Με μήνυμα… στον τηλεφωνητή

Με μήνυμα… στον τηλεφωνητή

3' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Βασίλη Μυριανθόπουλου – Βαγγέλη Χατζηνικολάου

Μόλις χώρισα

Σκην.: Β. Μυριανθόπουλος

Θέατρο: Λαμπέτη

Υπάρχουν ηθοποιοί οι οποίοι ταυτίζονται με το ρόλο τους. Αλλοι πάλι που κρατούν αποστάσεις από τα σκηνικά πρόσωπα τα οποία υποδύονται προσπαθώντας να διατηρήσουν την όποια προσωπικότητά τους. Να μη συνεχίσω όμως με τους τρόπους και τις σχολές της υποκριτικής γιατί η λίστα θα είναι μακριά. Κι άλλωστε δεν είναι αυτό το θέμα μας.

Στην περίπτωση της «σύγχρονης» κωμωδίας «Μόλις χώρισα» του Βασίλη Μυριανθόπουλου (ο οποίος και σκηνοθέτησε την παράσταση) και του Βαγγέλη Χατζηνικολάου το συγκεκριμένο θέμα μας είναι ο τρόπος που παίζουν οι ηθοποιοί.

Ολοι τους λίγο πολύ. Παίζουν λοιπόν ξέφρενα, αγχωτικά και το κυριότερο μεγεθυμένα και -όπως δείχνουν να θεωρούν οι ίδιοι- νεολαιίστικα στυλιζαρισμένα. Το χειρότερο όμως είναι ότι παίζουν θολά.

Υποτίθεται ότι αυτός είναι ο τρόπος που χαρακτηρίζει την εποχή μας, υποτίθεται ότι οι ηθοποιοί αυτοσαρκάζουν μ’ αυτό τον τρόπο τους ίδιους τους χαρακτήρες που υποδύονται και ότι δίνουν στην πλοκή έναν σβέλτο ρυθμό ο οποίος δεν επιτρέπει την παραμικρή «κοιλιά» στην πορεία της παράστασης. Ετσι δείχνει να νομίζει ο σκηνοθέτης τους.

Ολα αυτά είναι θεμιτά και καλοδεχούμενα. Είναι όμως κι ιδιαίτερα δύσκολα στην πραγμάτωσή τους. Γιατί για να καγχάσεις από τη σκηνή, για να αποκτήσεις ένα γρήγορο ρυθμό, για να ζωγραφίσεις κωμικές καταστάσεις, θέλει -εκτός βέβαια από το θείο δώρο του ταλέντου- να έχεις μάθει και μία άψογη τεχνική. Στην κωμωδία, στην υπερμεγέθυνση των τύπων, στη στυλιζαρισμένη σάτιρα απαιτείται μία τεχνική εκπαίδευση περισσότερο εξοντωτική παρά για άλλα είδη θεάτρου. Πρέπει να γνωρίζεις ακριβώς το τι κάνεις κάθε στιγμή και να το μετράς με το υποδεκάμετρο. Κι ασφαλώς όχι στα κουτουρού.

Αγχος και όχι ευεξία

Στην περίπτωσή μας, στην παράσταση δηλαδή που ο Β. Μυριανθόπουλος σκηνοθέτησε με εννέα νέους ηθοποιούς -και με μία επιθεωρησιακά νεάζουσα μαμά, τη Φωτεινή Ντεμίρη- η θαμπή πιλάλα έχει επικρατήσει απόλυτα, μεταδίδοντας έτσι και στους θεατές μάλλον άγχος παρά χαρμόσυνη ευεξία.

Το «τάιμινγκ», όπως έχει πολιτογραφηθεί πλέον και στην ελληνική θεατρική ορολογία, η αίσθηση δηλαδή του σωστού χρόνου στη ροή της παράστασης, εδώ μοιάζει σαν ένα σφιχτοκουρδισμένο ρολόι που αφήνεται ξαφνικά να καλπάσει ελεύθερα και ασυντόνιστα.

Το έργο το οποίο φέρει τον υπότιτλο «…με μήνυμα στον τηλεφωνητή» που γράφηκε -και πρωτοπαίχθηκε- το 1998 εμφανίζει ήδη τις πρώτες του ρυτίδες. Μόνο μία κοπέλα στο έργο διαθέτει κινητό! Αν είναι ποτέ δυνατό!!! Οι άλλοι χρησιμοποιούν προφανώς το σταθερό, μέσα στο οποίο υπάρχει και το μήνυμα του χωρισμού που στέλνει ένας νεαρός σύζυγος με το πολύ «in» επάγγελμα της εποχής εκείνης(!) που ήταν ραδιοφωνικός DJ. Με τι αλματώδη ταχύτητα γερνάνε πλέον τα έργα που σατιρίζουν την επικαιρότητα…

Ομως και τα σκηνικά της Χριστίνας Κώστα, τα οποία στην κυριολεξία βγάζουν μάτι με την παρδαλή πολυχρωμία τους, πόσο πλησιέστερα βρίσκονται στις εποχές των «παιδιών των λουλουδιών» παρά στο λιτότερο εικαστικά σήμερα…

Αβοήθητοι ηθοποιοί

Τώρα θα ήταν άδικο να αξιολογήσει κανείς τους νέους και ενθουσιώδεις ηθοποιούς (Πρόδρομος Τοσουνίδης, Βασίλης Παλαιολόγος, Αντα Λιβιτσάνου, Αννα Μονογιού, Σάννυ Χατζηαργύρη, Δημήτρης Κουρούμπαλης, Βάσω Γουλιελμάκη, Δημήτρης Ζωγραφάκης, Ασημάκη Αλεξίου) έτσι όπως δείχνουν να έχουν ξαμοληθεί αβοήθητοι από τον σκηνοθέτη τους. Ακόμα και οι σκηνές της παρωδίας της Ηλέκτρας με τα μαύρα (Σάννυ Χατζηαργύρη) που προσφέρουν πλούσιο υλικό για ευφάνταστη επεξεργασία βγήκαν θολά και «στο περίπου», σαν αυτοσχεδιασμός σε σχολική εκδρομή στην τελευταία τάξη του λυκείου.

Κρίμα. Οχι βέβαια πως άλλοτε τα σχετικά πράγματα ήταν πολύ καλύτερα. Ιδια κι απαράλλακτα τα περιγράφει μία θεατρική επιφυλλίδα του Φώτου Πολίτη που δημοσιεύθηκε στο «Νέα Ελλάς» τον Αύγουστο του 1916(!)

Λοιπόν και τότε υπήρχαν περιπτώσεις που: «Σκοπός των Ελλήνων ηθοποιών δεν είναι να ερμηνεύσουν ένα ρόλον, αλλά να αρέσουν εις το κοινόν. Μορφάζουν, στριγγλίζουν, πηδούν, βασανίζονται και ιδρώνουν οι δύσμοιροι, διά να αποσπάσουν μερικά χειροκροτήματα. Αν δεν εφοβούντο την κατακραυγή μιας κοινωνίας η οποία με όλην την ανηθικότητά της τηρεί εν τούτοις από σνομπισμό τα προσχήματα, θα έβαζαν τον Ορέστη να χορεύση καίηκ-ουώκ με την Ιφιγένεια κατά την στιγμή της αναγνωρίσεως…»

Πού να φανταστεί βέβαια εκείνος ο καλός θεατράνθρωπος τι θα γινόταν όταν, μετά από ενενήντα χρόνια, η «ανήθικη κοινωνία» μας δεν νιώθει καμιά απολύτως διάθεση να τηρήσει κανένα απολύτως πρόσχημα. Ασφαλώς και δεν αναφέρομαι στα συμπαθητικά παιδιά του «Θεάτρου Λαμπέτη». Μάλλον τους νεωτεριστές της Επιδαύρου εννοώ. Γι’ αυτούς, όμως, θα τα πούμε αργότερα μέσα στο καλοκαίρι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή