Μετά τον «Κώδικα», ώρα για σινεμά

Μετά τον «Κώδικα», ώρα για σινεμά

2' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η πρώτη καλή ταινία του διαγωνιστικού τμήματος του 59ου Φεστιβάλ των Καννών έρχεται από έναν σκηνοθέτη με πλούσια φεστιβαλική παράδοση και ιδιαίτερη γραφή. Ο Κεν Λόουτς, που στις περισσότερες ταινίες του στρέφει την κάμερα σε σύγχρονες κοινωνικές ιστορίες με πολιτικό χρώμα, παρουσίασε το «Ο άνεμος που σηκώνει το κριθάρι» («The wind that shakes the barley»), μια ταινία εποχής, η οποία εστιάζει στην ιστορία μιας ομάδας επαναστατών στην Ιρλανδία του 1920, που δημιουργήθηκε με στόχο την ανεξαρτησία της χώρας από τη Βρετανία και εξελίχθηκε στον ΙRΑ.

Ο Λόουτς δεν διστάζει να ασχοληθεί με θέματα που έχουν αγκάθια και να τα παρουσιάσει χωρίς φίλτρο, που να «στρογγυλεύει» τα γεγονότα. Από τις πρώτες κιόλας σκηνές της ταινίας, οι Βρετανοί στρατιώτες εμφανίζονται να φέρονται εξαιρετικά βίαια, να παρενοχλούν και να δολοφονούν για ασήμαντη αφορμή. Είναι μια μάλλον τολμηρή προσέγγιση του θέματος από τον Λόουτς, καθώς παρουσιάζει μια σκοτεινή πλευρά της βρετανικής ιστορίας, που έχει ακόμη ανοιχτά ζητήματα με τις επιμέρους περιοχές που τη συνθέτουν.

Στο σενάριο, που έγραψε ο μόνιμος συνεργάτης του Λόουτς, Πολ Λάβερτι, ο νεαρός γιατρός Ντέμιαν (Κίλιαν Μέρφι), ο οποίος ετοιμάζεται να αφήσει την πατρίδα του για να δουλέψει στο Λονδίνο, μένει πίσω έπειτα από την αναίτια δολοφονία ενός 17χρονου φίλου του από Βρετανούς στρατιώτες. Με τον αδελφό του σχηματίζει μια ομάδα που αρχίζει έναν αντάρτικο αγώνα, που θα κορυφωθεί με σαμποτάζ, προδοσίες, φυλακίσεις και εκτελέσεις. Ακόμη όμως και οι πιο αγνές επαναστάσεις έχουν τη μαύρη σελίδα τους. Ετσι η αρχική μαχητικότητα θα μετριαστεί από την πλευρά κάποιων ηγετών. Η ανακωχή και η πρώτη συμφωνία -περιορισμένης- ανεξαρτησίας της Ιρλανδίας από τη Βρετανία θα φέρει αντιμέτωπους αδελφό με αδελφό. Ο Λόουτς έχει συγκεντρώσει ένα καλό καστ (μαζί με τον Μέρφι, οι Πάντρεκ Ντιλάνι, Λίαμ Κάνιγχαμ, Ορλα Φιτζέραλντ) και έχει δώσει με ωραία φωτογραφία το κλίμα μιας εποχής, που συνδυάζει τον ιδεαλιστικό αγώνα με τις παρενέργειες της πολιτικής.

Το «Θερινό ανάκτορο» («Summer palace»), η κινέζικη συμμετοχή στο διαγωνιστικό πρόγραμμα, που υπογράφει ο Λου Γιε («Πορφυρή πεταλούδα»), είναι κατά το ήμισυ μια πολύ όμορφη και αισθησιακή ερωτική ιστορία. Από τη μέση και μετά όμως χάνει τον δρόμο της και δίνει στον θεατή την εντύπωση ότι παρακολουθεί δύο διαφορετικές ταινίες. Στην Κίνα του 1988, η Γιου Χονγκ, μια 18χρονη κοπέλα, αφήνει το χωριό, την οικογένεια και τον φίλο της για να σπουδάσει στο Πεκίνο. Εκεί θα πειραματιστεί με τις σχέσεις και τον έρωτα. Η σχέση της με έναν φοιτητή, τον Ζου Γουέι, θα φέρει στη ζωή της ένταση αλλά και απογοήτευση, ενώ παράλληλα διαδραματίζονται οι διαμαρτυρίες των φοιτητών στην Τιενανμέν. Ο Λου Γιε είναι εξαιρετικός κινηματογραφιστής και έχει γυρίσει την ταινία με εντυπωσιακή κίνηση της κάμερας, γρήγορο μοντάζ και ερωτισμό, συνδυασμό που σπάνια εμφανίζεται στο ασιατικό σινεμά. Η ταχύτατα μονταρισμένες πρώτες εμπειρίες της Γιου Χονγκ στο πανεπιστήμιο θυμίζουν το «Fame», ενώ η ερωτική ιστορία θα μπορούσε να είναι μια διανοούμενη εκδοχή του «Breakfast Club». Ολα αυτά, όμως, μόνο μέχρι τη μέση. Στο υπόλοιπο της ιστορίας, οι μισοί από τους ήρωες αναζητούν την τύχη τους στο Βερολίνο και η ταινία ψάχνει μια κατεύθυνση που αδυνατεί να βρει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή