτανήσων) με τη μητέρα πατρίδα (1864) έμοιαζε περισσότερο με παρωδία. Αλλά η πραγματικότητα είναι συχνά πιο πικρή κι από τις απογοητεύσεις.

Μια μητέρα που χάνεται νωρίς, δημιουργώντας απίστευτες ενοχές στην νεαρή κόρη της, δύο παιδιά που πεθαίνουν, ακόμα βρέφη, εξαιτίας του θανατικού, η μεταφορά όλης της τρυφερότητας που περίσσεψε από τον θάνατό τους στα παιδιά που επέζησαν κάνοντάς τα, σχεδόν αυτιστικά, να αποσυρθούν από ένα κόσμο που δεν καταλάβαιναν πια. Τον ρομαντισμό των μέσων του 19ου αιώνα, με τις αποχρώσεις μελοδράματος που τον χαρακτήριζαν, ακολούθησε η σκληρότητα των κτηματικών διεκδικήσεων, οι ταπεινώσεις, τα κουτσομπολιά που ξέρουν τόσο καλά να εκτοξεύουν οι μικρές κοινωνίες.

Δεξιώσεις και δικαστήρια

Η ιστορία ξεκίνησε με δεξιώσεις πρέσβεων των Ξένων Δυνάμεων, κρεμαστούς κήπους και υπέροχα apres-midis, που η αίγλη τους έφθανε ώς τις μακρινές Ινδίες, και τελείωσε σε λερά πρωτοδικεία του ελληνικού κράτους και ταπεινωτικές δίκες. Και όπως πάντα οι μικρές ιδιωτικές ιστορίες μπορούν να κρύβουν άλλες γενικές και δημόσιες, τούτη της Ισαβέλλας Βούλγαρη κρύβει αυτήν του μεγάλου χρόνου, που συνοψίζει η ιστορία του ιερού σκηνώματος του Αγίου και Θαυματουργού Σπυρίδωνος. Πώς από τη Βασιλεύουσα αυτό πέρασε στους Βούλγαρη -ιδιοκτησία λειψάνου ισοδυναμούσε με αριστοκρατική κοινωνική θέση- μια εποχή που η πολιτική κοινωνία κυριαρχούταν από τις ισχυρές οικογένειες για να καταλήξει (πάλι ύσυερα από δίκες) στην Εκκλησία, όταν αυτή δεν χρειαζόταν άλλο τους παλιούς άρχοντες. Πρόκειται για τον κρυφό χρόνο του βιβλίου.

Αυτός ο χρόνος, ο μεγάλος κι ο μικρός, που διαψεύδεται από το αύριο.

(1) Ο Ν. Ε. Καραπιδάκης είναι καθηγητής της Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, τ. Διευθυντής των Γενικών Αρχείων του Κράτους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή