«Πέρσες» οργής στην Επίδαυρο για τη σημερινή βία στον κόσμο

«Πέρσες» οργής στην Επίδαυρο για τη σημερινή βία στον κόσμο

5' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αλήθεια είναι ότι τα διεθνή φεστιβάλ θεάτρου, και στις πέντε ηπείρους, γνωρίζουν καλύτερα απ’ ό,τι εμείς εδώ τον σκηνοθέτη Θόδωρο Τερζόπουλο και το θέατρό του «Αττις» – κι ας έχουν την έδρα τους στο ομώνυμο θεατράκι του Μεταξουργείου. Ο Τερζόπουλος «έχει φέρει τον κόσμο βόλτα πολλές φορές» – σαν τον σαιξπηρικό Πουκ. Ιδίως από το 1986 που ίδρυσε το «Αττις». Εκτοτε ταξιδεύει ακατάπαυστα (20 χρόνια φέτος) παρουσιάζοντας με το θέατρό του παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, συνήθως, ή σκηνοθετώντας σε ξένα θέατρα και φεστιβάλ. Η ιδιαίτερη σκηνική γλώσσα αυτού του ελληνικού θεάτρου είναι διεθνώς γνωστή και με κύρος – ενδεικτικό ότι μόλις εκδόθηκε στη Γερμανία ογκώδης τόμος (και ετοιμάζονται άλλοι πέντε σε Ισπανία, Ρωσία, Ιταλία κ.α.) για τη δουλειά και τη «Μέθοδο Τερζόπουλου», η οποία διδάσκεται σε 30 πανεπιστημιακές δραματικές σχολές ανά την υφήλιο. Τώρα, η παράστασή του, που θα ανοίξει το φετινό ανανεωμένο Φεστιβάλ Επιδαύρου, εγκαινίασε πριν από ένα μήνα και το φημισμένο Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου της Κωνσταντινούπολης. Είναι οι «Πέρσες» του Αισχύλου, ελληνοτουρκική συμπαραγωγή των δύο φεστιβάλ, με Ελληνες και Τούρκους ηθοποιούς. Που θα πει ότι η παράσταση μιλάει δύο γλώσσες – καθόλου όμως «ακαταλαβίστικη», αφού στις παραστάσεις Τερζόπουλου η γλώσσα του σώματος έχει κυρίως τον λόγο.

– Μία από τις πρώτες παραστάσεις του «Αττις» ήταν πάλι οι «Πέρσες». Σε τι διαφέρει η νέα;

– Εκεί, αυτοί που θρηνούσαν για την ήττα του στρατού τους στην Ελλάδα ήταν Πέρσες, άνθρωποι του παλατιού. Οπότε η σκηνική συμπεριφορά τους, η σωματική γλώσσα τους, ήταν ανάλογη – πιο επίσημη, πιο αρχετυπική. Εδώ, τώρα, ξεκινώντας από τη φράση του κειμένου «Εμείς, οι πιστοί των Περσών, καθώς λένε…», οδηγήθηκα σε άλλη αντιμετώπιση, αφού το μελέτησα και ρώτησα ειδικούς: Δεν είναι οι επίσημοι που θρηνούν την καταστροφή, είναι θρηνωδοί, κάτι σαν μοιρολογίστρες, από διάφορες εθνότητες της αυτοκρατορίας. Η τωρινή παράσταση αντλεί στοιχεία από τον σύγχρονο κόσμο, τους πολέμους του καιρού μας. Γι’ αυτό και δεν είναι τόσο τελετουργική όσο η παλιά, αντίθετα ο θρήνος φτάνει ώρες ώρες σε ακραία συμπεριφορά – είναι οργισμένος. Το ζήτησαν οι ίδιοι οι 14 νέοι άντρες ηθοποιοί που παίζουν στην παράσταση. Είναι αλλιώτικοι οι νέοι σήμερα, έχουν οργή μέσα τους για ό,τι συμβαίνει στον κόσμο.

– Στο τέλος ιδίως, όπως είδαμε στην Πόλη, φτάνουν σε παροξυσμική κατάσταση, χτυπιούνται, υποφέρουν…

– Ναι, πονούν, αυτοβασανίζονται. Οπως γίνεται σε πολλές περιοχές της Ινδίας ή σε γιορτές των Κούρδων, όπου αυτομαστιγώνονται, και αλλού στην Ανατολή. Και στο κείμενο άλλωστε ο Ξέρξης ζητάει θεαματικό παροξυσμό -τους λέει «σκίστε τις σάρκες σας, ξεριζώστε τα μαλλιά σας»-, δεν ζητάει πένθος. Το πένθος έρχεται μετά τον παροξυσμό – την ακραία υπερδιέγερση, τον εκμηδενισμό του σώματος. Και αυτό κάνουν οι ηθοποιοί, αποδίδοντας έτσι καλύτερα τη φρίκη του πολέμου, αλλά και γενικότερα τη σύγχρονη βία. Η οποία έχει περάσει ακόμα και στις ερωτικές σχέσεις, απ’ όσα ακούω από τους νέους.

Ο θρήνος δύο λαών

– Γιατί θελήσατε Ελληνες και Τούρκους ηθοποιούς;

– Με ενδιέφερε στη συγκεκριμένη τραγωδία το κοινό τοπίο του θρήνου στους δύο λαούς. Κι όσο προχωρούσαν οι πρόβες έβλεπα πόσο ίδιος είναι τελικά ο ψυχισμός μας. Κι οι φωνές μας, το τραγούδι, το «αμάν αμάν». Οι Τούρκοι τελικά είναι ο πιο κοντινοί μας, οι πιο συγγενικοί – όχι οι Ιταλοί.

– Δεν σας φόβισε το δίγλωσσο; Οτι δεν θα καταλαβαίνει ο κόσμος;

– Στην τέχνη υπάρχουν πολλοί τρόποι εκπομπής ή πρόσληψης των πραγμάτων. Ο θεατής μπορεί να καταλαβαίνει και να χαίρεται όχι μόνο με το θυμικό του, αλλά και με το στομάχι, την καρδιά, ακόμη και τα γεννητικά όργανα – γιατί πολλές φορές η σκηνική ενέργεια βγάζει έναν ερωτισμό. Αλλος θέλει να καταλαβαίνει τον μύθο και να συγκινείται από τον λόγο, άλλος θέλει να συγκινείται από τον λόγο του σώματος, να κινητοποιούνται οι αισθήσεις και τα ένστικτά του, να αισθάνεται κάτι, πολλές φορές πρωτόγνωρο, από αυτά που δεν καταλαβαίνει. Είναι κι αυτό ένα προχώρημα του θεατή, είναι μια παιδεία. Και πιστεύω ότι στην εποχή μας, που και η τέχνη και το θέατρο παραείναι λογοκρατικά, και η ζωή μας παραείναι κλειστή, καρτεσιανή, νομίζω ότι αν κινητοποιήσουμε τις αισθήσεις, τα ένστικτα, τότε αρχίζουμε να φτιάχνουμε και τα δικά μας σενάρια ως θεατές, δηλαδή τα δικά μας όνειρα. Κι αυτό το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον.

– Εσάς σας βοήθησε να φτιάξετε τα δικά σας όνειρα;

– Βέβαια, και στην τέχνη και στη ζωή. Γιατί εγώ δεν μπήκα σε κάποιες νόρμες δικαίωσης είτε προσωπικής είτε κοινωνικής είτε συναισθηματικής…

– Το λέτε ενώ υπάρχει διεθνής αναγνώριση της δουλειάς σας;

– Αυτό δεν με ησυχάζει. Αντιθέτως, γυρίζω πίσω, που λέει κι ο Μπέκετ, κοιτάω μέσα και πολλές φορές ελαχιστοποιώ ή και εκμηδενίζω πράγματα. Δηλαδή, μια βγαίνω, μια κρύβομαι, εξαφανίζομαι. Δεν αναλαμβάνω, λ.χ., δημόσιες θέσεις. Εχω επανειλημμένα αρνηθεί προτάσεις να αναλάβω κρατικά θέατρα ή φεστιβάλ.

Με νηφαλιότητα

– Γιατί;

– Δεν χρειάζομαι μια τέτοια εμπλοκή στις δομές της εξουσίας. Συζητώ και παλεύω για ορισμένα ζητήματα, όπως λ.χ. τώρα για την Ακαδημία Τεχνών, αλλά ώς εκεί. Και δεν επαιτώ. Ως αρχή αυτό. Ποτέ δεν επιχείρησα να δω τον υπουργό Πολιτισμού της Ιαπωνίας, τον Χιροχίτο ή τον Πούτιν, αλλά τους συνάντησα. Θέλω να πω ότι τα πράγματα μ’ έναν τρόπο εσωτερικό και νηφάλιο πάνε καλύτερα από έναν τρόπο αγχώδη, αγωνιώδη… Στον οποίο πολλές φορές σε ωθεί η εξουσία για να σε εξουδετερώσει. Να σε εκμηδενίσει. Εγώ αυτό το απέφυγα.

– Σκοπεύετε να συνεχίσετε τη δράση σας όπως μέχρι σήμερα;

– Πώς αλλιώς πια! Πλησιάζω τα 60, δεν έχω άλλα περιθώρια. Αυτό είναι το κόνσεπτ! (γελάει).

– Εχετε αισθανθεί ποτέ ότι σας έχει περιχαρακώσει σε ένα στυλ ο συγκεκριμένος τρόπος δουλειάς; Που όσο ενδιαφέρον κι αν έχει, λένε, περιστρέφεται γύρω από το ίδιο πράγμα.

– Οπως περιστρέφονται ο Ρόμπερτ Γουίλσον ή ο Ανατόλι Βασίλιεφ – μιλάω για απόλυτους δημιουργούς. Φαντάσου ο Πικάσο να γίνει και λίγο Μανέ ή ο Νταλί και λίγο Κουνέλης. Δεν γίνεται. Καθένας έχει τον χώρο του και μέσα σ’ αυτόν κινείται και διευρύνει τα όριά του. Και έτσι είναι αναγνωρίσιμος. Εγώ κάνω αυτό που κάνω, το προτιμούν όλα τα φεστιβάλ του κόσμου και το πληρώνουν – πολλές φορές το ακριβοπληρώνουν μάλιστα, γιατί το αναγνωρίζουν. Αν εγώ θύμιζα κι ολίγον νατουραλιστή, κι ολίγον ποιητικό ρεαλιστή, ολίγον απ’ αυτό κι ολίγον από εκείνο, δεν θα με προτιμούσαν οι ξένοι. Κι εγώ από αυτό ζω, κι από αυτό ζουν και τα παιδιά με τα οποία συνεργάζομαι. Και εν πάση περιπτώσει, αυτός είμαι. Ρώτησαν κάποτε τον Χάινερ Μίλερ με τι νομίζει ότι μοιάζει ο Τερζόπουλος. «Με τον Τερζόπουλο» είπε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT