Η ανθρώπινη φύση ενώπιον της Θέμιδος

Η ανθρώπινη φύση ενώπιον της Θέμιδος

1' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν η κοινωνική πραγματικότητα έχει μια θέση στον ελληνικό κινηματογράφο, αυτή οφείλεται, κυρίως, στο ντοκιμαντέρ. Ο Ελληνογάλλος Μαρκ Γκαστίν πέρασε μέρες και ώρες καταγράφοντας δίκες στο Πρωτοδικείο Αθηνών. Πριν αναρωτηθείτε τι ενδιαφέρον μπορεί να παρουσιάζει το θέμα, αναλογιστείτε ότι στις αίθουσες των δικαστηρίων εξελίσσονται δράματα, με πρωταγωνιστές και «κείμενα» που όχι μόνο αποτυπώνουν αλλά και απογυμνώνουν την ανθρώπινη φύση.

Στο πρώτο πλάνο της «Θέμιδος» (***), ο φακός παρακολουθεί τα λεωφορεία να αδειάζουν τον ετερόκλητο πληθυσμό της Ευελπίδων. Θέατρο μιας κοινωνίας μάλλον δικομανούς αν κρίνουμε από τα στοιχεία: ένας στους δέκα Ελληνες πηγαίνει, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, στα δικαστήρια. Δύο χιλιάδες περίπου υποθέσεις αστικές και ποινικές φτάνουν κάθε μέρα στα ακροατήρια του Πρωτοδικείου Αθηνών. Οι μισές αναβάλλονται. Ο αριθμός των εκκρεμών δικογραφιών στα διοικητικά δικαστήρια αγγίζει τις 415.819. Στα Διοικητικά Πρωτοδικεία εισάγονται κάθε χρόνο πάνω από 100.000 υποθέσεις. Από αυτές περαιώνονται περί τις 85.000.

«Οταν γυρίζαμε την ταινία», σημειώνει ο σκηνοθέτης, «όσοι έμπαιναν νωρίς στην αίθουσα και μας έβλεπαν να στήνουμε τρεις κάμερες και μια ντουζίνα μικρόφωνα, μας ρωτούσαν: «Για ποιον όλα αυτά;». Δυσκολεύονταν να κατανοήσουν ότι κάναμε τόσο κόπο όχι για κάποιο διάσημο εγκληματία αλλά για μια πληθώρα τυχαίων άγνωστων με «συνηθισμένες» υποθέσεις». Η ικανότητα του Γκαστίν, ασκημένη και στο προηγούμενο βραβευμένο ντοκιμαντέρ του «Μασσαλία, μακρινή κόρη», είναι οι ρεαλιστικοί – αφηγηματικοί χρόνοι. Η ατμόσφαιρα που κατορθώνει να αναδείξει μέσα από τις διηγήσεις των «ηρώων» του. Οι χαρακτήρες που διαγράφονται μέσα από αντιδικίες, οικογενειακές διαφορές, παραβάσεις κάθε είδους, τσακωμούς χωρίς σημασία, ψευδομαρτυρίες. Ο Μαρκ Γκαστίν είναι εκεί· δεν βιάζεται. Περιμένει, ανταμείβεται και μας ανταμείβει.

Η δεύτερη ελληνική ταινία της εβδομάδας, του Κάρολου Ζωναρά «Ο γιος του Τσάρλι» είναι δύσκολο να «βαθμολογηθεί». Θα μπορούσε – με προσπάθεια – να την κατατάξει κανείς στο νουάρ, στην κοινωνική περιπέτεια, ακόμη και στο θρίλερ. Ομως η προχειρότητα και ο ερασιτεχνισμός που τη διατρέχουν κάνουν σκόνη οποιαδήποτε απόπειρα κατάταξης.

Τη χαρακτήρισαν -από αμηχανία;- καλτ. Απέχει πολύ όμως, τουλάχιστον, από την εκκεντρικότητα. Εκτός αν και μόνο το γεγονός ότι ασχολείται κανείς με ναρκωτικά, υπόκοσμο και τραβεστί αρκεί για να αποκτήσει το άλλοθι του περιθωρίου. Ομως ο κινηματογράφος είναι τέχνη. Οπως και η εκκεντρικότητα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή