Αντηχησεις

2' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη Βάνζεε, στις νοτιοδυτικές παρυφές του Βερολίνου, βρίσκεται το καινούργιο μας σπίτι. Από τα παράθυρα αντικρίζουμε κάθε πρωί την παγωμένη λίμνη, μια οπτική απάτη. Τόσο χιόνι την κάνει να μοιάζει με απομίμηση απάτητης πεδιάδας. Μόνο τα φώτα της απέναντης όχθης που δεν αντικατοπτρίζονται πουθενά δημιουργούν τα βράδια ένα ανησυχητικό αίσθημα κενού. Αν ξέρεις ότι οι δυο πλευρές χωρίζονται από νερά, τότε, πού πήγαν οι αντανακλάσεις τους;

Τα Σαββατοκύριακα, οι μεταφυσικές απορίες ατονούν επειδή εμφανίζονται από το πουθενά διάφοροι αθλητικοί τύποι που παίζουν χόκεϊ στον πάγο. Και καθώς ο Μάρτιος βαίνει προς το τέλος του, ανοίγουν μικρές ρωγμές, απειροελάχιστες, αλλά εκεί πάνε και θρονιάζονται σμήνη από πάπιες κι έτσι μπορείς να φανταστείς τη συνέχεια. Το σπάσιμο του πάγου. Την έλευση της άνοιξης. Κι όλες τις υπαίθριες μπιραρίες με τα σαπισμένα ξύλα, να βάφονται και ν’ αποκτούν ζωή ξανά.

Μπορείς όμως και να συμφιλιωθείς με τον πάγο. Να ντυθείς σαν κρεμμύδι, να φορέσεις γαλότσες, να κουβαλάς το παιδί σου στο δάσος με έλκηθρο και ν’ αφουγκράζεσαι τα τριξίματα των κλαδιών που δεν αντέχουν άλλο χιόνι. Κι εκεί, σ’ αυτές τις βόλτες, ίσως καταλάβεις καλύτερα τη γερμανόφωνη λογοτεχνία. Ολες τις εκδοχές. Από τους αδερφούς Γκριμ ώς τον Κλάιστ που αυτοκτόνησε στη Βανζέε κι ώς τον «Πάγο» του Μονιούδη. Ιδίως τα παραμύθια των Γκριμ, με τα οποία μεγαλώσαμε όλοι μας, χωρίς να ξέρουμε τότε ακόμη ότι τα παραμύθια είναι μικρά μυθιστορήματα συναισθηματικής αγωγής, όπως πολύ ωραία τα ορίζει η Μαρτ Ρομπέρ.

Μια μέρα, στο δάσος, είδαμε ένα αγριογούρουνο να τρέχει αλαφιασμένα, ούτε είκοσι μέτρα μακριά. Προφανώς, είχε διασχίσει τις γραμμές του τρένου κι είχε ξεμακρύνει ψάχνοντας για τροφή. Μείναμε άναυδοι, υπνωτιστήκαμε από το αλλόκοτο θέαμα, και δεν προλάβαμε καν να φοβηθούμε. Υστερα θυμηθήκαμε τον «Γενναίο ραφτάκο» που αντικρίζει κι εκείνος ένα αγριογούρουνο: «το στόμα του ήταν ορθάνοιχτο, τα δόντια του άστραφταν θεόρατα και αφροί έσταζαν απ’ το μουσούδι του». Αλλά στα παραμύθια οι ήρωες είναι γενναίοι και αντιμετωπίζουν τις ακατόρθωτες δοκιμασίες με την εξυπνάδα τους. Ετσι και ο γενναίος ραφτάκος παγιδεύει το αγριογούρουνο στην εκκλησία και, φυσικά, παντρεύεται την κόρη του βασιλιά. Αλλά και η Χιονάτη, με δέρμα λευκό σαν του χιονιού, κι ο ζηλιάρης Αλεπούδος με τις εννιά ουρές κι ο Χάνσελ με την Γκρέτελ που ανάβουν φωτιά, βαθιά μέσα στο δάσος, γεννήθηκαν σ’ αυτά τα τοπία.

Κατά περίεργο τρόπο είμαστε εξοικειωμένοι με την βόρεια εικονοπλασία. Κι αυτό πριν ακόμα ενσκήψει η παγκοσμιοποίηση. Οι πρώτες μου αναμνήσεις από εικονογραφημένα βιβλία παρουσιάζουν έλκηθρα σαν κι αυτό με το οποίο σέρνω την κόρη μου. Πρέπει παρόμοιες εικόνες να ζούσαν μέσα μου ζωντανές, αλλά και ματαιωμένες, για να τις αντιμετωπίζω σήμερα με τόση φυσικότητα λες και δρασκελίζω απλώς τοπία των παραμυθιών που μου διάβαζαν κάποτε. Συνειδητοποιώ επίσης, με καθυστέρηση, ότι τα παραμύθια βορεινής καταγωγής ήταν για μας, τους κατοίκους του απομακρυσμένου Νότου, κάτι πέρα για πέρα συμβολικό. Οχι μόνον εξαιτίας των περιπετειών και των αναπαραστάσεων ενηλικίωσης, αλλά ακόμη κι εξαιτίας της θύελλας ή του χιονιά – του άγνωστου, εξωτικού χειμώνα.

Η Μαρτ Ρομπέρ, στη δική της ερμηνεία για την Ωραία Κοιμωμένη του Δάσους, λέει πως πρόκειται για την άνοιξη, ναρκωμένη απ’ τον χειμώνα. Είμαι πρόθυμη να το πιστέψω, επειδή μέσα στο δάσος συνάντησα αγριογούρουνα και κυνηγούς και μικρές καλύβες για να ξαποστάσεις. Ξέρω πώς είναι να τσούζουν τα μάτια από το κρύο και να φοβάσαι μη χαθείς, επειδή δεν μπορείς ν’ αφήσεις στο χιόνι το ίχνος σου. Και θα διακινδυνεύσω μιαν αναγωγή: ο χειμώνας γεννάει λογοτεχνία επειδή γεννάει την ανάγκη της παρηγοριάς που φωλιάζει, σαν τρομαγμένο ζώο, μέσα στην αφήγηση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή