Αφιξη ημιθέων της χορογραφικής τέχνης

Αφιξη ημιθέων της χορογραφικής τέχνης

3' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πιστεύω ότι όπως και η μουσική έτσι και ο χορός δεν εξηγούνται ή επεξηγούνται. Εκ των προτέρων, μάλιστα. Μόνο μουσικολογικά, η μουσική ή «τεχνικά» ο χορός. Στον χορό, ειδικά, και για τον «χορό» τους πολλά ακούσαμε από τους νεότερους χορογράφους – δημιουργούς σε αυτήν την 14η Μπιενάλε Χορού των Καννών. Τίποτε απ’ ό,τι προσπάθησαν να εξηγήσουν ή αναλύσουν, στις συνεντεύξεις Τύπου ή στα έντυπα προγράμματα δεν φάνηκε επί σκηνής. Παρέμειναν όλα αοριστολογίες, διανοητικές ή παραφιλολογικές προφάσεις. Ισως ως προσωπικές διεργασίες να βοήθησαν τη δημιουργική σκέψη του χορογράφου, όμως το αποτέλεσμα ήταν, φαινομενικά, άσχετο. Ετσι, ο Ντενί Πλασάρ με την Compagnie Propos μάς πρότεινε ένα τετραμερές χορο-δρώμενο LOUP (ΛΥΚΟΣ) για 10 χορευτές. Μαζί με 14… ψυγεία, 9 καροτσάκια του σούπερ μάρκετ γεμάτα λαχανικά, ένα σιντριβάνι και πολλά ξερά δεντράκια. Μας είχε μιλήσει για ένα «ποιητικό και ευαίσθητο παιχνίδι γύρω από τον… λύκο». Οι χορευτές μπαινόβγαιναν στα ψυγεία, τα μετέφεραν με ρόδες πέρα-δώθε, φορούσαν μάσκες ή και στολές γελαστών λύκων, κάποια νεολαία στα θεωρεία χαχάνιζε και τσίριζε. Οι όποιες διανοητικες διεργασίες του δημιουργού κατέληξαν να μας φαντάζουν σαν παιδαριώδη και όχι παιδιάστικα καμώματα (Θέατρο Ντεμπισί, 29/11).

Χωρίς κάθαρση

Μας προβλημάτισε σοβαρότατα ο Τζον Τζάσπερς, Αμερικανός που βρήκε στέγη και στην ευρύτερη περιοχή της Λυών. Μονολογούσε στη συνέντευξη για την κοινωνία, τα άγχη της με τα σύγχρονα φαινόμενα – οικονομία, πόλεμος, τρομοκρατία, παγκοσμιοποίηση… σε ερώτησή μου πώς τα μετέφρασε όλα αυτά σε κίνηση, μίλησε για πανικό, για προσπάθεια αναχώρησης από το πάτωμα (έδαφος) και επιστροφή σε αυτό… είδαμε ένα 50΄ δρώμενο αργό, με χορευτές σε slow motioνα σέρνονται, να σηκώνονται, να υψώνουν χέρια και πόδια στον αέρα, μια-δυο στιγμές physical dance ήρθαν σαν ευχάριστη αύρα στον καύσωνα της ανίας.

Εξαιρετικό το ευφάνταστο τεράστιο σκηνικό που υπερίπτατο των χορευτών, αλλά και των θεατών, κάτι σαν νέφος, σαν απειλή, που κάποια στιγμή οι χορευτές κατέστρεψαν χωρίς να υπάρξει, όμως, κάθαρση. Στον ήχο είχαμε ενισχυμένους θορύβους σύγχρονης πόλης όπου γίνονται… έργα – επιστροφή αίσθησης στην κόλαση της Αθήνας! (Θέατρο Νογκά Κρουαζέτ, 30/11).

Στη Λα Μποκά-Καν, ο Πολωνός Στάνισλαβ Βισνιέφσκι, πρώην μέλος του Μπαλέτου της Οπερας της Λυών, που βρήκε φιλόξενη στέγη στην περιοχή Ροδανός – Αλπεις, πρότεινε ωριαία «Τοπία Φεγγαριού». Αυτά τα αντιληφθήκαμε από τις αλλαγές των φωτισμών, ενώ ένας τσελίστας με γυρισμένη την πλάτη στο κοινό συνοδευόταν από μια ηχηρή μαγνητοταινία. Πέντε λευκοντυμένοι χορευτές επιδόθηκαν σε νεοκλασικές αφηρημένες κινησιολογικές φιγούρες. O Στάνισλαβ μας είχε πει ότι «τη στιγμή που του δημιουργείται μια ιδέα για χορογραφία, αμέσως εκτινάσσεται από τα βάθη της ψυχής του κάποια πρόκληση που τον ωθεί, σαν ηχώ, στη σπειροειδή έκδοση του τρόπου έκφρασης, απομακρύνοντας το διάλογο και τις μίξεις» (Πειραματική σκηνή «O Μονόκερως» 1/12).

Στο Παλέ ντε Φεστιβάλ το φως και η λάμψη του ανυπέρβλητου ταλέντου άστραψαν. Λατρεύουμε την Τρίσα Μπράουν, το άτομο, την προσωπικότητά της. Υποκλινόμαστε στο σύνολο της δημιουργικής της πορείας. H ομάδα της, καλύτερη ίσως από κάθε άλλη φορά, ερμήνευσε ένα τρίπτυχο «ιστορικής» σημασίας στην καθολικότερη πορεία της μεγάλης χορογράφου του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Το «Set and Reset» (1983) παραμένει διαμάντι πολύτιμο στο γενικότερο opus της Τρίσα. Σε υψηλή στιγμή έμπνευσης βρέθηκαν εκείνη, η μουσικός Λόρι Αντερσον και ο ζωγράφος Ρόμπερτ Ράουσενμπεργκ στα σκηνικά – βίντεο – κοστούμια. Είναι το έργο που καθιέρωσε διεθνώς την ομάδα και αναγνωρίστηκε η Μπράουν σαν μια μορφή μείζονος σημασίας στον χώρο. Εξακολουθεί να είναι ένα αδιαμφισβήτητο αριστούργημα όπου οι τρεις μεγάλοι συνδημιουργοί αλληλοσυμπληρώθηκαν με σπάνια για την τέχνη τους αποτελέσματα. Ενα μνημείο για το οποίο και μόνο θα άξιζε ολόκληρο το 14ο Φεστιβάλ Χορού των Καννών. Πυρήνας του προγράμματος μια παγκόσμια πρεμιέρα – παραγγελία: «Παρών Χρόνος. (Present Tense). Και πάλι ο εικαστικός χώρος (Ελίζαμπεθ Μάρεϊ), η υπέροχη μουσική του Τζον Κέιτζ από σονάτες και πρελούδια για προετοιμασμένο πιάνο live και η χορογραφία έδεσαν σε ένα νέο αριστουργηματάκι, απολαυστικό, αισιόδοξο, πανέμορφο. Για φινάλε: τζαζ! Από τις «Γοητείες του Νυχτερινού Ουρανού» του Ντέιβιντ Ντάγκλας, η Τρίσα εμπνέεται γι’ αυτό το «Groove and Countermove» του 2000, αποδεικνύοντας περίτρανα ότι μπορεί να χειριστεί με το προσωπικό της γλωσσάρι οποιοδήποτε μουσικό ιδίωμα και να είναι το κάθε έργο εξίσου πρωτότυπο, δυναμικό, χιουμοριστικό ή τραγικό, ανάλογα με την προτίμησή της.

Αποθέωση

Μια τρίπτυχη αισθητική απόλαυση που δικαιολόγησε την αποθέωση με το κοινό ορθό να χειροκροτεί, σφυρίζει και ξεφωνίζει. Το αυτό επαναλήφθηκε, σε κλειστό κύκλο, στη δεξίωση αργότερα στο Καζινό, όταν έφτασε η θεά με το απλό ταγεράκι της (Θέατρο Ντεμπισί, βράδυ, 1/12).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή