«Φρούδες ελπίδες η οικουμενικότητα»

«Φρούδες ελπίδες η οικουμενικότητα»

7' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μεσημέρι Κυριακής. Το δροσερό, ανοιξιάτικο φως κάνει την Αθήνα δελεαστική. Ο καθηγητής Ιστορίας των Ιδεών στο City University της Νέας Υόρκης, Ρίτσαρντ Γουόλιν, δέχτηκε δίχως δεύτερη σκέψη την πρόταση για έναν περίπατο έως την Ακρόπολη. Εδειχνε ενθουσιασμένος. Λίγη ώρα αργότερα, στο αρχαίο θέατρο του Διονύσου, μου μίλησε για την πρώτη του επίσκεψη στον χώρο: «Ηταν μια στιγμή αιφνίδιας και ριζικής κατανόησης της ουσίας των κειμένων που δίδασκα. Η σχεδόν έρρυθμη εναλλαγή στο ανάγλυφο του ορίζοντα, αλλά και η ήπια κλίμακά του, μου αποκάλυψαν διαμιάς το βάθος και την «ατμόσφαιρα» των ιδεών και του πνεύματος του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Σωκράτη. Διαύγεια, αρμονία, λόγος. Ολα ήταν εδώ· μπροστά μου». Η ένταση στον τρόπο έκφρασης φανέρωνε μια ειλικρινή διάθεση εξομολόγησης, αλλά και μια υπόρρητη συγκίνηση.

Είχε αρχίσει η συζήτησή μας υπό τη σκιά της Ακροπόλεως, με τον προσκεκλημένο της Ελληνοαμερικανικής Ενωσης, του Hellenic American University και των εκδόσεων Πόλις, συγγραφέα, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Η γοητεία του ανορθολογισμού: Το ειδύλλιο της διανόησης με τον φασισμό. Από τον Νίτσε στον μεταμοντερνισμό», εκδομένο στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πόλις.

– Πώς θα περιέγραφε την εποχή και τους καιρούς μας ο ιστορικός του μέλλοντος;

– Ως μια εποχή όπου χάθηκε ένα μεγάλο στοίχημα. Το στοίχημα της συγκρότησης μίας κοσμοπολίτικης διακυβέρνησης. Επιδείξαμε αναμφίβολα εξαιρετικό σθένος στην ανάπτυξη και εμπέδωση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, αλλά όσον αφορά την ανάπτυξη και εξέλιξη της παγκόσμιας δημοκρατίας εμφανιστήκαμε μάλλον αδύναμοι, ίσως δειλοί. Δεν θέλω να παρεξηγηθώ. Γνωρίζω ότι η συγκρότηση ανάλογων οικουμενικών θεσμών συνιστά ένα εγχείρημα δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο.

Η ευκαιρία όμως υπήρξε, μας χαρίστηκε. Η απροσδόκητη, για τους περισσότερους από εμάς, πτώση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, γέννησε προσδοκίες. Θεωρήσαμε ότι είχε έρθει η ώρα για ένα άλμα προς την οικουμενικότητα. Οι ελπίδες μας ωστόσο αποδείχτηκαν φρούδες. Ενώ, ταυτόχρονα, προκύπτουν και νέα προβλήματα, ακόμη και στον τρόπο λειτουργίας της ίδιας της δημοκρατίας.

– Θεωρείτε ότι οι σύγχρονες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες περνούν μια περίοδο κρίσης;

– Οταν μεγάλοι υπερεθνικοί οργανισμοί όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προσδιορίζουν τις εναλλακτικές επιλογές, ορίζοντας κατ’ ουσίαν το τι πρέπει να κάνει το κάθε κράτος, η ισχύς της δημοκρατίας μοιραία εξασθενεί. Οι πολίτες δεν έχουν τη δυνατότητα να ελέγξουν τη μοίρα τους.

Η δράση αυτών των οικονομικών οργανισμών μπορεί να καταστεί ακόμη κι οδυνηρή. Αυτό αποδεικνύουν περιπτώσεις, όπως εκείνη της Βενεζουέλας, όπου όλη η μεσαία τάξη οδηγήθηκε στη διάλυση και στη φτώχεια. Επιστρέφουμε λοιπόν στην αρχική μας διαπίστωση: ξοδέψαμε -μάλλον απερίσκεπτα- μια μεγάλη ευκαιρία. Και αντί ενός «ανοίγματος», μιας διάθεσης διαλόγου και συναίνεσης σε παγκόσμια κλίμακα, βλέπουμε να κυριαρχούν η εσωστρέφεια και η ανασφάλεια.

Η πολιτική Μπους

– Πώς καταλήξαμε στην εσωστρέφεια και την ανασφάλεια;

– Τα χρόνια της διακυβέρνησης Μπους υπήρξαν ολέθρια. Πέτυχαν να οδηγήσουν ένα αρκετά μεγάλο μέρος του αμερικανικού κοινού στο αδιέξοδο του φόβου και της ανασφάλειας. Η κατάσταση είναι αναμφίβολα επικίνδυνη. Διότι έχεις ένα έθνος τρομοκρατημένο, το οποίο διαθέτει μια ανεξέλεγκτη και πανίσχυρη δύναμη πυρός.

Σε αυτό το πλαίσιο, η σκέψη των νεοσυντηρητικών υπήρξε απλοϊκή: διαθέτουμε τόση στρατιωτική δύναμη, τόσα υπερ-εξελιγμένα όπλα. Ας τα δοκιμάσουμε. Ας δούμε πόσο αποτελεσματικά είναι. Ετσι σκέφτονται οι στρατηγοί. Δεν αναλογίζονται ούτε τι μπορεί να σημαίνει κατοχή μιας χώρας ούτε τις πραγματικές συνέπειες ενός ασύμμετρου πολέμου.

– Μπορεί αυτό το αρνητικό κλίμα να αναστραφεί;

– Τα μηνύματα έως σήμερα είναι δυσοίωνα. Η αμερικανική πολιτική μετά την 11η Σεπτεμβρίου είχε ως συνέπεια την απώλεια της αλληλεγγύης των ευρωπαϊκών κρατών. Εάν οι Δημοκρατικοί χάσουν τις επερχόμενες εκλογές, το χάσμα μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής θα γίνει ακόμη πιο βαθύ.

Ελπίζω πως κάτι τέτοιο, όμως, δεν θα συμβεί. Γι’ αυτό και ψήφισα τον Ομπάμα, στο Ιλινόις. Η επιλογή μου υπήρξε συνειδητή και σαφής. Θεωρώ ότι μπορεί να φέρει την ανατροπή. Γνωρίζω τους συμβούλους του. Ξέρω ότι είναι διεθνιστές. Είμαι βέβαιος ότι θα προσπαθήσουν να ανατρέψουν το κακό κλίμα. Αν και τα πράγματα θα είναι αναντίρρητα δύσκολα.

Το «αντίβαρο»

– Με ποιο τρόπο θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε ζητήματα όπως εκείνο του Ιράκ ή του Αφγανιστάν;

– Θα μπορούσαμε να προκρίνουμε τη διεθνή συνεργασία και τη συλλογική αντιμετώπιση των προβλημάτων, να υπερασπιστούμε τη συντονισμένη επιβολή κυρώσεων και όχι την πολεμική ανάμειξη. Αντίστοιχες διεθνείς πρωτοβουλίες και προσπάθειες έχουν φέρει στο παρελθόν αποτέλεσμα. Οι διαδικασίες εσωτερικού εκδημοκρατισμού μπορούν να δουλέψουν δίχως την επιβολή στρατιωτικής επέμβασης- παρέμβασης. Θυμηθείτε το παράδειγμα της Νότιας Αφρικής.

Στο θέμα, τώρα, της δράσης των υπερεθνικών οικονομικών οργανισμών, υπάρχουν πολλά που μπορούν και πρέπει να γίνουν. Πρωτίστως, οφείλουμε να συγκροτήσουμε το «αντίβαρό» τους. Χρειάζεται, δηλαδή, να ιδρύσουμε διεθνείς οργανισμούς, οι οποίοι θα έρθουν να τιθασεύσουν τις δυνάμεις της αγοράς, αλλά και να θεραπεύσουν τις πληγές που προκαλεί. Οφείλουμε να επαναφέρουμε σε πλανητικό επίπεδο την έννοια της αναδιανεμητικής δικαιοσύνης και ενός είδους υπερεθνικής δημοκρατίας.

«Σεβασμός στις ουμανιστικές αξίες»

– Μπορεί ο Διαφωτισμός ή ο Ανθρωπισμός να αποτελέσουν την ιδεολογική πλατφόρμα στήριξης και ανάπτυξης αντίστοιχων προτάσεων, δίχως να επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος;

– Αυτό που σίγουρα πρέπει να αποφύγουμε είναι η χρήση του Διαφωτισμού και του Ουμανισμού ως άλλοθι για τον οικονομικό επεκτατισμό και την επιβολή των δικών μας συμφερόντων.

Ο Ουμανισμός και ο Διαφωτισμός αντιπροσωπεύουν την κριτική απέναντι σε κάθε μορφή ανισότητας και διάκρισης: φυλετικής, ταξικής, οικονομικής κ.λπ. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να εφεύρουμε εκ νέου τις αξίες τους. Πρέπει απλώς να τις σεβαστούμε, κατακρίνοντας την υποκριτική χρήση και εκμετάλλευσή τους.

Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις ο λόγος και οι αξίες αυτές έγιναν εργαλεία κατάκτησης και κυριαρχίας. Εάν αποποιηθούμε, ωστόσο, στο σύνολό τους αυτές τις ιδέες τότε θα καταλήξουμε δίχως τίποτε, δίχως κανένα μέσο αντίστασης, δίχως κανένα εργαλείο κριτικής της αδικίας, δίχως επιχειρήματα σχετικά με το γιατί κάθε μορφής ανισότητα θα πρέπει να θεωρηθεί ανήθικη.

Ενότητα του λόγου

– Εχουμε πράγματι ανάγκη την αλήθεια, σε έναν κόσμο πλουραλισμού των αξιών;

– Χρειαζόμαστε την αλήθεια. Ισως δεν χρειαζόμαστε την αλήθεια με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα, αλλά μια αλήθεια λιγότερο απόλυτη. Είναι μάλλον απίθανο να βρει κανείς σήμερα στοχαστές σαν τον Χέγκελ. Η απόπειρα συγκρότησης αντίστοιχης κλίμακας φιλοσοφικών συστημάτων θεωρείται πια ξεπερασμένη. Ζούμε σε μια εποχή περιορισμένων προσδοκιών σχετικά με την αλήθεια. Κι αυτό είναι το στοιχείο που μου αρέσει στον Χάμπερμας: ο δημοκρατικός και συναινετικός του προσανατολισμός. Υπερασπίζεται ένα σύστημα «ανοικτό». Προτάσσει τον σεβασμό στον πλουραλισμό, στη δημοκρατία και την ίδια στιγμή προασπίζεται την ανάγκη του διαλόγου. Φρονεί ότι μπορούμε να βρούμε μέσα από την πληθώρα και την πολυφωνία των απόψεων και των οπτικών ένα σημείο ενότητας του λόγου. Θεωρώ προσωπικά ότι αυτή είναι η μόνη κατάλληλη στάση σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται ως μη μεταφυσική.

Προκλήσεις

– Περιμένατε αυτή την αντίδραση στο βιβλίο σας «Η Γοητεία του Ανορθολογισμού»;

– Αυτό που μου προκάλεσε έκπληξη ήταν το γεγονός ότι ενώ είχα ήδη δημοσιεύσει αρκετά βιβλία, αυτό ήταν το πρώτο που «συζητήθηκε» και «ακούστηκε». Ισως επειδή διαπνεόταν από ένα έντονα πολεμικό ύφος, θέτοντας προκλήσεις σε μια μεγάλη, αν όχι την πλειοψηφούσα, μερίδα των Αμερικανών στοχαστών στις ανθρωπιστικές επιστήμες.

Αυτό που μου προκάλεσε, ωστόσο, τεράστια έκπληξη, διαβάζοντας τις πολεμικές τους κριτικές, ήταν το ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ήθελαν να επιχειρηματολογήσουν. Από τη μεριά μου προσπάθησα να αξιοποιήσω τεκμήρια και ιστορικό υλικό, να ανασυστήσω το ιστορικό σκηνικό της γενεαλογίας αυτών των ιδεών και να αποδείξω τις αφετηρίες τους. Εκείνοι δεν αποδέχτηκαν να επιχειρηματολογήσουν ή να παραθέσουν έστω την ελάχιστη απόδειξη ότι όσα υποστήριζα ήταν αναληθή ή ανυπόστατα.

Πολιτικοποιημένος φιλόσοφος

Η επαφή του Ρίτσαρντ Γουόλιν με την πολιτική ξεκινά από νωρίς. Εφηβος, παρακολουθεί από κοντά τη δίκη των «Επτά του Σικάγο» – μια υπόθεση εξαιρετικής συμβολικής σημασίας για το κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Στα δεκαοκτώ αποφασίζει να εγκαταλείψει το Σικάγο. «Κάτι με έσπρωχνε μακριά, ίσως το πολιτικό κλίμα, ίσως οι απέραντες και επίπεδες εκτάσεις του Ιλινόις». Μεταβαίνει στο Τορόντο. Στο Πανεπιστήμιο του York θα σπουδάσει Ιστορία και Φιλοσοφία. Είναι η εποχή της «πολιτικής ανυπακοής». Η νεολαία της Αμερικής «φλέγεται», διαμαρτύρεται για τον πόλεμο, αντιτάσσεται στον «κομφορμισμό», αλλά και «ξοδεύεται» δίχως νόημα. «Είχα πολλούς φίλους που κλήθηκαν για στρατολόγηση. Κάποιοι δεν επέστρεψαν ποτέ».

Ο Γουόλιν θα βρει πνευματικό καταφύγιο στα γραπτά της Σχολής της Φρανκφούρτης και στον Μαρξιστικό Ανθρωπισμό. «Οι ελπίδες είχαν αναπτερωθεί πιστεύαμε ότι κάτι θα βγει από όλη αυτή την αναταραχή». Το 1982 ολοκληρώνει το διδακτορικό του για τον Βάλτερ Μπένγιαμιν. Ξεκινά να διδάσκει Ιστορία και Πολιτική Θεωρία στο Reed. Το 1984 μεταβαίνει στο Rice. Τα χρόνια περνούν, πολλές προσδοκίες διαψεύδονται. Επειτα στο Πανεπιστήμιο Paris-X-Nanterre και το 2000 στο City University της Νέας Υόρκης, όπου και διδάσκει έως σήμερα.

Σε όλη αυτή την περίοδο αρθρογραφεί τακτικά: «Les Temps Modernes», «New Republic», «Dissent», «Los Angeles Times». Επιδιώκει συνειδητά την επικοινωνία με το ευρύτερο κοινό. Αυτό άλλωστε επιβάλλουν και τα πρότυπά του: «ξεχωρίζω τον Αντόρνο και τον Χάμπερμας. Η πολιτική, φιλοσοφική και δημόσια στάση τους συνοψίζει όλα όσα πρεσβεύω: ενεργή συμμετοχή στη δημόσια συζήτηση, αποφυγή των «στεγανών», αγώνας για τον δημόσιο διάλογο, υπεράσπιση της πολιτικής αυτονομίας».

Στα αμέσως προσεχή του σχέδια δίνει προτεραιότητα στη συγγραφή μιας ιστορίας της θεωρίας των δικαιωμάτων. Η στάση του ως προς αυτά παραμένει θετική, αλλά με κριτικό τρόπο: «Η σημασία των δικαιωμάτων είναι αναμφίβολα σημαίνουσα. Δεν είμαι ωστόσο ένας ανυποψίαστος υποστηρικτής τους. Ευελπιστώ ότι υπάρχει τρόπος να περιορίσουμε την ενίοτε στρεβλωτική επίδραση του ατομικισμού στον τρόπο με τον οποίο τα αντιλαμβανόμαστε».

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

-«Walter Benjamin: An Aesthetic of Redemption», 1982

-«The politics of Being: The political thought of Martin Heidegger», 1990.

-«Heidegger’s Children: Hannah Arendt, Karl Lοwith, Hans Jonas and Herbert Marcuse», 2001.

-«The Frankfurt School Revisited», 2006.

Στα ελληνικά:

-«Η Γοητεία του Ανορθολογισμού, Το ειδύλλιο της Διανόησης με τον Φασισμό. Από τον Νίτσε στον Μεταμοντερνισμό», μετ. Μ. Φιλιπακοπούλου, Αθήνα: Πόλις, 2006.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή