Η πονηρή ματιά ενός απλού ξυλουργού…

Η πονηρή ματιά ενός απλού ξυλουργού…

5' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Είμαι ποιητής. Γι’ αυτό και είμαι ενδιαφέρων. Γι’ αυτό και γράφω ποίηση. Για όλα τα υπόλοιπα γράφω μόνο αν περισσέψουν λέξεις». Ετσι αυτοσυστήνεται ο εμβληματικός Ρώσος ποιητής Βλαδίμηρος Μαγιακόσφκι στην πρώτη φράση της αυτοβιογραφίας του, που έχει τίτλο «Εγώ, αυτοπροσώπως». Περιλαμβάνεται στην έκδοση «Σύννεφο με παντελόνια» (από το ομότιτλο ποίημα του Μαγιακόφσκι), μαζί με τη γνώμη που είχαν για τον Μαγιακόφσκι ο Μπορίς Παστερνάκ, η Μαρίνα Τσβετάγιεβα και ο Ιγκορ Σεβεριάνιν – κείμενα που όλα κυκλοφορούν για πρώτη φορά στα ελληνικά και είναι πολύτιμα για την κατανόηση δημιουργών και εποχών. Οψεις ζωής για έναν άνθρωπο κι έναν καλλιτέχνη που έζησε έντονα, σε έντονες και ιστορικές εποχές, παθιάστηκε, συμμετείχε, απογοητεύτηκε και τελικά αυτοκτόνησε. «Ανθρωπος γεμάτος πάθος, οργή, έρωτα και μίσος, έζησε τη σύντομη ζωή του στο μεταίχμιο, στη μεθόριο των εποχών της ιστορίας, προσπαθώντας πάντα να διηγείται την ιστορία του μέσα από την αδιαμεσολάβητη εμπειρία», σημειώνει στην εισαγωγή ο μεταφραστής της έκδοσης Δημήτρης Τριανταφυλλίδης, σκιαγραφώντας τον Μαγιακόφσκι σε μια φράση.

«Αριστος σε όλα»

Γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου του 1894 στο χωριό Μπαγκντάντα της Γεωργίας. «Το πρώτο μου σπίτι το θυμάμαι πολύ καθαρά. Δύο όροφοι. Ο πάνω όροφος είναι ο δικός μας. Ο κάτω όροφος ανήκε σε κάποιον ιδιοκτήτη οινοποιείου. Μια φορά το χρόνο ήταν ο τρύγος. Πατητήρι. Εγώ έτρωγα σταφύλια. Εκείνοι έπιναν. Ολα αυτά μέσα σ’ ένα παλιό γεωργιανό φρούριο κάτω από το χωριό Μπαγκντάντα. Το φρούριο είχε τέσσερις γωνιακούς πύργους. Στη γωνιά του κάθε πύργου είχε πολεμίστρες για τα πυροβόλα. Στους πύργους επάνω είχε στρατιώτες. Πίσω από τα τείχη ήταν η τάφρος. Πίσω από την τάφρο το δάσος και τα τσακάλια. Πάνω από τα δάση ήταν τα βουνά. Μεγάλωσα. Ανέβαινα στο πιο ψηλό. Τα βουνά χαμηλώνουν προς Βορρά. Στο Βορρά η ρήξη. Ονειρευόμουν ότι είναι η Ρωσία. Με τραβούσε από τότε απίστευτα».

Στο γυμνάσιο είναι «άριστος σε όλα. Διαβάζω Ιούλιο Βερν. Γενικά φανταστικά λογοτεχνία. Κάποιος γενειοφόρος άρχισε να βλέπει σε μένα τον καλλιτέχνη». Γνώρισε την επανάσταση όταν η αδελφή του τού έφερε από τη Μόσχα κάτι στίχους: «Αυτή ήταν η επανάσταση. Αυτό λεγόταν με στίχους. Οι στίχοι και η επανάσταση έγιναν, κατά κάποιον τρόπο, ένα μέσα στο κεφάλι μου». Οταν πέθανε ο πατέρας του, το 1906, μετακόμισαν στη Μόσχα. Η πρώτη του επαφή με τη ζωγραφική ήταν… πάνω σε αυγά, για να βοηθήσει το οικογενειακό εισόδημα. «Η οικογένεια δεν είχε χρήματα. Υποχρεώθηκα να ζωγραφίζω. Ιδιαίτερα θυμάμαι τα πασχαλινά αυγά. Στρογγυλά, αιωρούνται και τρίζουν σαν πόρτες. Τα αυγά τα πούλησα σε ένα μαγαζί στην οδό Νεγκλίναγια. 10-15 καπίκια το κομμάτι. Μέχρι σήμερα μισώ το ρωσικό στυλ και τη χειροτεχνία».

Το 1908 έγινε μέλος του κόμματος των Μπολσεβίκων «προπαγανδιστής. Πήγα στους φουρναραίους, μετά στους τσαγκάρηδες και, τέλος, στους τυπογράφους» και στις 29 Μαρτίου του 1908 συνελήφθη. Η επανάσταση και η τέχνη ήταν οι μόνιμες έγνοιες του. Στις αρχές του 1914 οι μάχες ήταν έντονες. «Η φρίκη του πολέμου σε όλο της το μεγαλείο. Ο πόλεμος είναι αποκρουστικός. Τα μετόπισθεν ακόμη πιο αποκρουστικά. Για να μιλήσεις για τον πόλεμο, πρέπει πρώτα να δεις. Πήγα να καταταχθώ εθελοντής. Δεν με δέχθηκαν. Δεν είχα τα υγιή κοινωνικά φρονήματα». Ολα είναι ανατροπή, κίνηση, δημιουργία. «Γράφω σενάρια για τον κινηματογράφο. Παίζω κι ο ίδιος. Ζωγραφίζω αφίσες για τον κινηματογράφο. (…) Η Σοβιετική Ρωσία δεν έχει μυαλό για την τέχνη. Εγώ όμως μόνο αυτή σκέφτομαι. Πήγα στην Προλεταριακή Κουλτούρα και είδα την Κσεσίνσκαγια. Γιατί δεν είσαι στο κόμμα; Οι κομμουνιστές δούλευαν στα μέτωπα. Στην τέχνη και στην παιδεία προς το παρόν δουλεύουν οι συμβιβασμένοι. Μ’ έστειλαν να ψαρεύω στο Αστραχάν».

Ο καλλιτεχνικός του κόσμος -σημειώνει ο μεταφραστής Δημήτρης Τριανταφυλλίδης- αποτελεί ένα σύνθετο δράμα, το οποίο περιλαμβάνει διάφορα είδη δραματουργικής έκφρασης: τραγωδίες, μυστήρια, επικά και ηρωικά δράματα, κωμωδίες, κινηματογράφο, κ.λπ. ««Κάτω ο έρωτάς σας», «Κάτω η τέχνη σας», «Κάτω το σύστημά σας», «Κάτω η θρησκεία σας» – να οι τέσσερις κραυγές του Μαγιακόφσκι. Στον έρωτα, την τέχνη, τη θρησκεία και το κοινωνικό σύστημα του παλιού κόσμου αντιπαραθέτει τον δικό του έρωτα, τη δική του τέχνη, τη δική του αντίληψη για τον τρόπο κοινωνικής οργάνωσης του μέλλοντος, τη δική του πίστη στο ιδανικό του νέου, όμορφου απ’ όλες τις απόψεις, ανθρώπου». Πολύ γρήγορα το πάθος του αρχίζει και γίνεται ειρωνεία για όσα στρεβλά αναφύονται γύρω του. «Στο ποίημα «Καλώς!» και στα σατιρικά «Κοριός» και «Μπάνιο» ο Μαγιακόφσκι απεικονίζει πώς μέσα από την επαναστατική πάλη γεννιέται η Σοβιετική Ρωσία, δοξάζει «την πατρίδα» και προσεκτικά παρατηρεί τα βλαστάρια της νέας ζωής, θέλοντας ως ποιητής ρομαντικός και φουτουριστής συνάμα να βοηθήσει τη γρήγορη ανάπτυξή τους. Την ίδια στιγμή όμως εντοπίζει τα μοιραία μικρόβια της σοβιετικής κοινωνίας που την απειλούν με θανατηφόρες ασθένειες». Στο ποίημα «Είμαι όλος φωνή» αποκαλεί «πετρωμένα σκατά» το παρόν.

Αποξένωση και θάνατος

Ο Μπορίς Παστερνάκ έγραψε: «Πολύ μου άρεσε ο πρώιμος λυρισμός του Μαγιακόφσκι. Στο πλαίσιο της τότε γελοιότητας, η σοβαρότητά του, δύσκολη, τρομερή και παραπονιάρικη, ήταν τόσο ασυνήθιστη. Ηταν ποίηση που λαξεύτηκε με μεγάλη τέχνη, περήφανη, δαιμονική και ταυτόχρονα καταδικασμένη, αφανισμένη, σχεδόν καλούσε σε βοήθεια».

Τον Φεβρουάριο του 1930 γίνεται μέλος της Ρωσικής Ενωσης Προλεταριακών Συγγραφέων, γεγονός που προκάλεσε την καταδίκη από τους φίλους του. Η αποξένωση και το δηλητηριασμένο περιβάλλον επέτειναν την άσχημη ψυχολογική του κατάσταση, εξαιτίας των διαρκών ερωτικών απογοητεύσεων. Την ίδια στιγμή το καθεστώς τού αρνείται διαρκώς τα ταξίδια στο εξωτερικό, όπου ήθελε να συναντηθεί με μια γυναίκα με την οποία ήθελε να συνδέσει το υπόλοιπο της ζωής του. Στις 14 Απριλίου 1930 ένας πυροβολισμός διέκοψε το νήμα της ζωής του. Ηταν μόνο 36 χρόνων. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Μπορίς Παστερνάκ θα γράψει: «Τον Μαγιακόφσκι άρχισαν να τον εισάγουν υποχρεωτικά, όπως την πατάτα τον καιρό της Μεγάλης Αικατερίνης. Αυτό ήταν ο δεύτερος θάνατός του. Γι’ αυτόν όμως δεν ευθύνεται ο ίδιος».

Το βιβλίο «Σύννεφο με παντελόνια» σε μετάφραση, εισαγωγή σχόλια Δημήτρη Τριανταφυλλίδη θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις «Αρμός».

Μια ποιήτρια για δύο ποιητές

«Ο Παστερνάκ και ο Μαγιακόφσκι είναι συνομήλικοι. Και οι δύο είναι από τη Μόσχα, ο Μαγιακόφσκι λόγω αναστήματος, ο Παστερνάκ εκ γενετής. Και οι δύο στην ποίηση ήρθαν από αλλού, ο Μαγιακόφσκι από τη ζωγραφική, ο Παστερνάκ από τη μουσική. Και οι δύο έφεραν κάτι διαφορετικό: ο Μαγιακόφσκι «την πονηρή ματιά ενός απλού ξυλουργού», ο Παστερνάκ το ανείπωτο. Και οι δύο ήρθαν πλούσιοι. Και οι δύο δεν βρήκαν αμέσως τον εαυτό τους, τον οποίο βρήκαν οριστικά και αμετάκλητα στην ποίηση», σημειώνει διεισδυτικά και τρυφερά μαζί, η ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα στο κείμενό της «Το έπος και ο λυρισμός της σύγχρονης Ρωσίας: Μαγιακόφσκι και Παστερνάκ». Και συνεχίζει: «Ο Παστερνάκ δεν επιζητούσε τη δόξα. Μπορεί μάλιστα και να φοβόταν να την αντιμετωπίσει: μπορεί να φοβόταν το πανταχού παρόν, ψυχρό, αδιάφορο μάτι της δόξας. Ετσι η Ρωσία έπρεπε να τον προφυλάξει. Ο Μαγιακόφσκι από την άλλη, δεν φοβόταν, σηκωνόταν και φώναζε κι όσο πιο δυνατά ούρλιαζε τόσο πιο πολύ τον άκουγε ο λαός… Ο Παστερνάκ ποτέ δεν θα μιλήσει στην πλατεία. Αυτός θα έχει, έχει ήδη, ένα πλήθος μοναχικών, ένα μοναχικό πλήθος διψασμένων, τους οποίους ξεδιψάει σαν πηγή. Ακολουθούν τον Μαγιακόφσκι, αλλά ψάχνουν τον Παστερνάκ…».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή