Ο Λέιτον και το αίνιγμα της Τέχνης

Ο Λέιτον και το αίνιγμα της Τέχνης

3' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για να είναι κανείς μεγάλος καλλιτέχνης δεν αρκεί να κατέχει μόνο τεχνική δεξιότητα, όσο υψηλή. Χρειάζεται όραμα, ειδάλλως μπορεί να καταλήξει δεξιοτέχνης της κοινοτοπίας. Τούτο φαίνεται, δίχως αυτή να είναι η πρόθεσή της, και στην έκθεση «Ενας δεξιοτέχνης του Βικτωριανισμού. Σχέδια του Φρέντερικ λόρδου Λέιτον», που πραγματοποιείται στο Λέιτον Χάουζ του Λονδίνου (στα τέλη Μαρτίου μεταφέρεται στο Γιορκσάιρ και αργότερα στο Μπρίστολ, στο Μπερνμάουθ και στη Γλασκώβη). Παρουσιάζει σχέδια του Βρετανού ζωγράφου απ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του (πέθανε το 1896), και αποκαλύπτει ένα ταλέντο που δεν διακρίνεται στους πίνακές του.

Σαν φωτογραφίες

Τούτο το ταλέντο και η καλλιέργειά του ίσως έχει να κάνει με την ευρωπαϊκή παιδεία του. Γεννημένος στο Σκάρμπορο του Γιορκσάιρ το 1830, πέρασε τα πρώτα παιδικά χρόνια του στο Λονδίνο, αλλά από τα 11 του ήδη άρχισε να περνάει μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Ευρώπη, αρχικά για λόγους υγείας. Εκεί, όμως, είχε την ευκαιρία να αποκτήσει μια βαθιά καλλιτεχνική παιδεία, μελετώντας από κοντά τους παλιούς δασκάλους της τέχνης. Σπούδασε στη Φλωρεντία στο Βερολίνο, στη Φρανκφούρτη και από το 1855 για τρία χρόνια, έζησε στο Παρίσι.

Για καλή του τύχη, όπως γράφει ο Σουρίν Μελικιάν στην «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν», ο πατέρας του ήταν γιατρός που τον ενθάρρυνε να μελετήσει ανατομία. Ετσι, ο νέος καλλιτέχνης έμαθε το ανθρώπινο σώμα και το 1856, στη Φλωρεντία, μπροστά στο έργο του Καρπάτσιο «Θαύμα του λειψάνου του Αγίου Σταυρού» επέλεξε κάποια από τα πρόσωπα του έργου και τα απέδωσε σε σχέδια με τέτοια δύναμη, σαν να ήταν ζωντανά. Το ενδιαφέρον του για την ακριβή απόδοση βοήθησε και η έλξη του για τη φωτογραφία που φαίνεται στον πίνακα που τον έκανε διεθνώς γνωστό, με τίτλο «Η θεία Μαντόνα του Τσιμαμπούε σε πομπή στις οδούς της Φλωρεντίας», τον οποίο μετά την έκθεσή του στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου το 1855, αγόρασε η βασίλισσα Βικτωρία. Στο έργο τούτο, ο ζωγράφος προσπαθεί να αναστήσει τον τρόπο των αναγεννησιακών καλλιτεχνών αλλά με μιμητικό τρόπο που καταλήγει κούφιος. Τα πρόσωπα καμωμένα με κάθε λεπτομέρεια, μοιάζουν φωτογραφίες επιζωγραφισμένες με χρώματα. Τα προπαρασκευαστικά όμως σχέδια είναι ανώτερα από τον τελειωμένο πίνακα, γιατί αυτά έχουν τη ζωντάνια που δεν έχει εκείνος.

Η επίδραση της φωτογραφίας διακρίνεται και στα σχέδια που έκανε πάνω σε έργα των κλασικών όπως σε μια προσωπογραφία του Μιχαήλ Αγγελου, από τον πίνακα του Τζακοπίνο ντελ Κόντε, όπου τα μάτια είναι αποδοσμένα με φωτογραφική ακρίβεια. Ο Λέιτον όμως δεν έμεινε καθηλωμένος στον ρεαλισμό. Μεταξύ των τοπιογραφιών που φιλοτέχνησε κατά τη διαμονή στο νησί του Κάπρι το 1859, έκανε μερικές πανοραμικές απόψεις της πόλης με ένα γραμμικό στυλ και μια οικονομία μέσων, αντίθετα εντελώς προς την πληθωρικότητα των πινάκων του. Η απουσία προοπτικής και το βάθος που δίνουν οι σκιές, δεν θα ήταν ξένες στους αβαντγκαρντίστες του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα.

Πέρασε όμως και τρία χρόνια στο Παρίσι και εύλογα κανείς μπορεί να αναρωτηθεί για τη σχέση του με τη γαλλική ζωγραφική πρωτοπορία του καιρού του. Ενα σχέδιό του μιας νεαρής γυναίκας με ανακατωμένα μαλλιά στον αέρα ενώ αρπάζει το φόρεμά της που φυσά η πνοή, θυμίζει τον τρόπο του Τουλούζ-Λοτρέκ, τρεις δεκαετίες αργότερα.

Είναι αξιοπερίεργο όμως ότι ο ίδιος υποτιμούσε και τα καλύτερα σχέδιά του. Καλό, στα μάτια του, σήμαινε το πολυδουλεμένο δεξιοτεχνικά. Στη διάρκεια ενός ταξιδιού του στη Μέση Ανατολή, αδιάκοπα σχεδίαζε μορφές που έβλεπε τριγύρω του. Αλλά, σημειώνει σε ένα γράμμα σε φίλο του: «Βαριέμαι να σχεδιάζω γοργά μορφές. Είναι κάτι εύκολο όπου κάθε τι άξιο λόγου εξαφανίζεται». Σχεδίαζε, όμως, συνεχώς σε όλη τη ζωή του, αλλά τον αυθορμητισμό αυτό που διακρίνει τα σχέδιά του απάλειφε από τους πίνακές του. Σχεδίασε το κουλουριασμένο κορμί μιας κοιμισμένης γυναίκας, με μαύρη και άσπρη κιμωλία και απ’ αυτό τελικά παρήγαγε τη μελοδραματική ελαιογραφία «Η φλογερή Τζουν», που παρουσιάστηκε στη Βασιλική Ακαδημία το 1895. Το σχέδιο είναι ισάξιο ενός Ντεγκά, ενώ ο πίνακας κοινότοπος, σαν έργο του Μπουζερό.

Ανεκπλήρωτες υποσχέσεις

Με τον θάνατό του, έναν χρόνο αργότερα, ο Λέιτον άφησε πίσω του ένα μεγάλο σώμα ελαιογραφιών, που σπανίως ξεπερνούν το ακαδημαϊκό και το μέτριο. Κατέλειπε και ένα μεγάλο σώμα σχεδίων, όπου λάμπουν εδώ και εκεί μερικά διαμάντια, δείχνοντας πόσες υποσχέσεις άφηνε ανεκπλήρωτες αυτός ο δεξιοτέχνης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή