Μια αποτυχημένη εγχείρηση

4' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αριστοφάνης

Βάτρα-Χ

σκην.: Δημήτρης Λιγνάδης

Εθνικό Θέατρο

Το αιώνιο ερώτημα που μας απασχολεί: Υπάρχει τρόπος για να μεγαλώσουμε τη ζωή μας; Υπάρχει, υποστήριζε ο Ρωμαίος φιλόσοφος Σενέκας – ο Νεότερος (4 π.Χ – 65 μ.Χ.). Πώς; «Να προσέχουμε ώστε να μην ξοδεύουμε άγαρμπα κι άχαρα ό,τι πολυτιμότερο έχουμε – δηλαδή το χρόνο μας». Πριν από λίγο καιρό, στις 23 Ιουλίου συγκεκριμένα, και με αφορμή το «σκασιαρχείο» κάποιων 1.000 θεατών από την παράσταση «Βάτρα-Χ» του Εθνικού Θεάτρου στην Επίδαυρο στη δήθεν ανατρεπτική σκηνοθεσία του Δημήτρη Λιγνάδη, ο Απόστολος Λακασάς έψαχνε με μια πρόχειρη σφυγμομέτρηση, απ’ αυτήν εδώ την εφημερίδα, να διαπιστώσει εάν είναι δικαίωμα του θεατή να φεύγει στα μισά μιας παράστασης. «Η φυγή από την παράσταση είναι αναφαίρετο δικαίωμα του θεατή. Δεν νομίζω ότι πρέπει να εγκλωβιζόμαστε στην αστική αξιοπρέπεια που επιβάλλει να βλέπει κανείς μια παράσταση μέχρι το τέλος της», συνόψιζε τις περισσότερες γνώμες ο σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος.

Είδα αυτή τη παράσταση μετά τον καταιγισμό της φιλολογικά εμπεριστατωμένης κριτικής του Κώστα Γεωργουσόπουλου στα «ΝΕΑ». Ομως δεν την είδα στην Επίδαυρο αλλά στο λαϊκότερο Γκάζι, όπου ο -και ερμηνευτής Λιγνάδης- ανέφερε ότι «εμείς κάναμε τους Βατράχους για θεατές που θα μας βλέπουν από ψηλά, κι εδώ τους έχουμε από κάτω…». Τελικά, έβγαλα το συμπέρασμα ότι προσωπικά δεν συμφωνώ ακριβώς με τον Κ. Γεωργουσόπουλο, ο οποίος με δύο λόγια χαρακτήρισε αυτούς τους Βατράχους ως μια ακραία ξεφτίλα τόσο για τον χώρο της Επιδαύρου όσο και για τον φιλόγελο Αριστοφάνη. Οχι! Η παράσταση ήταν ακόμα χειρότερη: ήταν κακότεχνη, χοντροκομμένη και τελικά παρ’ όλη την «ντεμέκ» (όπως λέμε εμείς οι Θεσσαλονικείς όταν θέλουμε ν’ αποκαλύψουμε τα επίπλαστα και τα άτεχνα ψέματα) σπιρτάδα της, κατέληγε στο χειρότερο απ’ όλα – ήταν ανυπόφορα και μπερδευτικά βαρετή.

Οποιος λοιπόν έφυγε πριν από το τέλος ακολουθώντας τη σοφή συμβουλή του Σενέκα, κέρδισε πολύτιμο χρόνο. Από τη ζωή του. Δυστυχώς εγώ έμεινα μέχρι το τέλος βλέποντας μια κακή παράσταση ενός παραμορφωμένου αριστοφανικού έργου. (Η διασκευή της μετάφρασης του Νίκου Χαραλαμπόπουλου ήταν του Δημήτρη Λιγνάδη). Ανούσια εκσυγχρονισμένα «αστεία» εκεί όπου στο πρωτότυπο ο «οξύλαλος» (λέξη που σημαίνει «γλώσσα σπαθί» και την οποία χρησιμοποιεί στην κωμωδία αυτή ο συγγραφέας αναφερόμενος στον Αισχύλο) Αριστοφάνης κυριολεκτικά κεντάει το κείμενο με λεπτότητα, ο διασκευαστής -δηλαδή ο Δημήτρης Λιγνάδης- έκανε ανούσιο πνεύμα λες και αυτοσχεδιάζει κάποια χοντροκομμένα σκετσάκια σε σχολική εκδρομή.

Μήπως όμως φταίω εγώ; Μήπως παραείμαι διανοούμενος για να εκτιμήσω έναν εκσυγχρονισμό, τον οποίο δεν είμαι ούτε σε θέση ούτε σε ηλικία να εκτιμήσω σωστά; Ομολογώ ότι είχα κάποιες αμφιβολίες. Ομως μια παρέα νεαρών παιδιών δίπλα μου φανέρωνε κι αυτή ότι υπέφερε εξίσου από μια έκδηλη βαρεμάρα. Γιατί άραγε; Μήπως επειδή «Η δική μου γενιά ηθοποιών είτε δεν καταλαβαίνει τον Αριστοφάνη είτε τον έχει σιχαθεί; Γιατί Αριστοφάνης δεν είναι μια προτομή, ούτε απλά μόνο ένα κείμενο», όπως δήλωνε ο Δ. Λιγνάδης σε μια συνέντευξή του. Αλλά και στην εποχή του οι λογοτεχνικές αναφορές του ποιητή οι οποίες κάλυπταν ένα ευρύ φάσμα από τον Ομηρο έως τον Ευριπίδη δεν πρέπει να είχαν απήχηση στο μεγάλο κοινό. Μάλιστα ο ίδιος ο Αριστοφάνης σ’ ένα χωρίο των «Βατράχων» (στ. 1.099-1.118) υποστηρίζει πως πρόθεσή του ήταν όλες αυτές οι αναφορές στη λογοτεχνική παραγωγή να μην απευθύνονται αποκλειστικά και μόνο σε διανοουμένους αλλά σε ευρύτερο κοινό. Κι αυτό, επειδή ο ποιητής θεωρούσε τον λαό άξιο ν’ απολαύσει κάθε υπαινιγμό και κάθε παρωδία, όπως ακριβώς απολάμβανε και τους χονδροειδείς αστεϊσμούς του.

Χωρίς ξεκάθαρο μήνυμα

Ομως ασφαλώς και υπήρξε αναγνώριση από το κοινό για μια κωμωδία, η οποία διδάχθηκε πρώτη φορά στα Λήναια το 405 π.Χ. κερδίζοντας μάλιστα με «δημοκρατικές διαδικασίες» τα «Πρωτεία», δηλαδή το πρώτο βραβείο. Αλλά πάλι μήπως το γεγονός ότι η κωμωδία αυτή επέζησε δυόμισι χιλιάδες χρόνια δεν είναι μια απτή απόδειξη για την ισχύουσα αξία του συγκεκριμένου έργου; Πρώτο βραβείο για μία «δύσκολη» και μάλλον «εγκεφαλική» κωμωδία, από τη στιγμή που κεντρικό της θέμα είναι ένας ποιητικός διαγωνισμός που οργανώνει στον κάτω κόσμο ο Διόνυσος ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη. Ασφαλώς το πολιτικό μήνυμα του συγκεκριμένου έργου -η προτροπή για επιστροφή στην ολιγαρχία- δεν είναι ιδιαίτερα προσφιλές στις μέρες μας. Αλλά πάλι στην παράσταση όπου ο Δ. Λιγνάδης «προσπάθησε να αποκαταστήσει τον ποιητή. Με τον κάλο στον εγκέφαλο!…» -τα λόγια είναι δικά του- δεν υπήρχε έτσι κι αλλιώς κανένα ξεκάθαρο μήνυμα.

Ηταν μια παρωδία με χονδροειδείς αστεϊσμούς «πίστας» όπου ο νεάζων Γιώργος Μαρίνος, έκανε πότε τον κομπέρ, πότε τον Διόνυσο και πότε τον Ηρακλή. Η αλήθεια είναι πως μ’ αυτόν τον «ντεμέκ» αριστοφανικό νεωτερισμό το Εθνικό Θέατρο έπιασε πάτο. Η ευθύνη σίγουρα ακουμπά μέχρι και τον νέο καλλιτεχνικό Γιάννη Χουβαρδά, ο οποίος πανθομολογουμένως δεν τα έχει καταφέρει ικανοποιητικά ως καλλιτεχνικός διευθυντής αν κάνει κανείς τη σούμα μέχρι σήμερα.

Ηθοποιοί και σκηνικά

Με τον ίδιο τον Δ. Λιγνάδη να πρωταγωνιστεί σε μία αγχώδη πορεία να αποδειχθεί γελαστικός, μαζί με τον σαφώς καλύτερο, πιο λιτό και πιο συμμαζωμένο Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, με τη Δήμητρα Ματσούκα και τη Στεφανία Γουλιώτη αμήχανα ξεσαλωμένες και εξίσου αμήχανα «αξιοπρεπείς» και με ένα -στην κυριολεξία- τσούρμο αδίδακτων ηθοποιών όπου ο καθένας έκανε το μακρύ του και το κοντό του, η παράσταση ξεχείλωνε κι έκανε απίστευτες κοιλιές προσπαθώντας να λικνιστεί νεανικά. Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ελλης Παπαγεωργακοπούλου πάνω στο εξεπιτούτοις συνειδητό καρακατσουλιό του Αμερικανού εικαστικού Λούντβιχ Κουνς (Koons) – γνωστότερου ως τέως συζύγου της περίφημη Τσιτσιολίνα- και η επιθεωρησιακή χορογραφία του Φωκά Ευαγγελινού συμπλήρωναν μια σκηνοθετική σύλληψη η οποία εστιαζόταν σ’ έναν «Αριστοφάνη μ.χ. δηλαδή μετά το χειρουργείο» όπως με κάποια εξυπνακίστικη έπαρση δήλωνε σ’ άλλη του συνέντευξη ο Δ. Λιγνάδης. Ναι. Μόνο που η εγχείρηση απέτυχε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή