Νιλ Γιανγκ: Να δικαστεί ο Τζορτζ Μπους

Νιλ Γιανγκ: Να δικαστεί ο Τζορτζ Μπους

5' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εχει περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φορά που ο Νιλ Γιανγκ έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη σκηνή της μουσικής διαμαρτυρίας. Τον περασμένο μήνα, όμως, καθώς στην αμερικανική τηλεόραση και στο Ιντερνετ, στις εφημερίδες και στα μουσικά περιοδικά συζητούνταν το καινούργιο του άλμπουμ «Living With War», ο Καναδός μουσικός που ζει στις ΗΠΑ εδώ και 40 χρόνια έγινε έμβλημα της μεγάλης μεταστροφής της κοινής γνώμης εναντίον του πολέμου στο Ιράκ και της κυβέρνησης Μπους.

Σπανίως νιώθει άνετα σ’ έναν τέτοιο ρόλο, αυτή τη φορά όμως είχε προετοιμαστεί. Σε συνέντευξη στο CNN, φορώντας ένα καουμπόικο καπέλο, ο 61χρονος μουσικός είπε: «Ασκώ το δικαίωμά μου στην ελευθερία του λόγου. Αυτό είναι το μεγαλείο τούτης της χώρας. Τα τραγούδια μου έχουν στόχο την ενότητα. Σε κανένα δεν ανήκουν τα συναισθήματα που προκάλεσε η 11η Σεπτεμβρίου. Ανήκουν σε όλους, στον Μπους και στην οικογένειά του, στον Τζον Κέρι και στην οικογένειά του, σε μένα και στην οικογένειά μου». Ο Τζορτζ Μπους πιθανότατα να μη συμφωνεί ότι το τραγούδι «Let’s Impeach the President» («Ας παραπέμψουμε στη Δικαιοσύνη τον Πρόεδρο») είναι τόσο ενοποιητικό όσο πιστεύει ο Γιανγκ.

Στη διάρκεια της πορείας του, οι πολιτικές παρεμβάσεις του Γιανγκ έχουν δείξει ότι είναι αυτό που οι Αμερικανοί αποκαλούν «φιλελεύθερος» και που εμείς θα αποκαλούσαμε «προοδευτικός». Το 1970 έγραψε το «Οχάιο», αντιδρώντας στον φόνο τεσσάρων φοιτητών στο Πανεπιστήμιο Κεντ. Εγινε ύμνος διαμαρτυρίας, ωστόσο ήταν ένα προσωπικό τραγούδι που ο βασικός στίχος του έλεγε: «Πώς θα ένιωθες αν την ήξερες και την έβλεπες νεκρή καταγής; Πώς θα μπορούσες να το βάλεις στα πόδια αν ήξερες;».

Ο κακός του τραγουδιού, ο Ρίτσαρντ Νίξον, εμφανίζεται και πάλι τέσσερα χρόνια αργότερα, στο «Campaigner» που ο Γιανγκ το έγραψε όταν έμαθε πως η σύζυγος του προέδρου έπαθε εγκεφαλικό. «Ακόμα και ο Ρίτσαρντ Νίξον έχει ψυχή», τραγούδησε ο Γιανγκ. Ηταν κι αυτό ένα τραγούδι βασισμένο στο προσωπικό συναίσθημα. Η ιδέα για τον καινούργιο δίσκο του γεννήθηκε στη διάρκεια των εκδηλώσεων της μουσικής βιομηχανίας South by Southwest τον Μάρτιο του 2006 στο Οστιν, φιλελεύθερη νησίδα στο Τέξας, την πατρίδα του Μπους. Πριν από την ομιλία του Γιανγκ, ο οργανωτής του συνεδρίου ρώτησε γιατί κανένας δεν γράφει τραγούδια με τον αντίκτυπο του «Οχάιο». Ο Γιανγκ αποφάσισε τότε να κάνει αυτό τον δίσκο, έγραψε τα μισά τραγούδια μέσα σε λίγες εβδομάδες, κι έπειτα έγραψε τα υπόλοιπα και έκανε τις ηχογραφήσεις μέσα σε εννέα μέρες στο Λος Αντζελες.

Ανθρωπος που αγαπούσε από μικρός τα γκάτζετ, χρησιμοποίησε με μεγάλη ευχαρίστηση νέες τεχνολογίες για να κάνει γνωστή την καινούργια του δουλειά σε ευρύτερο ακροατήριο. Οι στίχοι εμφανίστηκαν στην ιστοσελίδα του από τις αρχές Απριλίου, ενώ στις 28 Απριλίου οι θαυμαστές του μπορούσαν ν’ ακούσουν από εκεί όλα τα τραγούδια, έναν μήνα περίπου πριν βγει στην κυκλοφορία, στα τέλη Μαΐου, το συμβατικό CD.

Ο δίσκος είναι απροκάλυπτος στην επίθεσή του στον πρόεδρο, αναφέροντας τους ίδιους λόγους που πρόβαλε τον Απρίλιο ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρας Φέινγκολντ στην πρότασή του για παραπομπή του Μπους. Χρησιμοποιεί κομμάτια από ομιλίες του Μπους που είχε παραθέσει ο Φέινγκολντ στην πρότασή του. Ο Γιανγκ βέβαια είναι πολύ πιο σύντομος από τις πέντε σελίδες του γερουσιαστή: Να παραπεμφθεί ο Μπους γιατί είπε ψέματα/και οδήγησε τη χώρα σε πόλεμο/κάνοντας κατάχρηση της εξουσίας που του δώσαμε/ και πετώντας τα λεφτά μας από το παράθυρο.

Η σύνθεση των αντιθέσεων

Σπάνια υπήρξε τόσο άμεσος ο Νιλ Γιανγκ. Συνήθως προτιμά να εκθέτει τις αντιθέσεις μέσα στα τραγούδια του και να αφήνει τους ακροατές του να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα. Συχνά έχει εμφανιστεί αντιφατικός και ασυνεπής ο ίδιος, προκαλώντας δυσφορία.

Η ίδια η εταιρεία του τον μήνυσε τη δεκαετία του ’80 γιατί έγραφε τραγούδια που «δεν έμοιαζαν καθόλου με Νιλ Γιανγκ». Εχει διακόψει επιτυχημένες περιοδείες και έχει εγκαταλείψει συγκροτήματα από τη μια μέρα στην άλλη.

Επέτρεψε στον βιογράφο του απρόσμενα μεγάλη πρόσβαση στον ίδιο και στο περιβάλλον του – κι έπειτα προσπάθησε να εμποδίσει τον συγγραφέα να βγάλει στην κυκλοφορία το (πολύ θετικό για τον Γιανγκ) βιβλίο του. Και, σε μια στιγμή που συνοψίζει τις αντιθέσεις που τον χαρακτηρίζουν, έγραψε το οργισμένο και συναισθηματικά φορτισμένο τραγούδι του για τον Κερτ Κομπέιν («Sleeps With Angels»), ενώ έπαιζε γκολφ σε ένα ειδυλλιακό γήπεδο του Λος Αντζελες.

Οι πολλές εκδοχές του Νιλ Γιανγκ έχουν επηρεάσει και απογοητεύσει μια πλειάδα μουσικών πολύ διαφορετικών μεταξύ τους. Εχοντας ενσαρκώσει το φολκ πρότυπο στην αρχή της καριέρας του, όταν έκανε παρέα με την Τζόνι Μίτσελ, τους Byrds και άλλους στην Καλιφόρνια, έγινε τη δεκαετία του ’70 μέλος της ροκ αριστοκρατίας, εμπνέοντας πολλούς τραγουδιστές και τραγουδοποιούς να διασχίσουν τα σύνορα μεταξύ των μουσικών ειδών.

Εν τω μεταξύ, εγκατεστημένος στο ράντσο Broken Arrow, ένα αγρόκτημα έξω από το Σαν Φρανσίσκο που το αγόρασε το 1970 για 340.000 δολάρια, ο Γιανγκ συνέχισε την πορεία του με γνώμονα τις προσωπικές του διαθέσεις.

Πολιτικά σκαμπανεβάσματα

Ο Νιλ Γιανγκ προκάλεσε σαρκαστικά σχόλια όταν, το 1984, υποστήριξε τον Ρόναλντ Ρέιγκαν λέγοντας: «Βαρέθηκα τους ανθρώπους που συνεχώς απολογούνται που είναι Αμερικανοί». Ο Γιανγκ ο πατριώτης και ο Γιανγκ ο φιλελεύθερος είχαν έρθει σε πλήρη σύγκρουση. Το 1991, σε μια περιοδεία λίγο μετά την έναρξη της επίθεσης του Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου στο Ιράκ, μιμήθηκε μουσικά τους ήχους των βομβαρδιστικών στην αρχή των συναυλιών, μια κίνηση αμφίβολης ερμηνείας. Οσο για τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο, η μόνη προηγούμενη φορά που αναφέρθηκε, έστω και έμμεσα, σ’ αυτόν ήταν στο «Let’s Roll», ένα τραγούδι για την Πτήση 93 της 11ης Σεπτεμβρίου και την επιτυχημένη προσπάθεια των επιβατών να εμποδίσουν τους ισλαμιστές απαγωγείς να χτυπήσουν άλλον ένα στόχο.

Ηταν ένα βαρύ, αδέξιο τραγούδι, γραμμένο στο πόδι, αλλά εξίσου χαρακτηριστικό του Νιλ Γιανγκ όσο οποιοδήποτε άλλο: Το είχε συνθέσει εν θερμώ, μέσα από την καρδιά, χωρίς να νοιάζεται αν είναι «πολιτικά ορθός». «Let’s roll for justice», τραγούδησε, ανεβαίνοντας στο συρμό του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας».

Το ίδιο έχει συμβεί με το «War on Terror», που κι αυτό έχει πατριωτικό υπόβαθρο και που η βασική του ιδέα είναι ότι ο πρόεδρος έχει κλέψει την Αμερική από τους Αμερικανούς. Είναι ένας άμεσος και επικαιρικός δίσκος, φτιαγμένος βιαστικά. Ας μην περιμένουμε όμως από τον Νιλ Γιανγκ να αναθεωρήσει όταν θα είναι πιο νηφάλιος. Δεν έχει καθόλου καλή επίδοση στην αναθεώρηση – ούτε στη νηφαλιότητα.

Μια διαδρομή γεμάτη στροφές

Ο Νιλ Γιανγκ γεννήθηκε στο Τορόντο, στις 12 Νοεμβρίου του 1945. Εχει παντρευτεί δύο φορές – η πρώτη του γυναίκα ήταν η Σούζαν Ασεβέδο, ενώ από το 1978 είναι παντρεμένος με την Πέγκι Μόρτον, με την οποία έχει δύο παιδιά, τον Μπεν και την Αμπερ Τζιν. Εχει άλλον ένα γιο, τον Ζέκε, από μια παλιότερη σχέση του με την ηθοποιό Κάρι Σνότζερς. Μέσα από τη συμμετοχή του σε δύο σημαντικά συγκροτήματα, τους Buffalo Springfield, που σχημάτισε μαζί με τον φίλο του Στίβεν Στιλς, και τους Crosby, Stills, Nash and Young, καθώς και με τα προσωπικά άλμπουμ του, ο Νιλ Γιανγκ έχει παρουσιάσει πολλές διαφορετικές μουσικές προσωπικότητες στη διάρκεια της μακρόχρονης διαδρομής του. Πολύ καλή εποχή για τη μουσική του ήταν οι αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν άλμπουμ του όπως το Ragged Glory και το Sleeps With Angels κέρδισαν την εύνοια ενός νεότερου ακροατηρίου. «Δεν βλέπω την αλλαγή σαν κατάρα», έχει πει. «Είναι μέρος του εαυτού μου. Χωρίς αλλαγή, όλα θα διαλύονταν. Δεν μιλάω για το ροκ ‘ν’ ρολ, αλλά για την ίδια τη ζωή μου. Πρέπει πάντα να κινούμαι».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή