Διπλή ασκητική διδασκαλία

3' 43" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο εξαιρετικό από εκδοτικής πλευράς αυτό βιβλίο μας προσφέρονται δύο επίπεδα λόγου, γραφής και εμπειρίας: του αββά Ησαΐα ασκητή στην έρημο γύρω στον 4ο με 5ο αιώνα (δες Πρόλογο πατρός Πλακίδα) που η γραφή του απηχεί συνθετικά «τη διδασκαλία των πρώτων μοναχών της Αιγύπτου» και -δεκατέσσερις αιώνες μετά- του γέροντος Αιμιλιανού, που «εμφυσά» τρόπον τινά στα γραπτά του Ησαΐα, με τη φωνή του και τους λόγους τoυ – πρόκειται για απομαγνητοφωνημένες προφορικές κατηχήσεις. Με λόγο τολμηρό, ευέλικτο, διεισδυτικό ο π. Αιμιλιανός συνομιλεί πραγματικά με τους λόγους του αββά, εμβαθύνει και επεξηγεί μέσα από την κοινή τους εμπειρία που είναι ολοφάνερη.

«Εν πόνω καρδίας»

Θα σταθώ σε δύο αποσπάσματα του π. Αιμιλιανού.

Το πρώτο: ««Εν πόνω καρδίας» σημαίνει: ό,τι κάνω να είναι μια αφαίρεσις του εαυτού μου, μια άρνησις του είναι μου, να μου κοστίζη· και επειδή η άρνησις σχετίζεται με την καρδιά, γι’ αυτό λέγεται «εν πόνω καρδίας». Να παρακαλώ λοιπόν τον Θεό με μία αφαίρεσι» (σ. 16-17).

Ο π. Αιμιλιανός μας λέει ότι τα ουσιαστικότερα πράγματα στη ζωή του μοναχού και κατ’ επέκτασιν του ανθρώπου που τον ενδιαφέρει η πίστη και το νόημα της ύπαρξης περνούν από πόνο καρδίας, έναν «περιορισμό» που επιβάλλω πάνω μου, μια πάλη με τον εαυτό μου, για να μη τον αφήσω να επεκτείνει τη λάθος υπόστασή του, αυτήν που μετέχει της Πτώσης και που ανακυκλώνεται αμαρτάνοντας ή γιγαντώνοντας το εγωτικό μέρος της. Λέει παρακάτω «να παρακαλεί τον Θεόν με μια αφαίρεσι» εναρμονίζοντας την αφαιρετική διαδικασία που ο χριστιανός άνθρωπος εφαρμόζει στο νου για να φτάσει στην αλήθεια του Θεού: φτάνουμε αφαιρώντας, και αυτό στη θεολογία των Πατέρων και όσων τους ακολουθούν λέγεται αποφατισμός. Γιατί, αφού ο Θεός είναι ο ολότελα Αλλος, πώς μπορώ να τον κλείσω σε «κατηγορίες» σκέψης, σε ορισμούς, σε χαρακτηρισμούς, που από το ίδιο το «είναι» Του τις υπερβαίνει; Ενεργώντας λοιπόν «αναλογικά» αφαιρώ τον εαυτό μου (τον σημαδεμένο από την Πτώση), που φέρει μέσα του τα σημάδια του παλαιού ανθρώπου (βαφτισμένου ωστόσο και φέροντος τη Χάρη, στις περισσότερες φορές όμως αφήνοντάς την ανενεργό), για να τον απαλλάξω από τα χαλασμένα κομμάτια του. Οπως ένας γλύπτης, που αφαιρώντας από το υλικό του το οδηγεί στην αληθινή μορφή που υπάρχει «δυνάμει» σε αυτό. Αυτό το «δυνάμει», το μη φανερωμένο, ή μη ενεργοποιημένο ή λησμονημένο είναι αυτό που ονομάζει «έσω άνθρωπο», όρος που έρχεται επίσης από τους Πατέρες.

Ο θάνατος

Το άλλο μεγάλο ζήτημα που θίγεται στο βιβλίο είναι ο θάνατος. Διαβάζουμε: «Ο θάνατος είναι η ενεργοποίηση της δυνάμεως που έχει μέσα του ο άνθρωπος προς τον Θεόν, η εξωτερίκευσις της εντάσεως του πόθου και της αγάπης του προς Αυτόν. Οσοι το ξεχνούν αυτό είναι, ως επί το πλείστον, βαριεστημένοι […], διότι δήθεν δεν απολαμβάνουν τον Θεόν. Επιδιώκουν να λάβουν ό,τι ζητούν, αλλά ξεχνούν ότι αυτό δεν είναι ο σκοπός της ζωής μας. Σκοπός μας είναι η αιωνιότης εν τη αληθινή ζωή, τη εν Χριστώ. Το πότε θα μας επισκεφθή ο Θεός είναι υπόθεσις της χάριτος και της οικονομίας του Θεού» (σ. 22).

Να λοιπόν πώς ο π. Αιμιλιανός αναποδογυρίζει τα πράγματα και βάζει στη θέση του θανάτου την αιωνιότητα. Από τον καιρό του Σωκράτη η φιλο-σοφία είναι «μελέτη θανάτου», που σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν βγαίνει σε κανένα φως με άλλο τρόπο. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος θαυμάζει το γεγονός ότι οι αρχαίοι το είχαν συλλάβει, πράγμα που βέβαια διευκόλυνε το «πέρασμα» στην Εκκλησία για όσους τους καιρούς εκείνους είχαν αρχαιοελληνική προπαίδεια «μελέτης θανάτου». Ο «μέσα ή έσω άνθρωπος» διευρύνεται εν Χριστώ, καθαίρεται διά της χάριτος (τα σχετικά στον Συμεών τον Νέο Θεολόγο), οικειώνεται τη διάσταση του αιώνιου και ξεκολλάει από τα σχήματα της φθοράς και της διαίρεσης, το κομμάτιασμα του χρόνου και τον θανατόπληκτο εαυτό.

Προσηλώνοντας το νου στο θάνατο αγγίζουμε, εννοεί ο Αιμιλιανός, την αρχέγονη κατάστασή μας: την «εκ του μηδενός» δημιουργία, ότι δηλαδή ο Θεός μας φέρνει στη ζωή από την ανυπαρξία. Αλλά και τη σχέση μας μαζί Του πριν από την Πτώση. Εάν βέβαια «Σκοπός μας είναι η αιωνιότης εν τη αληθινή ζωή, τη εν Χριστώ». Ο κόμπος εδώ βρίσκεται. Αν δεν υπάρχει αυτό στον ορίζοντα, μένει ο θάνατος ως άρνηση, σκοτισμός, άβυσσος, αδιέξοδο, θλίψη κ.λπ., χωρίς καμιά αιωνιότητα και καμιά ανάσταση (όταν δεν γίνεται «φυτολογία»). Ετσι κλείνει ο ορίζοντας και ο άνθρωπος γίνεται «ψυχο-παθής», έμπλεος δηλαδή παθών, παθημάτων, επιθυμιών και διανοημάτων που καλλιεργούν ένα ατομοκεντρικό αδιέξοδο και συχνά τη φυγή από την πραγματικότητα ή την καταφυγή σε φανταστικούς κόσμους.

Το βιβλίο αποτελεί σπουδαία αφορμή, ασφαλώς επίπονη, για μια σε βάθος ψηλάφηση του εαυτού μας και μια εκ νέου «ανακάλυψη» της χριστιανικής παράδοσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή