«Είμαστε σε σύγχυση, κανείς δεν μας εμπνέει»

«Είμαστε σε σύγχυση, κανείς δεν μας εμπνέει»

3' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Βράδυ Τετάρτης, στην οδό Αμοργού στην Κυψέλη, εκείνοι που κινούνται στην ανηφόρα είναι κυρίως μελαψοί μετανάστες, κυρίαρχοι της περιοχής με το βάρος της ημέρας και ό,τι απέμεινε από το φορτίο που απλώνουν τις πρωινές ώρες στα πεζοδρόμια του κέντρου.

Παραφωνία, οι ευχαριστημένοι θεατές που βγαίνουν φανερά χαμογελαστοί από το θέατρο «Χώρα», σχολιάζοντας δυνατά τους πρωταγωνιστές του έργου που έγραψε η Δήμητρα Παπαδοπούλου, ανακουφίζοντας την καταθλιπτική τους καθημερινότητα. Κυρίως τον «αθεόφοβο» ψυχαναλυτή, που κάνει κουμάντο στη σκηνή.

Η αλήθεια είναι ότι ο πρώην ηχολήπτης, ο οποίος έχασε τη δουλειά του γιατί έκλεψε τις τιράντες του Διονύση Σαββόπουλου (Κλέων Γρηγοριάδης), και η χορεύτρια στο επάγγελμα σύζυγός του (Μαρία Λεκάκη), που της αρέσει να βλέπει telemarketing ακόμη και στις πολύ προσωπικές τους στιγμές, δεν αφήνουν στιγμή που να μην αποσπάσουν εύκολα το γέλιο του κοινού στο έργο «Η σεξουαλική ζωή του κυρίου και της κυρίας Νικολαΐδη». Ομως αυτός που κλέβει την παράσταση είναι ο Γιάννης Ζουγανέλης.

Οργώνει με άνεση τη σκηνή, επιτίθεται με ερωτήσεις στο κοινό με την ιδιότητα του ψυχαναλυτή, τους αιφνιδιάζει ζητώντας τους να ψηφίσουν την εξέλιξη της ιστορίας, είναι ετοιμόλογος με τις απρόσμενες αντιδράσεις, ισορροπιστής. Πάνω απ’ όλα αστείος. Στα 54 του, ο ηθοποιός, τραγουδιστής, τραγουδοποιός, παρουσιαστής, μοιάζει αστείρευτος. Οι περισσότεροι απ’ όσους τον πλησιάζουν στο τέλος δεν γνωρίζουν ότι ξεκίνησε γράφοντας βυζαντινή μουσική, ότι ήταν από τους καλύτερους μαθητές του Ελληνικού και ύστερα του Εθνικού Ωδείου, ότι σπούδασε σύνθεση, ενορχήστρωση και όπερα στην Ακαδημία Τεχνών του Μονάχου, αλλά και αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ, ότι αγάπησε τις μουσικές του Σκαλκώτα, του Μάντζαρου και του Καλομοίρη άσχετα αν ξεχώρισε στη δεκαετία του ’80 στις ροκ παρέες του «Αχ, Μαρία» στα Εξάρχεια και για τις μουσικές του σε τηλεοπτικές σειρές και κινηματογραφικές ταινίες.

Μιλάει ο ίδιος

Καταπιάνομαι με πολλά. Πάνω από όλα εκφράζομαι με τον ήχο. Με εντυπωσιάζει ο ήχος της φύσης και των ανθρώπων. Πάντα προσέχω τον ήχο του συνομιλητή μου. Τι εκπέμπει. Οχι τη φωνή του, αλλά τον ήχο του που μπορεί να με κάνει να τον πλησιάσω ή να απομακρυνθώ. Το ίδιο συμβαίνει και με τα ζώα. Αλλα με φέρνουν κοντά τους και άλλα με διώχνουν.

Μεγάλωσα πολύ μικρός. Αρχισα να λειτουργώ μέσα στην κοινωνία από νωρίς. Από τη στιγμή που ανακάλυψα ότι κηδεμονεύω τους κωφάλαλους γονείς μου. Μπήκα στη διαδικασία να σκέφτομαι αναγκαστικά. Η έλλειψη της άμεσης επικοινωνίας μαζί τους με οδήγησε στην άμεση επικοινωνία με τον υπόλοιπο κόσμο. Εμαθα να απαιτώ, να δρω και να δημιουργώ. Ο,τι έχω κατακτήσει, το έκανα μόνος μου. Οπότε δεν έχω ούτε παράπονα ούτε πικρίες.

Πιγκ πογκ με το κοινό. Μου αρέσει που είναι συνεργό στην εξέλιξη της παράστασης. Σαν μια καλή παρτίδα. Επίσης το έργο της Δήμητρας Παπαδοπούλου, γιατί προσπαθεί να μιλήσει για την ελευθερία των ανθρώπων και όχι την ελευθεριότητα. Επειδή προσπαθεί να ψυχαγωγήσει και όχι να διασκεδάσει τον κόσμο. Παρατηρώ τις αντιδράσεις τους και βλέπω πως οι ηλικιωμένοι έχουν μεγαλύτερη σοφία. Εχουν μέτρο και καθόλου εξυπνακίστικη διάθεση.

Τα παιδιά είναι αποκλεισμένα. Το βλέπω στον χώρο του τραγουδιού. Στη δισκογραφία πρόλαβα τους μεγάλους ποιητές και δημιουργούς. Μέσα από τον «Αυλό», το label που έχω, βλέπω ότι γράφονται ενδιαφέροντα πράγματα, όμως εύκολα δεν έχουν πρόσβαση οι εμπνευστές τους. Δεν έχουν τσαγανό οι νέοι· αυτό είναι το πρόβλημα. Οταν κάποιος δεν έχει τη δύναμη της πρωτοβουλίας και απογοητεύεται εύκολα, δεν μπορεί να γοητεύσει. Ενα άλλο πρόβλημα είναι η παιδεία. Τότε τα πανεπιστήμια ήταν περισσότερο συγκροτημένα. Σήμερα είναι τελείως διαλυμένα. Η μόρφωση εξαρτάται αποκλειστικά από τον εκπαιδευόμενο. Οι καθηγητές και οι άνθρωποι του πνεύματος μοιάζουν βολεμένοι, δεν παίρνουν θέση. Τέρατα χωρίς ιεροσύνη. Σιωπούν και λουφάζουν. Η ποίηση, όμως, δεν σιωπά ούτε κλείνεται στις αράχνες.

Ντρέπομαι που ανήκω στη γενιά του Πολυτεχνείου. Ημουν φοιτητής στο μεταίχμιο της μεταπολίτευσης. Οι παλιότεροι από μας, η γενιά της αντίστασης, με μικρότερη καλλιέργεια, γνώση και εφόδια, πολέμησαν για να υπάρχουμε σήμερα. Κι εμείς, η γενιά του Πολυτεχνείου, τους κατασπαράζει και οδηγεί τους συνταξιούχους στην εξαθλίωση. Γιαπάκια όλοι τους, με Καγιέν, που μας συντονίζουν από τις βίλες τους. Ζούμε μια φριχτή εποχή που δεν εμπνέει κανείς κανέναν.

Δεν καταλαβαίνω τον ρόλο της Εκκλησίας. Ούτε της Αριστεράς. Δεν υπάρχει νέα μορφή αγώνα. Κατακτά κανείς κάτι δυνατό με τους αποκλεισμούς στο κέντρο; Γινόμαστε γραφικοί. Πάμε κάθε φορά να διαμαρτυρηθούμε έξω από την αμερικανική πρεσβεία, αλλά ποτέ έξω από τη γερμανική; Είμαστε όλοι σε σύγχυση. Κανείς δεν μας εμπνέει. Στα παιδιά μας οφείλουμε να παραδώσουμε κάτι καλύτερο.

Οι γονείς μου μου άνοιξαν τους ορίζοντες. Αυτό προσπάθησα να δείξω και στην κόρη μου, που την καμαρώνω. Οταν γεννήθηκε της έμαθα το αίσθημα της ελευθερίας που έμαθα στη δική μου οικογένεια. Πρέπει να κόβουμε τον ομφάλιο λώρο εγκαίρως. Αφήστε τα παιδιά ελεύθερα, χωρίς «μη» και διδακτισμούς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή