O Τουρκοκύπριος που πολέμησε στην κατεχόμενη Μακεδονία

O Τουρκοκύπριος που πολέμησε στην κατεχόμενη Μακεδονία

3' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο συμμαχικό εκστρατευτικό σώμα, που πολέμησε στην Ελλάδα το 1941, εκτός από Βρετανούς, Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς, περιλαμβάνονταν και 5.000 – 6.000 άνδρες του «Κυπριακού Συντάγματος» (Ελληνες και Τούρκοι). Οι Κύπριοι στρατιώτες ανήκαν σε λόχους Σκαπανέων και Μηχανικού και ανέλαβαν τη διάνοιξη οχυρωματικών έργων και τη μεταφορά εφοδίων. Είχαν βαρύτατες απώλειες, καθώς στην Ελλάδα αιχμαλωτίστηκαν περίπου 2.000 – 2.500 άνδρες, ενώ στα στρατιωτικά κοιμητήρια της Αθήνας, του Φαλήρου και της Σούδας, βρίσκονται οι τάφοι 97 Κυπρίων που φονεύθηκαν ή απεβίωσαν κατά το 1941 – 1944.

Οι περισσότεροι Κύπριοι συνελήφθησαν ομαδικά από τους Γερμανοϊταλούς σε λιμάνια της Πελοποννήσου, μετά την οπισθοχώρηση, ενώ το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε στην Κρήτη, αφού τα βρετανικά σχέδια προνοούσαν την αποχώρηση πρώτα των μάχιμων τμημάτων. Οσοι κατάφερναν να δραπετεύσουν ή να μείνουν ασύλληπτοι, δύσκολα εντοπίζονταν από τους κατακτητές, που δεν μπορούσαν να διακρίνουν την κυπριακή ιδιωματική προφορά. Οι περισσότεροι διέφυγαν με τον γνωστό τρόπο στην Τουρκία και στη Μέση Ανατολή. Αλλοι, έμειναν για πάντα στην Ελλάδα, αφού είχαν ερωτευθεί ή νυμφεύθηκαν στη διάρκεια της φυγοδικίας τους.

Και στην αντίσταση

Αρκετοί από τους πρώτους αντάρτες των ελληνικών βουνών ήταν Κύπριοι στρατιώτες, που αργότερα ενσωματώθηκαν στις αντιστασιακές οργανώσεις ή προσκολλήθηκαν στις βρετανικές στρατιωτικές αποστολές και χρησιμοποιήθηκαν ως σύνδεσμοι ή μεταφραστές. Δύο από αυτούς, οι Τουρκοκύπριοι Τζεμάλ Νααρφή και Οσμάν Σουγκλή από την Αρχιμανδρίτα Πάφου, πήραν μέρος στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, στις 25-11-1942.

Οι Τουρκοκύπριοι στρατιώτες που πολέμησαν στην Ελλάδα υπολογίζονται γύρω στους 800 – 1.000. Αναζητώντας περισσότερα στοιχεία γι’ αυτούς, συναντήσαμε τυχαία, ένα πρωινό του περασμένου χειμώνα, στα γραφεία του Παγκυπρίου Συνδέσμου Πολεμιστών Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στη Λευκωσία, τον ογδονταπεντάχρονο Μουσταφά Σακίρ, από τη Λεύκα. Η ιστορία του Μουσταφά Σακίρ, είναι μια τυπική περίπτωση Τουρκοκύπριου αιχμαλώτου πολέμου – δραπέτη στην Ελλάδα, που κατάφερε να μη συλληφθεί από τους Γερμανούς για δύο ολόκληρα χρόνια. Μιλάει και διαβάζει άριστα ελληνικά, ενώ η τουρκική γλώσσα ήταν ένα πολύτιμο διαβατήριο επικοινωνίας με τους τουρκόφωνους Μικρασιάτες πρόσφυγες.

Οδοιπορικό στην Ελλάδα

Ο Μουσταφά Σακίρ συνελήφθη στην Καλαμάτα και μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου μαζί με χιλιάδες άλλους αιχμαλώτους κλείστηκε στο στρατόπεδο του «Παύλου Μελά», στη Σταυρούπολη. Το καλοκαίρι του 1941, ενώ οι αιχμάλωτοι μεταφέρονταν σιδηροδρομικώς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κεντρική Ευρώπη, δραπέτευσε, μαζί με δύο Αυστραλούς συντρόφους του, σε περιοχή του Κιλκίς. Περιπλανήθηκαν για μερικές βδομάδες σε χωριά της περιοχής, ώσπου οι πορείες τους χώρισαν. Ο Μουσταφά αποφάσισε να επιστρέψει στην περιοχή της Λάρισας, «σε ένα χωριό με Τσερκέζους», αφού λόγω της βουλγαρικής κατοχής στην Ανατολική Μακεδονία, δεν μπορούσε να διαφύγει στην Τουρκία. Κατέληξε οδοιπορώντας στον κάμπο της Ημαθίας, όπου δούλεψε για ένα κομμάτι ψωμί στα χωριά Κλειδί και Νέα Ζωή (σημερινή ονομασία Λουδίας), ως εργάτης, γεωργός και βοσκός. Σε μία από τις οικογένειες που τον φιλοξένησαν δίδασκε, παράλληλα, στα παιδιά τους (ελληνικά) γράμματα…

Στα τέλη του 1941 κατέφυγε στη Βέροια, όπου τον φιλοξένησε για ένα περίπου χρόνο η οικογένεια των «ρωσοπροσφύγων» Ηρακλή και Σοφίας Χαραλάμπους. Αργότερα έμεινε για μερικούς μήνες στη Θεσσαλονίκη, ωσότου κατάφερε να φύγει από το Αγιον Ορος για τις μικρασιατικές ακτές. Στα δίσεκτα χρόνια που ακολούθησαν (η Λεύκα ήταν ένας από τους σημαντικότερους τουρκοκυπριακούς θυλάκους από το 1964) ο Μουσταφά Σακίρ διατήρησε άσβεστα στη μνήμη του όσα έζησε στην Ελλάδα στα χρόνια της Κατοχής, ενώ ευτύχησε να διασώσει γύρω στις 60 φωτογραφίες από την κατοχική Μακεδονία. Στα χρόνια που πέρασαν, φρόντισε και βρήκε τουριστικούς χάρτες της Ελλάδας όπου σημείωσε τη διαδρομή του, ενώ σήμερα θυμάται με ευγνωμοσύνη και εντυπωσιακές λεπτομέρειες, ονόματα ανθρώπων και τόπων.

Εξήντα τρία χρόνια μετά

Με τον Μουσταφά Σακίρ και τον δημοσιογράφο του ΡΙΚ Κώστα Γεννάρη επισκεφθήκαμε τη Θεσσαλονίκη και τη Βέροια τον φετινό Μάιο, για τις ανάγκες ενός ντοκιμαντέρ για την ιστορία του Τουρκοκύπριου στρατιώτη, που θα προβληθεί σύντομα στην κυπριακή τηλεόραση. Περπατήσαμε στην παραλία της Θεσσαλονίκης, στον Βαρδάρη, στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά, αλλά και στο κέντρο της Βέροιας, στην εβραϊκή συνοικία της πόλης, και στις όχθες του Τριπόταμου («Καραχμέτη», όπως τον θυμάται). Στη Θεσσαλονίκη, ένα απόγευμα που έκρυβε για όλους μεγάλη συγκίνηση, συναντήθηκε με «τον φίλο του πολέμου», Σωκράτη Η. Χαραλάμπους, ύστερα από 63 χρόνια.

Οταν ρωτάμε τον Μουσταφά Σακίρ εάν θα ξαναπολεμούσε σε έναν ανάλογο πόλεμο σήμερα, η άρνησή του ακούγεται πεζή και αντιηρωική, εκφράζοντας και την γενική κυπριακή απογοήτευση από τη μεταπολεμική βρετανική στάση. Αντίθετα, απαντά απλά, κατηγορηματικά και πανανθρώπινα στην ερώτηση τι ήταν αυτό που τον έσπρωξε να δραπετεύσει από τους Γερμανούς: «Ηθελα την Ελευθερία.»

* Ο Πέτρος Παπαπολυβίου διδάσκει Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή