Μόνο βόμβα σώζει αυτή την πόλη…

Μόνο βόμβα σώζει αυτή την πόλη…

6' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ραντεβού μας είχε κλειστεί καιρό πριν. Εμενε μόνο να βρει λίγο χρόνο ο Γιάννης Τσεκλένης, ανάμεσα στις μετακινήσεις του για τα πρότζεκτ που ετοιμάζει, Διόνυσος – Μεταξουργείο, Πειραιάς – Σαντορίνη, για να ορίσουμε ημέρα και ώρα, και κυρίως τόπο. Του ζήτησα να επιλέξει μια διαδρομή που σημαίνει κάτι για τον άνθρωπο που όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει τη μόδα, στράφηκε στο ντιζάιν της ζωής. «Το Μεταξουργείο, ο Κεραμεικός είναι η μοναδική ελπίδα της Αθήνας», θα μου πει από το τηλέφωνο. Το ραντεβού δίνεται στη συμβολή των οδών Κολωνού και Αγησιλάου, κοντά στο γραφείο του.

Ο Γιάννης Τσεκλένης αγαπάει την Αθήνα. «Και δεν την αγαπάω απλώς όπως όλοι αγαπάνε την πόλη τους… Επειδή την έχω ζήσει από 12 ετών παιδί, όταν ξεκίνησα να δουλεύω στο κατάστημα του πατέρα μου στην οδό Ερμού… Τα καλοκαίρια. Αγάπησα πάρα πολύ την Αθήνα, γι’ αυτό και έχω και πολλές ανησυχίες, προτείνω διάφορα πράγματα για την πόλη, ίσως έχω γίνει γραφικός, εντός και εκτός εισαγωγικών».

Μιλάει με πάθος, καθώς περπατάμε στα μικροσκοπικά δρομάκια, στους πεζόδρομους, όταν δείχνει τα χαμηλά σπίτια που μαρτυρούν άλλες εποχές. Δεν τρελαίνεται όταν του ζητάω να φωτογραφηθεί στις αγαπημένες του γωνιές, υιοθετώντας τη λογική «δείχνε τη δουλειά σου, όχι το πρόσωπό σου». Πονάει την πόλη και αναζητεί λύσεις. Πώς βρέθηκε όμως στο Μεταξουργείο;

«Το 1978 που γύρισα από την Αμερική και ξαναεγκαταστάθηκα στην Ελλάδα, βρέθηκα με μια συνεργασία με το Μινιόν, να δουλεύω στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου. Το 1988, που έπρεπε να φύγουμε, επέλεξα σαν ιδανικό χώρο το Μεταξουργείο. Και πρέπει να είμαι από τους πρώτους που κατέβηκαν εδώ. Το έκανα με την ωριμότητα που είχα αποκτήσει στην Αμερική ότι οι παλιές βιοτεχνικές περιοχές, όπως το Σόχο, είναι τα μεγάλα κέντρα τέχνης…. Βρίσκομαι εδώ 24 χρόνια».

«Αγγίζω την αρχιτεκτονική»

Η διαδρομή είναι γοητευτική. Την ημέρα τουλάχιστον. Νομίζεις ότι έχει σταματήσει ο χρόνος, πως βρίσκεσαι σε μια άλλη πόλη. Στεκόμαστε στην οδό Γερμανικού, έξω από το νεοκλασικό που φέρει την υπογραφή του Γιάννη Τσεκλένη. Πίσω από τα κάγκελα διαβάζω τη διακριτική ετικέτα: «Αποκατάσταση διατηρητέου κτιρίου και καλλιτεχνική επιμέλεια Tseklenis Design».

Ο Γιάννης Τσεκλένης εξηγεί: «Εφτασα στο σημείο πριν από έξι χρόνια, λόγω της ενασχόλησής μου με τα σπίτια και τα ξενοδοχεία που ξαναφτιάχνω και επιμελούμαι -στα οποία αγγίζω την αρχιτεκτονική χωρίς να είμαι αρχιτέκτονας-, να πάρω ένα τέτοιο σπίτι στην οδό Γερμανικού και να το φτιάξω σαν επαγγελματικό χώρο με σκοπό την εκμετάλλευση, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού, διατηρητέο βέβαια, και το αποκατέστησα».

Στην περιοχή υπάρχουν περίπου 200 διατηρητέα σπίτια, που κινδυνεύουν. «Πρέπει να υπάρξει μια ελαστικότητα ειδικών ρυθμίσεων να σωθούν οι εξωτερικές όψεις, να δοθούν κάποια κίνητρα… Αλλά ποιος θα κουρέψει τις πολυκατοικίες;» λέει ο Γιάννης Τσεκλένης.

Στο σημείο αυτό ο άνθρωπος που έχει «ντύσει» την πόλη με στολές, τρόλεϊ, τρένα, λεωφορεία, κάνει μια ευχή… «Ο μεγάλος Τσαρούχης είπε ότι «οι καινούργιοι ευεργέτες αυτής της χώρας δεν θα είναι αυτοί που χτίζουν αλλά αυτοί που γκρεμίζουν». Σήμερα με τα δισ. ευρώ που βρίσκονται εντός και εκτός Ελλάδας και περιμένουν να έρθουν να επενδυθούν, ας έρθουν να πάρουν τέτοιες πολυκατοικίες άνθρωποι που θα διαιωνίσουν και το όνομά τους -γιατί με τον πλούτο δεν διαιωνίζεται το όνομα-, να πάρουν άθλιες πολυκατοικίες της δεκαετίας του ’60 και του ’70, για να τις κατεδαφίσουν και να κάνουν πάρκα».

Και εξηγεί: Ναι, οι δημόσιοι χώροι είναι ελάχιστοι. Οχι, η φτώχεια σε κονδύλια δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να γίνονται μελέτες. Ναι, ας σκύψουν και ας ρωτήσουν οι αρμόδιοι τους ιδιώτες πόσο μπορούν να συνδράμουν.

Σαν παραμύθι

«Η ομορφιά της περιοχής πρέπει να διατηρηθεί, με ευκολίες από το ΥΠΠΟ, για την αποκατάσταση αυτών των σπιτιών. Δεν αναστηλώνουμε τον Παρθενώνα. Είναι κάποια σπίτια που θα καταρρεύσουν σε λίγο καιρό. Αρα αυτά πρέπει να σωθούν. Αισθητικά θα είναι μια πανέμορφη δουλειά αν σωθούν. Πώς λέμε την οδό Παραμυθιάς; Είναι παραμύθι τα δρομάκια αυτά…».

Το παραμύθι έχει πολλές αναγνώσεις. Οσο περπατάμε, όλα μοιάζουν ήσυχα. Τον ρωτάω για την εγκληματικότητα στην περιοχή. «Ο καημός των ανθρώπων που κατοικούν και εργάζονται εδώ είναι η εγκληματικότητα. Δεν μιλάμε για εγκληματικότητα που ανατριχιάζεις, αλλά μικροκλοπές. Το βαποράκι που δεν έδωσε ηρωίνη και σπάει ένα αυτοκίνητο, κλέβει μια τσάντα, μια αλυσίδα από τον λαιμό. Στη Νέα Υόρκη, την πόλη παράδεισο του πολιτισμού και της καλής ζωής, όταν πρωτοπήγαινα πριν από 40 χρόνια ήμουν από τους τυχερούς που δεν με είχαν κλέψει».

Τι κοινά έχει η Αθήνα του σήμερα με τη Νέα Υόρκη του τότε; O Γιάννης Τσεκλένης είναι απόλυτος: «Είμαστε πιο άσχημα από τη Νέα Υόρκη πριν από 40 χρόνια. Γιατί έχουμε μια αισθητική ασχήμια, όχι μόνο ρατσιστική, εκεί ήταν μαύροι, Αφρικάνοι, εδώ κυκλοφορούν κάτι τύποι μεταξύ σκούρου και άπλυτου, έχουμε απλώς ταλαίπωρους μετανάστες…»

Τι προτείνει ο Γιάννης Τσεκλένης; «Σήμερα θα αντιμετωπίσουμε μεγάλα κύματα δικών μας αστέγων, όχι μόνο μεταναστών. Δεν μπορούν να κοιμούνται στις πόρτες. Πρέπει να γίνουν οργανωμένα πράγματα. Δεν είναι ρατσισμός να προσφέρουμε μεγάλα στρατόπεδα, άχρηστα για την πόλη, κι εκεί να γίνουν καταυλισμοί ανθρώπων που είναι άστεγοι, να έχουν και υγειονομικό έλεγχο…»

Στο σημείο αυτό, το πάθος γίνεται οργή. «Καμία πόλη του κόσμου δεν έχει αυτό το μπάχαλο που έχει η Ελλάδα, ή τουλάχιστον η Αθήνα. Τουλάχιστον πόλη του δυτικού κόσμου. Ας πουλήσουν το μισό Ελληνικό που δεν θα το συντηρήσουν ποτέ, η πόλη χρειάζεται πάρκα».

Καθώς περπατάμε, κουβεντιάζουμε για όλα. Για την επέλαση των Κινέζων. «Δεν τη θεωρώ αρνητική, αλλά ευχάριστη. Οσο αντέξουν κι αυτοί. Δεν μας φταίνε οι Κινέζοι για την κατάπτωση. Με τα δυο μας χέρια βγάλαμε τα μάτια μας. Οι Κινέζοι εμπόριο κάνουν, παραγωγή θα κάνουν οι Ινδοί και οι Πακιστανοί. Οι Κινέζοι παραείναι έξυπνοι για να γαζώνουν. Σήμερα με τα καταστήματά τους δίνουν ζωή στην πόλη».

Τι τον ενοχλεί στην Αθήνα; Ο Γιάννης Τσεκλένης απαντά: «Η Αθήνα δεν έχει χρώμα. Με ενοχλεί το αρχιτεκτονικό μπάχαλο που εμπνεύστηκε η πόλη, μεταπολεμικά. Είναι το έγκλημα που δεν γυρίζει πίσω. Μόνο με βόμβα ή σεισμό σώζεται η πόλη. Αν δεις από τα Τουρκοβούνια πάνω, και δεν νετάρεις, νομίζεις ότι είσαι στο Αγαδίρ, σαν κάτι γκρεμισμένο, άναρχα χτισμένο, σαν ένα σκονισμένο πράγμα. Σαν μια γαβάθα με ρύζι, που την έχει πατήσει μια αρβύλα στη μέση».

Ο πολιτισμός μας, το Τουρκολίμανο

Τι δεν αντέχει στην πόλη; «Το σκουπιδαριό. Η τάση να πετάω έξω από το σπίτι μου ό,τι υπάρχει… ». Επίσης το θέμα της ασφάλειας. «Εχουμε τον αστυφύλακα που τον θέλουμε να διαλύει διαδηλώσεις, να μας προστατεύει και σαν εικόνα να περπατάει. Τον κάναμε μπάτσο που πουλάει την ηρωίνη. Και δεν υπερθεματίζω επειδή έντυσα την αστυνομία πριν από 28 χρόνια, αλλά γιατί αυτοί οι υπάλληλοι πρέπει να παίζουν 3 – 4 ρόλους. Είναι τόσο βαριεστημένοι αυτοί οι άνθρωποι, που ενδεχομένως σαν όλους τους Ελληνες είναι και κακοπληρωμένοι.»

Δεν θέλει να γκρινιάζει. Λέει ξανά και ξανά πόσο ταλέντο υπάρχει στην Ελλάδα… Κάπου στο τέλος της διαδρομής μας, επιστρέφοντας προς την οδό Πειραιώς, του ζητάω ένα δείγμα πολιτισμένης ζωής. «Στην Αθήνα; Ολα είναι διάσπαρτα. Η Αθήνα δεν έχει ένα κέντρο. Πριν από 10 χρόνια ήρθε μια Τουρκάλα δημοσιογράφος από τη «Χουριέτ» για συνέντευξη. Επειδή είχε συλλαλητήριο, την έφερα από την Αλεξάνδρας στην οδό Κολωνού. Οταν τελειώσαμε μου είπε: «Πού είναι η ωραία όψη της Αθήνας;» Κι εγώ ντράπηκα και της απάντησα: «Δεν έχουμε πάει ακόμη». Ανέβηκα τη Συγγρού, είδε την Ακρόπολη, το Ζάππειο, την πήγα γύρω-γύρω, στο Σύνταγμα. Της είπα: «This is a better side of Athens». Ευτυχώς δεν έχω πια τόσους ξένους να ξεναγήσω. Αν έρθει κανένας ξένος, τον πάω στο Τουρκολίμανο. Ο πολιτισμός μας είναι το Τουρκολίμανο».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή