Ενα Βλεμμα

3' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε τι διαφέρει μια φοιτητική συγκέντρωση σε αμφιθέατρο πανεπιστημίου από ένα ντέρμπι σε κλειστό γήπεδο – λ.χ. στον Τάφο του Ινδού, αν υπήρχε; Σε τίποτε, αν κρίνουμε από την πρόσφατη εικόνα των οπαδών της ΔΑΠ, που στόλιζαν εν ανθηρώ Ελληνι λόγω τον αντίπαλο σέντερ φορ Γιώργο Παπανδρέου, κουνώντας τα χέρια όπως αρμόζει σε ντέρμπι αιωνίων.

Στην κερκίδα-αμφιθέατρο εδέσποζε ο υπουργός Πολιτισμού Γιώργος Βουλγαράκης, σε άλλο ρόλο τούτη τη βραδιά, δίνοντας τον τόνο, κρατώντας τον ρυθμό, συμμεριζόμενος το πάθος – προφανώς θυμόταν τα νιάτα του, τις ημέρες στα αμφιθέατρα, και χαιρόταν διπλά που τώρα ήταν υπουργός, δηλαδή οι κόποι απέδωσαν, και επιπλέον η παράταξή του δεν ήταν χλευαζόμενη μειοψηφία, όπως τότε, αλλά θριαμβεύτρια και κυρίαρχη.

Πολλαπλώς κυρίαρχη. Η νοοτροπία εννοώ, το ελληνιστί λάιφ στάιλ: Το γήπεδο, ο όχλος, το γιούχα, κυριαρχούν εις άπασαν την επικράτεια της Φρεντοφραπεδούμπας. Είναι ο κυρίαρχος πολιτισμός. «Ετσι γ… η Ελλάς». Αυτό το πνεύμα, αυτό το Zeitgeist συνέλαβε προσφυώς ο αρμόδιος υπουργός και πλειοδότησε: Χώσ’ τα μεγάλε! Κορυφαίε! Ατελείωτε…

Σαν διαφήμιση του Πάμε Στοίχημα. Σαν την αρένα των αριθμημένων VIP στο Καραϊσκάκη, με τους άρχοντες του εκσυγχρονισμού στην τακτική επίδειξη φιλάθλου πνεύματος. Σαν την Ελλάδα, σήμερα: εκτενείς φρέντο, κινητά για τζουτζούκες, μερική απασχόληση, κολυβομάστερ Βρετανίας, πιέσεις για διορισμό. Και κάτω από τη λαμπερή φλούδα του κουλ ατομοκυνισμού, τι; Ανασφάλεια, μοναξιά, ραγισμένες καρδούλες, τρυφερά παιδιά και ανώριμοι τριαντάρηδες, κοπελίτσες που λαχταράνε στεφάνι και αντράκια που τρέμουν τις κοπελίτσες του διπλανού γραφείου.

Δεν μπορώ να καταδικάσω μονοκοντυλιά τους εικοσάχρονους της ΔΑΠ που ούρλιαζαν σαν χούλιγκαν. Ναι, ήταν χούλιγκαν εκείνη τη στιγμή. Ηταν όχλος, αγριεμένος και άξεστος. Ναι, φταίει αυτός που αφήνεται να γίνει ένα νούμερο στο κοπάδι. Αλλά ας δούμε και το υπόδειγμα, τι λατρεύεται επισήμως σήμερα: ο πλούσιος, ο αποτελεσματικός, ο διασυνδεμένος, ο με τυπικά προσόντα, ο μέσα στα κόλπα, όποιος ανήκει στο κυρίαρχο κλαν. Αυτά ζητούν οι εργοδότες, λίγο-πολύ, αυτά προβάλλουν υποδορίως οι διαφημίσεις, αυτά αποθεώνει η τηλεόραση του ριάλιτι, αυτά διδάσκουν οι πολιτικοί ηγέτες με την καθόλου στάση τους, αυτά διδάσκει κοτζάμ κοινωνία της αγοράς. Τι θέλεις να γίνεις παιδί μου, όταν μεγαλώσεις; – Πλούσιος και διάσημος…

Οι φοιτητές που πεταλούδιζαν ως όχλος στις τηλεοράσεις δείχνουν πόσο αλαφιασμένοι και απρόσωποι νιώθουν, πόσο λαχταρούν να ανήκουν σε κάποιο κλαμπ νικητών, πόσο λίγο σίγουροι νιώθουν για τους εαυτούς τους και τις δυνάμεις τους. Οσφράνθηκαν το Εξω κι ένιωσαν ηττημένοι προτού καν πολεμήσουν· διάλεξαν τη θέρμη του μαντριού, διάλεξαν τσοπάνη.

Εξω παραμονεύει ο λύκος της αγοράς και του ασίγαστου ανταγωνισμού· θα μείνουν μέσα, στο πανεπιστήμιο, στο κόμμα, στην οικογενειακή εστία, όσο μπορούν να το τραβήξουν. Θα αναβάλουν, θα παρατείνουν. Θα ξεπροβάλουν μόνο αν βρεθεί μια θεσούλα. «Κύριε βουλευτά, διορισμό ζητάμε, όχι δουλειά…». Το Μέσα της παράταξης υπόσχεται αμυδρά διορισμό.

Αμφιθέατρο του μελαγχολικού όχλου, ποιμένας αμνών και υπουργός Πολιτισμού, προτσαλακωμένα όνειρα, απέραντο γήπεδο, χαμένα στοιχήματα προτού καν διατυπωθούν, ευάλωτα εφηβάκια μασκαρεμένα σε χούλιγκαν… Μια μικρή Ελλάδα έπαλλε μες στον ανήλικο ορυμαγδό: η Ελλάδα των ενηλίκων, υπουργών, ταγών, επισκόπων, δικαστών, μανατζαρέων και πλουσίων. Η Ελλάδα της αυθάδειας και της απληστίας. Της εν τω βάθει απάθειας.

Από την έκπληξη στην οργή, και από την οργή στην επιτίμηση· κι από κει, βαθμηδόν, σε μια λεπτή μελαγχολία, και στην επίνοια. Μικρογραφία είναι οι φοιτητές και ο υπουργός-ποιμένας, μικρογραφία του ευρύτερου και διάχυτου, ενός χείμαρρου που απειλεί και απλώνεται. Ομως δεν κυριαρχεί. Υπάρχουν και οι άλλοι, οι πολύ περισσότεροι, οι σιγαλοί. Μας το βεβαιώνει ένας ευπατρίδης στοχαστής, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος με τους στίχους του: «Το δρόμο που αιώνες τώρα ακολουθήσαν / Μονάχα αυτοί πιστά (το φτωχολόι / Της άμοιρης πατρίδας) στο δοκίμι / Το χαλεπό δοσμένοι της ανάγκης / Δίχως ν’ αλλάξουν ιώτα εν ή μία κεραία» (Θαλάσσια ξύλα).

Φτωχολόι της άμοιρης πατρίδας είναι κι αυτά τα σκιαγμένα τα κραυγάζοντα. Και φοβούνται περισσότερο απ’ όλους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή