Το πρόσωπο της Ινδίας

4' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οσο περίεργο κι αν φαίνεται, πρέπει όμως να ειπωθεί εξαρχής. O Αμάρτια Σεν είναι Ινδός. Πολίτης της χώρας εκείνης. Ενώ οι περισσότεροι συμπατριώτες του που κατόρθωσαν να ζήσουν για πολύ έξω από την Ινδία, προσπαθούν να γίνουν πολίτες της χώρας όπου πήγαν (Βρετανία, Αμερική, Καναδάς, Αυστραλία), ο Σεν για τον οποίο λέγεται ότι σκληρά πολέμησαν να κρατήσουν το Κέμπριτζ και το Χάρβαρντ, αυτός προτίμησε να κρατήσει το γαλάζιο, ινδικό διαβατήριό του, παρά 50 χρόνων πνευματικά κατορθώματα σε ολόκληρο τον κόσμο.

Πέρα από τα στερεότυπα

Ο κάτοχος αυτός του βραβείου Νόμπελ για την Οικονομία (1998) κάθε χρόνο επιστρέφει στη Σαντινικετάν, μια μικρή πανεπιστημιούπολη, 100 μίλια έξω από την Καλκούτα. Εκεί τον βλέπει κανείς, πάνω στο ποδήλατό του, να μιλάει φιλικά και άνετα με τους γείτονες και τους μαγαζάτορες. Είναι βαθιά ριζωμένος στον τόπο που τον ανέθρεψε και τον μεγάλωσε. Και νοιάζεται για τις έννοιές του.

Λίγοι έχουν περισσότερες εγγυήσεις να γράψουν για την Ινδία και την προσωπικότητά της, απ’ όσες αυτός· τώρα ιδιαίτερα, που το στερεότυπο της Ινδίας ως μιας χώρας εξωτισμού και μυστηρίου υποχωρεί μπροστά στην εικόνα της Ινδίας ως παραποτάμου του κόσμου. Σε αυτό τον τόμο με τίτλο «Ενας Ινδός με επιχειρήματα. Κείμενα για την ιστορία, τον πολιτισμό και την ταυτότητα της Ινδίας» που κυκλοφόρησε πρόσφατα (Αλεν Λέιν, 409 σελ., 25 στερλίνες), ο Σεν ανατρέπει πολλά στερεότυπα και τοποθετεί την ιδέα της Ινδίας και του προσώπου της μέσα στο σωστό, άξιο πλαίσιό τους. Κεντρική θέση στην αντίληψή του τής Ινδίας κατέχει, καθώς γράφει ο Σούμια Μπατατσάρια στην «Ομπζέρβερ», η μακρά ινδική παράδοση του λόγου και του αντίλογου, του πνευματικού πλουραλισμού και της γενναιοδωρίας που διατρέχουν την ιστορία του τόπου. Και δεν φείδεται των ψευτοεικόνων εκείνων της Ινδίας που έχουν καλλιεργηθεί στη Δύση.

Μιλώντας, π.χ., για την ινδική δημιουργία, προειδοποιεί εναντίον δύο κινδύνων: ότι η δημοκρατία είναι ένα δυτικό δώρο που απλώς δέχθηκε η χώρα όταν έγινε ανεξάρτητη· και ότι υπάρχει κάτι το μοναδικό στην ινδική ιστορία που την καθιστά εξαιρετικά, εστία δημοκρατίας. H αλήθεια είναι πολύ πιο σύνθετη και κάπου ανάμεσα στις δύο αυτές απόψεις. O Σεν απορρίπτει την εύκολη περιγραφή της Ινδίας από τη Δύση, ότι πρόκειται για μια χώρα κυρίως ινδουιστική και παρόμοια απορρίπτει την απομονωτική στάση της ινδουιστικής Δεξιάς που κυβερνούσε την Ινδία από το 1999 ώς το 2004.

Περί ινδουισμού

Με τη βοήθεια παραδειγμάτων από τη διδασκαλία και τη ζωή αυτοκρατόρων σαν τον Αχμπάρ και τον Ασόκα και εικόνων από τα κλασικά έπη Μαχαμπχαράτα και Ραμαγιάνα, αλλά και από πληθώρα άλλων πηγών, ο Σεν αναπτύσσει τη θεωρία περί του ινδουισμού ως μιας μάλλον περιεκτικής φιλοσοφίας αντί μιας απομονωτικής, διαχωριστικής θρησκείας. H θεωρία τούτη είναι και ώριμη αλλά και γενναιόδωρη ώστε να μπορεί να δέχεται και τις διαφορετικές απόψεις, ακόμη και τον βαθύ σκεπτικισμό. Και αντίθετα προς τις στενόμυαλες, φανατικές εκδοχές που επικρατούν σήμερα σε ορισμένα τμήματα του κινήματος Χιντούτβα.

Ο θερμός και βαθύς τόνος της φωνής του Αμάρτια Σεν πουθενά αλλού δεν διακρίνεται τόσο καλά, όσο στα δύο κείμενα για δύο μορφές του ινδικού πολιτισμού που αναδεικνύουν εξαιρετικά τα μόνιμα χαρακτηριστικά του. Το ένα είναι για τον ποιητή Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ, το μόνο ινδικό Νόμπελ Λογοτεχνίας. «Οταν πεθαίνουν οι ποιητές», είχε γράψει ο Μάρτιν Εϊμις για τον Φίλιπ Λάρκιν, «συνήθως διατυπώνονται βιαστικές κρίσεις, εκτιμήσεις, επανεκτιμήσεις και αντιδράσεις». Στην περίπτωση του Ταγκόρ που στη Δύση είναι κυρίως γνωστός ως ποιητής, μολονότι έγραψε διηγήματα, μυθιστορήματα, θεατρικά και δοκίμια, τούτο συνέβη και στη διάρκεια της ζωής του. Οι πρώτοι υπέρμαχοί του, ο Εζρα Πάουντ και ο Γ. Μπ. Γιέιτς κατέληξαν να τον απορρίπτουν δηκτικά και η φήμη του Ταγκόρ έφθινε εκτός Ινδίας. Για τον Σεν είναι μεν πρόβλημα ότι η γλώσσα του Ταγκόρ δεν μεταφράζεται εύκολα, αλλά ο κύριος λόγος για την αρνητική στάση του Πάουντ, του Γέιτς κ.ά., είναι ότι ο Ταγκόρ, από ένα σημείο κι έπειτα, δεν ταίριαζε στο δικό τους στερεότυπο περί μιας εξωτικής, μυστικής Ανατολής. Ηθελαν ένα ιεροφάντη και σοφό και αδυνατούσαν να καταλάβουν τη ρασιοναλιστική, ανθρωπιστική, φιλελεύθερη πλευρά του.

Το δεύτερο αφορά τον σκηνοθέτη Σαταγίτ Ρέι, μία από τις μεγαλύτερες μορφές του ινδικού κινηματογράφου. Δεν ήταν μόνο σκηνοθέτης του «Πάντερ Παντσάλι», αλλά και προικισμένος συγγραφέας, ζωγράφος, μουσικός, αενάως κινούμενος μεταξύ της ινδικής κλασικής μουσικής και της Δυτικής κλασικής. Μολονότι οι ταινίες του έχουν βραβευθεί σε Κάννες, Βενετία και Βερολίνο, ουδέποτε σε αυτές προώθησε μια εξωτική εικόνα της Ινδίας. Αλλά μια αυθεντική εικόνα της. Και το έκανε αυτό, πετυχαίνοντας μια σύνθεση των διαφορετικών και ετερόδοξων παραδόσεών της. Ηθελε να μάθει από άλλους πολιτισμούς και να συγκεράσει τα διδάγματα με τον δικό του πολιτισμό. «O Σαταγίτ Ρέι μας δίδαξε», γράφει ο Σεν, «ότι η υπερηφάνεια μας βρίσκεται στην ποικιλομορφία και τη γενναιοδωρία μας. Και το μάθημα αυτό είναι σημαντικό για την Ινδία. Και την Ασία και τον κόσμο».

Καθοριστικό βιβλίο

Η άποψη για την Ινδία ποτέ δεν υπήρξε πιο άμορφη από τώρα, μεταξύ των Δυτικών, αλλά και μεταξύ των Ινδών των ίδιων. Το βιβλίο τούτο προσφέρει ένα πλαίσιο συγκερασμού των διαφορών. Επρεπε να γραφτεί και δεν θα είναι απορίας άξιο αν αποδειχθεί τόσο καθοριστικό όσο ο «Οριενταλισμός» του Εντουαρντ Σαΐντ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή