Στοχαστικός, πυκνός, ευθύβολος λόγος

Στοχαστικός, πυκνός, ευθύβολος λόγος

3' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Διονύσης Καψάλης: «Ο κρότος του χρόνου». Εκδόσεις «Αγρα», 2007.

Η τελευταία ποιητική συλλογή του Διονύση Καψάλη, «Ο κρότος του χρόνου», διαθέτει πολλές αρετές (πυκνός λόγος, ευθύβολος, στοχαστική διάθεση για τα ανθρώπινα) που την καθιστούν ένα από τα καλύτερα δείγματα ποιητικής γραφής στις μέρες μας. Τα εκφραστικά του μέσα διαθέτουν αμεσότητα, χωρίς να ξεπέφτουν στην ευκολία του αόριστου και του παράδοξου, γιατί υπάρχουν συγκεκριμένα συναισθηματικά και λογικά τοπία που αναδεικνύουν. Τα απλά εργαλεία, που προσδίδουν πολλές φορές αφηγηματικότητα στα ποιήματα, ξεδιπλώνουν προσωπικές αναζητήσεις, αναπάντητα ερωτήματα, εμμονές που είναι σχετικές με το γρήγορο πέρασμα του χρόνου, τη φθορά, τον θάνατο. Οι υπαρξιακές νύξεις είναι εύστοχες, όπως: «Περνάμε από τη γη, δε μένει τίποτα / τόσο βαθιά και σβήνουν, τόσο ανείπωτα, τα λόγια της αγάπης. Ονειρεύομαι». Ή σύμφωνα με τους στίχους του Σαίξπηρ: «Είμαστε από το υλικό που είναι φτιαγμένα τα όνειρα…» αλλά και «Είν’ η ζωή / Σκιά που περπατάει, θεατρίνος / Που στη σκηνή το ρόλο του ψελλίζει / Κι ύστερα πια σωπαίνει…».

Η θλίψη του σκεπτόμενου μπροστά στα άλυτα μυστήρια, στο βέβαιο κενό, εξυψώνει το άτομο, εφόσον πρόκειται για μια «λαθραία θλίψη κερδισμένη / ποιος ξέρει από ποια κρυφή συναλλαγή / με το αδιανόητο ενός άλλου κόσμου / όλοι γνωρίζοντας πως δεν υπάρχει / επιστροφή, πως δεν υπάρχει τέλος / κανένα, μόνο κίνηση και πόνος / κι ο χρόνος μιας αέναης επιστροφής / σ’ αυτό που δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει». Στίχοι που φέρνουν στο νου την άποψη του Τζορτζ Στάινερ όπως αυτή διατυπώνεται στο εξαιρετικό βιβλίο του «Δέκα (πιθανοί) λόγοι για τη μελαγχολία της σκέψης» (εκδόσεις Scripta, 2007): «Το μηδέν, η εν κενώ ύπαρξή μας, είναι για τους περισσότερους ανθρώπους κάτι «αδιανόητο», τόσο με τη συναισθηματική όσο και με τη λογική έννοια της λέξης…». Ο πόνος, ο φόβος, η προσδοκία, το φως, το σκότος και ο τρόμος γίνονται ποιητικά τοπία, που αποκαλύπτουν πτυχές της ύπαρξης, όσες κινούνται ανάμεσα στο είναι και το τίποτα. Ακόμα και ο σαρκασμός αποδίδει την πικρία για το αναπόφευκτο τέλος: «Κάποιοι / μπορεί να σκύβουν κιόλας να διαβάσουν / τα επίσημα λατινικά (ω λαμπερή,/ βουβή αιωνιότητα!), ναι, θα ‘ρχονται,/ θα με κοιτούν για λίγο και θα φεύγουν».

Και ο δημιουργός, καθώς περνούν τα χρόνια, βυθίζεται όλο και πιο πολύ στους θησαυρούς του υποσυνειδήτου, επιστρέφει στο παρελθόν τακτοποιώντας τις παλιές εκκρεμότητες: έρωτες, ερωτήματα για τις χαμένες προσδοκίες, απορίες περί του αισίου ή δυσοίωνου τέλους. Ακόμη και το έργο του Ντίκενς, που συντρόφευσε τα εφηβικά βράδια, γίνεται η αφορμή για να σχολιάσουν τα εφηβικά σκιρτήματα, για να παραλληλιστεί η πραγματικότητα με την τέχνη, το τέλος της ζωής ή του μυθιστορήματος: «Και πόσο εντέλει αδιάφορο είναι πάντα / το τέλος – όταν όλοι, τσακισμένοι,/ γυρίζουν στην ανυπαρξία, σαν ποτέ/ να μην υπήρξαν Πιπ και Τζο και Μπίντυ,/ ούτε και άκαρδη Εστέλλα, σαν ποτέ/ να μην υπήρξαν, πριν από τον ύπνο,/ μεγάλες προσδοκίες – που διαψεύστηκαν».

Το πιο αφηγηματικό ποίημα της συλλογής είναι εκείνο που έχει ως πρώτο στίχο (τα ποιήματα είναι άτιτλα): «Ο Κώστας Μαυρομμάτης – τον θυμάμαι…», το οποίο φέρνει στο νου την εκφραστική λιτότητα και αμεσότητα του Αμερικανού ποιητή Ρέιμοντ Κάρβερ, και μάλιστα το ποίημά του «Ο ταχυδρόμος ως καρκινοπαθής». Αλλά μια πιο ξεκάθαρη εκδοχή του στίχου του Ουόλας Στίβενς «Η μάνα της ομορφιάς είναι ο θάνατος» αναδύεται στους ακόλουθους στίχους του Καψάλη: «Αμήχανη ομορφιά, σε ονειρεύτηκα / σε ώρες δύσκολες, με πράγματα στρυφνά, / μπλεγμένα με το θάνατο…».

Η ποίηση του Διονύση Καψάλη έχει ένα μεγάλο προσόν: κάνει τον αναγνώστη όχι μόνο να σκεφτεί αλλά και να αισθανθεί, να συγκινηθεί. Και ιδού ένα παράδειγμα: «Ο θάνατος δεν έχει μεγαλείο / στη Σωτηρία και στον Αγιο Σάββα, / στο Υγεία, στο Αλεξάνδρα, στο Ιπποκράτειο, / στον Ερυθρό Σταυρό, στον Ευαγγελισμό, / στα σπίτια της ζωής όταν βραδιάζει / και πέφτουν οι σιωπές πάνω στα χρόνια / ασήκωτες – στα μάτια που βουλιάζουν, / στα διάφανα τα δάχτυλα που ψηλαφούν / τρέμοντας ένα πέτρινο σεντόνι, / Ο θάνατος δεν έχει μεγαλείο, / μόνο παράπονο και πόνο και ντροπή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή