Μετανεωτερικός λόγος περί έθνους

Μετανεωτερικός λόγος περί έθνους

3' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αννα Τζούμα: «Εκατό χρόνια νοσταλγίας. Το αυτοβιογραφικό αφήγημα Εθνος». Εκδόσεις «Μεταίχμιο», 2007, σελ. 175.

Το βιβλίο της Αννας Τζούμα «Εκατό χρόνια νοσταλγίας» εγγράφεται στον ανήσυχο μετανεωτερικό στοχασμό περί έθνους. Ο στοχασμός αυτός αναψηλαφεί διαρκώς τους όρους με τους οποίους συντελείται το ιστοριογραφικό εγχείρημα, επιχειρεί την κριτική επανεκτίμησή του, συνεπικουρούμενος από τις θεωρίες της λογοτεχνίας και της αφήγησης και φέρνει στο προσκήνιο νέα ή παραγνωρισμένα πολιτικά διακυβεύματα των λόγων περί έθνους.

Στο πρώτο από τα δύο μέρη του βιβλίου που έχει τίτλο «Αφηγήσεις του Εθνους», η συγγραφέας εκθέτει τις βασικές θεωρίες για το έθνος, όπως διατυπώθηκαν από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. Αρχικά περιδιαβαίνει δύο βασικές αντιλήψεις περί έθνους του 19ου αιώνα, τα έθνη ως φυσικές οντότητες και τα έθνη ως ιστορική συνέχεια, ως προαιώνιες κοινότητες που ταυτίζονται με τη «φυλή». Στη συνέχεια, αναφέρεται στις απόπειρες του μοντερνισμού να σκεφθεί το έθνος ως κατασκευή, επιχειρώντας άλλοτε οικονομοκεντρικές (Gellner) και άλλοτε πολιτικοκεντρικές (Breuilly) ερμηνείες, ενώ γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στις εθνο-συμβολικές θεωρίες που τοποθετούν στο κέντρο της εθνοκατασκευής την κουλτούρα (A. Smith J. Ηutchinson).

Εκτενέστερη είναι η αναφορά της συγγραφέως στη μετανεωτερική σκέψη και στην έννοια του έθνους που προβάλλει ως αντικείμενο συνειδητής επιθυμίας. Επιλέγει να παρουσιάσει τις θέσεις του Anderson για τις φαντασιακές κοινότητες, του Balibar για την αναπαράσταση του παρελθόντος ως κοινότητας εκ φύσεως εθνικής του Hobsbawm για την παράδοση ως επινόηση μιας παρελθοντικής καταγωγής και του Bhabha για το έθνος ως προϊόν αφηγηματικών στρατηγικών. Το πρώτο μέρος παρουσιάζει ευσύνοπτα το πέρασμα από τον ιδεαλισμό των Γερμανών ρομαντικών στη νεωτερική αναζήτηση των πολιτικών στοχεύσεων που λανθάνουν στη συγκρότηση του έθνους και από εκεί στη μετανεωτερική θέση ότι το έθνος αποτελεί δημιούργημα ιθυνόντων και διανοουμένων και συστήνεται ως αφήγημα και ως αναπαράσταση.

Στο δεύτερο μέρος, «Το Εθνος ως Αφήγηση», δίνεται έμφαση στον ρόλο του λογοτεχνικού κανόνα και στα ιδεολογικά πρωτόκολλα που διέπουν τη συγκρότησή του. Κεντρική είναι η θέση ότι η διαφοροποίηση του κανόνα προϋποθέτει μεταβολή στον τρόπο διαχείρισης του πολιτισμικού κεφαλαίου και συνεπάγεται την αλλαγή της φυσιογνωμίας του έθνους. Σε αυτό το πλαίσιο, η συγγραφέας αναφέρεται ή παραθέτει αποσπάσματα από τον Πολίτη, τον Μέγα, τον Ραγκαβή, τον Ζαμπέλιο, τον Παπαρρηγόπουλο και τους ιδεολόγους του μεταξισμού. Αμέσως μετά φτάνει στο κατ’ εξοχήν ζητούμενό της, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο το έθνος αυτοκατασκευάζεται αυτοβιογραφούμενο. Υποστηρίζει ότι οι διάφοροι λόγοι περί έθνους και τα κείμενα του λογοτεχνικού κανόνα συμπλέουν ως προς το ότι υποβοηθούν τη συγκρότηση του έθνους. Η σύμπλευση αυτή θεμελιώνεται αφενός στην αληθοφάνεια του αναφορικού ρεαλισμού τους, αφετέρου στο γεγονός ότι και οι μεν και τα δε ανατρέχουν σε ένα απτό ή δυνητικό αρχείο μνημονικών σπαραγμάτων. Συνολικότερα, στο δεύτερο μέρος επισημαίνεται ο λογοτεχνικός κανόνας ως πηγή εθνοκατασκευαστικών αυταφηγήσεων, υπογραμμίζεται η ιδιαίτερη λειτουργία κάθε κειμενικού είδους (ιστορικό μυθιστόρημα, ηθογραφία), ενώ αναδεικνύονται οι κοινές συμβάσεις και τα κοινά δομικά χαρακτηριστικά τους που στοιχούν προς εκείνα της αυτοβιογραφίας.

Το εγχείρημα και συνεπώς το ενδιαφέρον των «Εκατό Χρόνων Νοσταλγίας» είναι, κατά τη γνώμη μου, πρωτίστως θεωρητικό. Πρώτον, ανάμεσα στα κείμενα με τα οποία διαλέγεται το βιβλίο ξεχωρίζουν οι σημαντικές συμβολές των Λιάκου, Αποστολίδου, Λεοντή και Πασχαλίδη. Αναπτύσσεται έτσι ένας πρωτότυπος θεωρητικός διάλογος ο οποίος, αν και γραμμένος στα ελληνικά, δεν ομφαλοσκοπεί και δεν δημιουργεί ένα κλειστό «ελληνοκεντρικό» κύκλωμα. Δεύτερον, μέσω των αναφορών στον λογοτεχνικό κανόνα και την αυτοβιογραφία, εγκαθιστά ένα επιπλέον δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στη θεωρία της λογοτεχνίας και στους λόγους περί έθνους. Τρίτο και σημαντικότερο, το βιβλίο γεωμετρεί ένα τρίγωνο με τις θεωρίες περί έθνους, λογοτεχνικού κανόνα και αυτοβιογραφίας στις κορυφές του: ξεκινώντας από την υπόθεση ότι το έθνος είναι αφήγημα, δείχνει ότι ο λογοτεχνικός κανόνας ενδέχεται να έχει πάντοτε ήδη εν μέρει αφηγηθεί το έθνος και κατά συνέπεια ότι το τελευταίο συστήνεται μέσα από και εξαιτίας της αυθιστόρησής του, δηλαδή αυτοβιογραφικά. Διανοίγει έτσι ένα ενδιαφέρον πεδίο, τόσο για μελέτες επικεντρωμένες σε επιμέρους περιπτώσεις, όσο και για έναν ευρύτερο θεωρητικό διάλογο σχετικά με τα ζητήματα που πραγματεύεται.

* Ο κ. Απόστολος Λαμπρόπουλος είναι λέκτορας της Θεωρίας της Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή