Προσωπα

5' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κάποια πράγματα δεν μπορούν να περνούν απαρατήρητα… Ηταν λίγα λεπτά πριν από την Ανάσταση, λίγο πριν από τη διάχυση του Φωτός. Στο προαύλιο του ναού του Αη Γεράσιμου που «κρέμεται» σαν φωτοβολίδα διαρκείας στο βουνό κοντά στο Λουτράκι. Εκεί λίγο πιο κάτω από τον «παρατηρητή» Αγιο Πατάπιο. Κόσμος πολύς συγκεντρωμένος, ντυμένος με τα καλά του, αλλά και πολλοί που είχαν προτιμήσει το τζινάκι τους. Μια 40άρα περιέφερε επιδεικτικά την ύπαρξή της, ενώ θα περίμενε κανείς να ‘χει ακινητοποιηθεί από την κατανυκτική ατμόσφαιρα της βραδιάς. Αλλά η γυναίκα το ‘χε βάλει τάμα να προκαλέσει τον «θαυμασμό» του ανδρικού πληθυσμού, λικνιζόμενη άκομψα μέσα στο κατακόκκινο λαμέ ταγιεράκι της – επιτομή του κιτς, όπως ακούστηκε να λέει κάποιος πίσω από την πλάτη μου. Στην άκρη της εξέδρας της Ανάστασης στεκόταν στητή μια ηλικιωμένη κυρία. Στηριζόταν στη μαγκούρα της και κατά διαστήματα κατακεραύνωνε με το βλέμμα της τα πιτσιρίκια που αρνούνταν να ακινητοποιηθούν έστω και για τις ανάγκες μιας τέτοιας τελετής. Κάποια στιγμή η γηραιά κυρία σήκωσε τη μαγκούρα και άγγιξε με την άκρη της ένα από αυτά τα πιτσιρίκια. Λες και το διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα. Τινάχτηκε ολόκληρο και πήγε να κρυφτεί κάτω απ’ τη φούστα της μητέρας του. Δεν κουνήθηκε ούτε όταν οι καμπάνες κτυπούσαν αργότερα χαρμόσυνα ούτε όταν η μάνα και ο πατέρας το αγκάλιαζαν και το φιλούσαν τρυφερά. Φαντάζομαι ότι ο μικρός στο προαύλιο του Αγίου Γεράσιμου θα προσμετρήσει τον βίο του με έντονη αυτήν την ανάμνηση.

Οι σκηνές σ’ αυτές τις συνάξεις, οι οποίες αιωρούνται ανάμεσα στη θρησκευτικότητα και την παράδοση είναι πολλές. Εν μέρει γιατί γύρω από την εξέδρα, μέσα κι έξω από τις εκκλησιές, ο καθημερινός άνθρωπος προσπαθεί να γίνει κάτι διαφορετικό ή μάλλον να αισθανθεί διαφορετικά. Εν μέρει γιατί αποτυπώνεται στο πρόσωπό του η πάλη ανάμεσα σ’ αυτά που έμαθε να πιστεύει, σ’ αυτά που η ζωή τού αποκαλύπτει και σ’ αυτά που οφείλει (;) να περάσει στα παιδιά του. Υπάρχει, βεβαίως, και μια άλλη κατηγορία. Αυτή που πηγαίνει στην Ανάσταση από κεκτημένη ταχύτητα ή γιατί έχει στριμωχθεί από τους συγγενείς και ψιλονιώθει τύψεις. Τελικά, όμως, ελάχιστοι είναι αυτοί που προσέρχονται με τον νου προσηλωμένο στην Ημέρα, που μπορούν να αντιληφθούν το βαθύτερο νόημα της Ανάστασης ή του θανάτου που προηγήθηκε. Θέλει ζόρι η ιστορία, θέλει σεβασμό, θέλει αυταπάρνηση, θέλει ταπείνωση.

Κι ενώ παρακολουθούσα τις κινήσεις των παρευρισκομένων εμφανίστηκε ο ιερέας μαζί με μια καλόγρια που προσπαθούσε να ψάλλει. Ανοιξε ο λειτουργός το Ευαγγέλιο και άρχισε να διαβάζει: «Οι δύο Μαρίες και η Σαλώμη φθάνουν με αρώματα λίαν πρωί της μιας Σαββάτων… Ποιον ψάχνετε; Ηγερθη ουκ έστιν ώδε… Και εξελθούσαι έφυγον από του μνημείου. Είχε δε αυτά τρόμος και έκστασις και ουδενί ουδέν είπον. Εφοβούντο γαρ…». Στεντόρεια η φωνή του παπά έφτανε στην Περαχώρα και εσύ που πάντα ψάχνεις για αποδράσεις, μεταφερόσουν δίπλα στον τάφο του Ιησού, έκπληκτος σαν τις δύο Μαρίες και τη Σαλώμη. Ναι, εσύ, η προσωποποίηση της αλαζονείας και της ματαιοδοξίας, εσύ που λίγα λεπτά νωρίτερα πίστευες ότι ο κόσμος σου ανήκει, ότι τον διαφεντεύεις με τον τρόπο σου. Εσύ ο μονόχνωτος, ο ετερόφωτος, ο γυμνός από προσωπικούς στοχασμούς.

Εκανε κρύο το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου στο βουνό. Πότε πότε αισθανόμουν την ανάγκη να πιαστώ από κάποιον να ζεσταθώ. Κι ενώ πάσχιζα να ισορροπήσω, ο ιερέας έκλεισε το Ευαγγέλιο και αλλάζοντας τον τόνο της φωνής του έκανε ένα σύντομο κήρυγμα πριν ακουστεί το Χριστό Ανέστη. Ιδού, λοιπόν, πώς χάνεται η μαγεία της ομορφότερης στιγμής της Χριστιανοσύνης. «Πολλοί χριστιανοί», είπε ο ιερέας «μόλις ακουστεί το Χριστός Ανέστη αλληλοασπάζονται και στη συνέχεια φεύγουν βιαστικοί για το σπίτι τους. Τους περιμένει βλέπετε η μαγειρίτσα και δεν ξέρω τι άλλα πράγματα έχουν κατά νου. Αυτοί όμως είναι οι εχθροί της εκκλησίας, οι εχθροί του Χριστού. Η πραγματική Ανάσταση δεν είναι αυτή εδώ στην εξέδρα. Είναι μετά, στην εκκλησία μέσα, ώς τις 2 τα ξημερώματα. Τότε μόνον είσαι πραγματικός χριστιανός…».

Ο κόσμος δεν αντέδρασε, τουλάχιστον φανερά. Εχθρός λοιπόν της εκκλησίας, εχθρός του Χριστού! Βαριές κουβέντες για την εποχή μας. Είναι άστοχο αντί για το Φως να διαχέεις τον Φόβο για το Θείο. Να δημιουργείς ενοχές, να αμφισβητείς την πίστη του οποιουδήποτε. Είναι σκληρό να διαχωρίζεις τους ανθρώπους που προσέρχονται στην εκκλησία σου. Κυρίως για τους νέους και τα παιδιά. Ο νέος έρχεται γιατί θέλει να βρεθεί μαζί με την οικογένειά του. Δεν επιλέγει να πάει στην καφετέρια. Δεν επιλέγει την εικονική πραγματικότητα. Ερχεται και προσδοκά τη ζεστασιά της Βραδιάς. Οχι, δεν ψάχνει για βαθύτερα νοήματα και άλλου είδους μηνύματα. Στασίδι ψάχνει. Κι εσύ, καλέ μου ιερέα, τον κατατάσσεις στους εχθρούς.

ΟΙ «εχθροί», πάντως, μετά το Χριστός Ανέστη και τους εναγκαλισμούς πήραν τον δρόμο για τη… μαγειρίτσα. Κάποιοι μπήκαν στην εκκλησιά. Και καλώς έπραξαν, αν αυτό ήταν που τους εξέφραζε. Ομως, μια εβδομάδα μετά, η κουβέντα του ιερέα του Αη Γεράσιμου μου δημιουργεί πολλούς προβληματισμούς. Η εποχή μας, όπως όλες οι εποχές φαντάζομαι, διακρίνεται για τη ρευστότητα, την αβεβαιότητα και την ανασφάλειά της. Τα πάντα παλιώνουν, σχεδόν πριν προλάβουν να υπάρξουν. Κοιτάμε πίσω μας και δύσκολα διακρίνουμε τη χθεσινή φυσιογνωμία μας. Φοβόμαστε να αποδεχθούμε τα γηρατειά ή μάλλον την πορεία μας προς την έξοδο. Κι εμείς έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη να ξανανιώνουμε, καθημερινά αν θέλετε, κάθε λεπτό, κάθε δέκατο του δευτερολέπτου. Στο κάτω κάτω αυτή είναι η ανθρώπινη δύναμη. Κι έρχεται η φορτισμένη αυστηρότητα κουβέντα ενός ιερέα να φυτέψει έναν ακόμη φόβο από τους μύριους όσους μας κατατρύχουν. Τον φόβο ότι αίφνης γίνομαι εχθρός του Χριστού. Ο Γάλλος φιλόσοφος Μπλεζ Πασκάλ (1623 -1662) έλεγε ότι υπάρχουν δύο είδη φόβου. «Ο κακός φόβος δεν προέρχεται από την πίστη, αλλά από την αμφιβολία για την ύπαρξη του Θεού. Ο καλός φόβος πηγάζει από την πίστη, ενώ ο απατηλός από την αμφιβολία. Ο καλός φόβος συνάπτεται με την ελπίδα, ο κακός συνάπτεται με την απελπισία. Οι μεν φοβούνται μην Τον χάσουν, οι δε μην Τον βρουν μπροστά τους». (Σκέψεις, Μπλεζ Πασκάλ, μετάφραση Κωστή Παπαγιώργη).

Σήμερα, ο αλαφιασμένος πολίτης ζει στους ρυθμούς των γιγαντιαίων υλικών πραγματώσεων. Δύσκολα ενδεχομένως αντιλαμβάνεται αυτά τα είδη του φόβου. Εχει στο μανίκι του κρυμμένους χίλιους δυο άλλους πολύ πιο φοβιστικούς φόβους που τον παιδεύουν. Πιστεύει κανείς ότι χρειάζεται έναν ακόμη; Ο καθένας από μας αντικρίζει τα πάντα γύρω του όπως εκείνος νομίζει. Με τα δικά του μάτια, με τις δικές του προσδοκίες. Συναινεί σιωπηλά ή φωναχτά με τις παραδόσεις μας, τα έθιμα των γονιών και των παππούδων, δεν θα ήθελε να αλλάξει τίποτα από τις σπουδαίες στιγμές της Χριστιανοσύνης. Επιθυμεί όμως να είναι ελεύθερος και να παίρνει μόνος του τις σχετικές αποφάσεις. Μέσα του θα μπορούσε μόνος του να ακινητοποιήσει τον χρόνο γύρω από το Πάσχα και την Ανάσταση, ακόμη και γύρω από τον άπιστο Θωμά. Να ακινητοποιήσει την Ιστορία του, τους μύθους του. Απλώς δεν θέλει να του το επιβάλει κανείς. Δεν αντέχει άλλες ενοχές κι άλλους φόβους. Του αρκεί ότι παραμυθιάζεται με κάτι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή