Λος ολβιδάδος *****

2' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σινεφίλ

Σκηνοθεσία: Λουίς Μπουνιουέλ.

Ερμηνεία: Ρομπέρτο Κόμπο, Εστέλα Ιντα, Αλφόνσο Μεχία, Μιγκέλ Ικλάν.

Τo «Λος ολβιδάδος», που σημαίνει «οι ξεχασμένοι», είναι ένα κορυφαίο έργο του Λουίς Μπουνιουέλ. Γυρίστηκε το 1950 στο Μεξικό, όπου ο Ισπανός εμιγκρέ είχε εγκατασταθεί από το 1946, και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η απάντηση του πρωτοπόρου σουρεαλιστή σκηνοθέτη στον νεορεαλισμό. Το «Λος ολβιδάδος» ξεκινάει από τον κοινωνικό ρεαλισμό, περιγράφοντας την αθλιότητα της ζωής σε μια παραγκούπολη στις παρυφές της Πόλης του Μεξικού, αλλά στην πρώτη στροφή ξεφεύγει από τη στείρα ρεαλιστική καταγραφή. Στρέφεται στη φαντασία και στο όνειρο για να ανακαλύψει το παράλογο που διέπει την ανθρώπινη συμπεριφορά, πάντα κάτω από τις συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες.

Εχει για ήρωες φτωχοδιάβολους, ξεχασμένους στο περιθώριο. Ζητιάνους, σακάτηδες, αλητόπαιδα που ζουν στους δρόμους και δεν διστάζουν να κλέψουν, να προδώσουν ή να σηκώσουν μια πέτρα και να χτυπήσουν μέχρι θανάτου κάποιον όμοιό τους.

Ο Μπουνιουέλ, ως συνήθως, δεν ηθικολογεί. Μπερδεύεται με την ευελιξία και την οξυδέρκεια ενός ντοκιμαντερίστα ανάμεσα σε τύπους του κοινωνικού περιθωρίου και δημιουργεί μια τοιχογραφία «τεράτων». Παρακάμπτει την συγκίνηση του τυπικού νεορεαλιστικού δράματος και κρατάει διακριτικά αποστάσεις από την κοινωνική καταγγελία, όταν αποκαλύπτει την τραχύτητα της ζωής. Δεν τον απασχολεί το πώς θα ήταν η εικόνα ενός καλύτερου κόσμου, αλλά το πού μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο η δυστυχία αυτού του κόσμου, ο οποίος απλώνεται μπροστά στον φακό της κινηματογραφικής μηχανής και αποτυπώνεται αριστοτεχνικά στο σελιλόιντ από τον κορυφαίο μάστορα της ασπρόμαυρης φωτογραφίας Γκαμπριέλ Φιγκερόα.

Στο κέντρο του μπουνιουελικού σύμπαντος βρίσκεται ο Χάιμπο, ένας έφηβος που έχει αποδράσει από τις φυλακές. Ενας τρυφερός «άγριος», που επιστρέφει στον φυσικό του χώρο: το πεζοδρόμιο. Ο Χάιμπο αφήνει πίσω του την παιδική ηλικία και φεύγει προς τον άγνωστο κόσμο των μεγάλων με την ορμή που του δίνει η δίψα για εκδίκηση και κυριαρχία. «Μπαίνει στη γειτονιά του, όπως η αυγή μπαίνει στη νύχτα για να αποκαλύψει τη μορφή των πραγμάτων, το χρώμα των γάτων, το σωστό μέγεθος των μαχαιριών στη σωστή δύναμη των χεριών. Ο Χάιμπο είναι ένας άγγελος, και μπροστά του ο καθένας δεν μπορεί παρά να εμφανιστεί όπως είναι στα αλήθεια. Είναι αυτός που προκαλεί τον ταύρο, και λίγο τον νοιάζει αν ο θάνατος θα ‘ρθει και για τον ίδιο. Αυτό που έχει σημασία είναι το ξέφρενο γιουρούσι, η κολασμένη ομορφιά των κεράτων, που με ένα τίναγμα εγείρουν τον λόγο της ύπαρξής τους», γράφει ο Χούλιο Κορτάσαρ σε ένα σημείωμά του για την ταινία.

Το 1951 το «Λος ολβιδάδος» προβλήθηκε στις Κάννες και βραβεύτηκε για τη σκηνοθεσία του. Στο ίδιο φεστιβάλ παρουσιάστηκε επισήμως πέρυσι τον Μάη η ανακαινισμένη τεχνικά επανέκδοσή του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή