Ασαφή τα όρια μεταξύ «έθνικ» και κλασικής

Ασαφή τα όρια μεταξύ «έθνικ» και κλασικής

4' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ολοι έχουν περάσει από εκεί, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. O Χάιντν, ο Μότσαρτ, ακόμα και ο Μπετόβεν, σαγηνεύονταν από τη μυστηριώδη Ανατολή και τα μουσικά της χρώματα. O Μπάρτοκ και ο Κόνταλι κυνηγούσαν παλιά ουγγαρέζικα και ρουμάνικα τραγούδια σε απομακρυσμένα χωριά. O Βον Ουίλιαμς και ο Χολστ, με μια σχεδόν αποικιοκρατική συμπεριφορά, έκαναν επιδρομή σε δημώδη αγγλικά τραγούδια, συλλέγοντάς τα από ταβέρνες και χωράφια και μετατρέποντάς τα σε ορχηστρικά έργα.

Οι κλασικοί συνθέτες έχουν στηριχθεί, συχνά με αρπαχτικό τρόπο, σ’ αυτό που σήμερα αποκαλούμε world music ή μουσική «έθνικ», για να παίρνουν νέες ιδέες και ήχους. Αλλά η world music -τι αμήχανος, υποτιμητικός όρος!- έχει φτάσει πλέον μέσα στην καρδιά της συμφωνικής μουσικής. Το Τρίτο Πρόγραμμα (Radio 3) του BBC καθιέρωσε και φιλοξενεί τα βραβεία World music. Μεταδίδει επίσης προγράμματα που προσφέρουν «έθνικ» μουσική σε ακροατές που πριν από λίγα λεπτά άκουγαν το πρώτο επί παραγγελία έργο ενός σύγχρονου συνθέτη ή κάποιο σχετικώς άγνωστο κομμάτι του Σοστακόβιτς.

Τα περιοδικά κλασικής μουσικής, όπως το BBC Music και το Gramophone, καταγράφουν κι αυτά όχι μόνον την αύξηση κατά 25% στις πωλήσεις CD αυτήν τη χρονιά, αλλά και την άνοδο του ενδιαφέροντος για το είδος αυτό μεταξύ των αναγνωστών τους. Τα περιοδικά αυτά είναι τώρα εξίσου πιθανόν να περιλαμβάνουν κριτικές για μια νέα ηχογράφηση φάντο ή ένα πορτρέτο του Νουσράτ Φατέχ Αλί Χαν, όσο και αναφορές στη νέα δουλειά του Σάιμον Ρατλ πάνω στον Βάγκνερ.

Οι συμφωνικοί μουσικοί, οι συνθέτες και, βεβαίως, οι δισκογραφικές εταιρείες φαίνεται να έχουν επίγνωση αυτής της τάσης. Εχοντας διαπιστώσει την τεράστια επιτυχία που σημειώνουν συνήθως οι «μικτοί» κλασικοί δίσκοι, τα «ποπ-κλάσικ» κουαρτέτα και τα «χαλαρωτικά» άλμπουμ, βλέπουν τώρα με καλό μάτι το ακροατήριο της world music. Πιστεύουν, ίσως, ότι η μουσική που εκφράζει εθνικές παραδόσεις των λαών μπορεί να τους προσφέρει μεγαλύτερη αξιοπιστία, δημοσιότητα και πωλήσεις – όπως έχει γίνει με μερικούς μουσικούς της ποπ και της ροκ. Εδραιώνοντας συνεργασία με μια διαφορετική μουσική κουλτούρα, όπως έκαναν ο Πολ Σάιμον, ο Ντέιβιντ Μπερν και ο Πίτερ Γκάμπριελ, ευελπιστούν ίσως να τονώσουν την προσέλευση κοινού στις συναυλίες.

Πέφτουν τα σύνορα

Είτε συνειδητά γίνεται αυτό είτε όχι, οι φίλοι της συμφωνικής μουσικής σίγουρα θα έχουν ακούσει τον Μάικλ Νάιμαν να συνθέτει για Ινδούς μουσικούς που παίζουν σιτάρ, τον Γιο-Γιο Μα να παίζει με το βιολοντσέλο του βραζιλιάνικη μουσική ή να εξερευνά τη μουσική της κεντρικής Ασίας στο έργο του Silk Road Project, τον βιολονίστα Τζόσουα Μπελ να παίζει λαϊκά μοτίβα μαζί με τον Εντγκαρ Μέγερ, τον Νίγκελ Κένεντι να παίζει γίντις μουσική, τον αβάν-γκαρντ τσελίστα Ντέιβιντ Ντάρλινγκ να ξεκινά περιοδεία στη Βρετανία μαζί με 23 Ταϊβανέζους μουσικούς, τον Ούγγρο συνθέτη Γκιόργκι Λίγκετι να μοιράζεται το προσκήνιο με μια ομάδα πυγμαίων Ακα από την κεντρική Αφρική – λέγοντας πως η μουσική τους είναι πιο πολύπλευρη από τις δικές του μικροτονικές συνθέσεις και πως έχει εμπνεύσει τη δική του δουλειά. Ενώ οι αλλοτινοί συνθέτες απλώς ομολογούσαν ότι επηρεάστηκαν από την παραδοσιακή λαϊκή μουσική, αυτοί οι μαέστροι έχουν απλώσει κανονικά το χέρι τους στις «πηγές».

Με τον τρόπο αυτό, όμως, πατάνε σε μια μάλλον ασαφή συνοριακή γραμμή. Το να συγχαίρεις τους πυγμαίους για τους περίπλοκους ρυθμούς τους ή να συνθέτεις ένα έργο για έγχορδα με βάση την αρχαία μουσική παράδοση μιας απομακρυσμένης κινεζικής περιοχής, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πατερναλισμός ή ακόμα και εκμετάλλευση. Και ενώ οι «καθαρολόγοι» της κλασικής μουσικής μπορεί να ισχυριστούν ότι η «έθνικ» μουσική μολύνει τους συναυλιακούς χώρους, άλλοι πιο κυνικοί ακροατές μπορεί να βλέπουν τα εγχειρήματα αυτά ως απέλπιδες προσπάθειες τόνωσης του ενδιαφέροντος για την περιθωριοποιημένη αγορά της κλασικής μουσικής.

Δημιουργική συνεργασία

Η αλήθεια είναι ότι αυτές οι συνεργασίες είναι, στο μεγαλύτερο μέρος τους, πολύ θετικές για την ίδια τη μουσική. Επιπλέον, αντανακλούν πραγματικά στοιχεία της ίδιας της πολιτιστικής μας ζωής. Στο Μπέρμιγχαμ, που έχει πληθυσμό εθνοτικών μειονοτήτων τριπλάσιο του μέσου όρου στη Βρετανία, διοργανώθηκαν πρόσφατα, σε διάστημα δύο εβδομάδων, συναυλίες ινδικής μουσικής με διευθυντή τον A. P. Ραχμάν, τον συνθέτη του δημοφιλούς μιούζικαλ «Bombay Dreams», βραδιές αραβικού τραγουδιού και ψαλμών σούφι – προγραμματισμός που αντανακλά την πολιτισμική ποικιλότητα της πόλης. Και η Εθνική Ορχήστρα της Ουαλλίας του BBC παρουσίασε με επιτυχία ένα κοντσέρτο για ινδικό φλάουτο «μπανσούρι», στο οποίο επίσης συμμετείχαν Ινδοί δεξιοτέχνες των κρουστών.

Στην εποχή μας των φτηνών και γρήγορων ταξιδιών σ’ όλο τον κόσμο, είμαστε εκτεθειμένοι στη γνωριμία με διαφορετικές μουσικές παραδόσεις, από το ελληνικό ρεμπέτικο και το ισπανικό φλαμένκο μέχρι τη γεωργιανή χορωδιακή μουσική, οι οποίες έρχονται να προστεθούν σαν νέες λέξεις στο μουσικό μας λεξιλόγιο. Τα αφτιά μας ποτέ δεν ήταν πιο έτοιμα να δεχτούν την πρόκληση νέων ήχων και διαπολιτισμικών συναντήσεων. H κλασική μουσική δεν έχει παρά να δει το ροκ και τη μουσική χιπ-χοπ για να διαπιστώσει πόσο δημιουργική μπορεί να είναι αυτή η συνεργασία.

Η Μίσι Ελιοτ έχει συνοδέψει το τραγούδι της με ινδικά έγχορδα, εγκαινιάζοντας μια νέα τάση στον χώρο του ρυθμ εν’ μπλουζ. H Mali Music του Ντέιμον Εϊμπραμς, με τις ζωντανές ηχογραφήσεις από το Μπαμάκο, πέτυχε εκπληκτικά αποτελέσματα. Πριν από 25 χρόνια, στο πρώτο φεστιβάλ WOMAD, οι Echo and the Βunnymeέπαιξαν μαζί με τους Drummers of Burundi. Και τώρα, το νέο ότι η Εθνική Οπερα της Αγγλίας θα εμφανιστεί για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ του Γκλαστονμπέρι με τον «Καλπασμό των Βαλκυριών» του Βάγκνερ, σηματοδοτεί το γεγονός ότι τα όρια μεταξύ κλασικής και «έθνικ» μουσικής έχουν πάψει πλέον να είναι σαφή.

«Παντοδύναμη ομορφιά»

Είτε πρόκειται για τον Ιάπωνα συνθέτη Ρουίτσι Σακαμότο, που ανακαλύπτει την μπόσα νόβα μαζί με τα παιδιά του Αντόνιο Κάρλος Ζομπίμ στο υπέροχα ηχογραφημένο άλμπουμ Casa, είτε για τον Ντέιβιντ Ντάρλινγκ που βρίσκει ομοιότητες στο έργο του πρωτοποριακού συνθέτη Λουτσιάνο Μπέριο με αυτό που αποκαλεί «παντοδύναμη ομορφιά» των Ταϊβανέζων τραγουδιστών Μπουνούν, εκείνο που ισχύει είναι ότι μόνο πλούτο μπορεί να μας προσφέρουν αυτές οι δημιουργικές συναντήσεις και εξερευνήσεις.

Και αν είμαστε τυχεροί, καθώς θα μας φέρνουν στα σταυροδρόμια της συνεργασίας με άλλες μουσικές κουλτούρες, οι συνεταιρισμοί αυτοί μπορεί να καταργήσουν αυτό τον ισοπεδωτικό όρο -world music- και να σβήσουν το world για να μείνει μόνον η μουσική.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή