Συναντήσεις με τριάντα τρία ιερά τέρατα

Συναντήσεις με τριάντα τρία ιερά τέρατα

4' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΑΝΤΑΙΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΔΗΣ
Οι κεραίες της εποχής μου
εκδ. Καστανιώτης

«Ο κάθε συγγραφέας έχει κάτι να σου δώσει». Αυτή η μικρή φράση βρίσκεται στην εισαγωγή του βιβλίου «Οι κεραίες της εποχής μου». Πρόκειται για συνεντεύξεις με μερικούς από τους πλέον σημαντικούς ανά τον κόσμο συγγραφείς. Ξεκίνησαν πριν από μερικά χρόνια και συνεχίζονται, με αποτέλεσμα να έχει αποθησαυριστεί στην ΕΡΤ ένα σπάνιο και εξαιρετικό αρχείο.

Στο βιβλίο, ο Ανταίος Χρυσοστομίδης αφηγείται τις συναντήσεις με τριάντα τρία ιερά τέρατα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Η αφήγησή του στηρίζεται, με μια πρώτη ματιά, στις πολλές και κάθε είδους παρατηρήσεις ή σημειώσεις, που είχε κρατήσει ξεχωριστά για την κάθε συνάντηση τον καιρό που έλαβε χώρα. Και στην αύρα που άφησαν στη μνήμη του μερικές από τις πιο εντυπωσιακές ή τις πιο συγκινητικές συναντήσεις.

Κάθε καλό βιβλίο είναι ένα ταξίδι, λένε, και δεν αποκλείεται να είναι σωστό. Μόνο που το υβριδικό βιβλίο «Οι κεραίες της εποχής μου» είναι ένα παλίμψηστο ταξιδιών, που το ένα κρύβεται κάτω από ένα άλλο. Μάλλον δεν θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά, αφού το βιβλίο έχει την υπογραφή του Ανταίου, ενός ανθρώπου πολυταξιδεμένου τόσο ανά την υφήλιο όσο και στον δύσβατο εκείνο χάρτη της λογοτεχνίας, των ιδεών, αυτής καθεαυτήν της ανθρώπινης εμπειρίας.

Ταυτόχρονα, σε ένα άλλο, πιο βαθύ μα εξίσου γοητευτικό επίπεδο, ο αναγνώστης συνειδητοποιεί τον ατελεύτητο χαρακτήρα ενός διαφορετικού ταξιδιού, εκείνου στο οποίο ξανοίγεται κάθε φορά ο συγγραφέας όταν αρχίζει να ξεδιπλώνει τη σκέψη του. Συνειδητοποιεί, δηλαδή, ότι δεν υπάρχει, έστω ότι μοιάζει σαν να μην υπάρχει, συγγραφική Ιθάκη για τους εν ζωή συγγραφείς – γι’ αυτό και στον επίλογο του βιβλίου ο Ανταίος αναφέρει με τρυφερά αισθήματα τον Ζοζέ Σαραμάγκου, τον Χάρι Μούλις, τον Κάρλος Φουέντες και βέβαια τον καλό του φίλο Αντόνιο Ταμπούκι, από τους οποίους είχε πάρει συνεντεύξεις προτού εκείνοι αποβιβαστούν στην κοινή, όχι μόνο για τους συγγραφείς, Ιθάκη του θανάτου. Οι περί τη λογοτεχνία απόψεις τόσο σημαντικών συγγραφέων «προκαλούν» τον αναγνώστη να ανοίξει τα δικά του τα πανιά στα πελάγη της πολύχρωμης και στοχαστικής λογοτεχνίας τους, να τους γνωρίσει, να τους ευχαριστηθεί και προπαντός να μάθει για τον κόσμο, και για τον εαυτό του, περισσότερα.

Διαβάζοντας το βιβλίο έθεσα στον εαυτό μου το ερώτημα γιατί να υπάρχει, αφού υπήρχαν ήδη οι τηλεοπτικές συνεντεύξεις με τους συγγραφείς. Απαντήσεις έδωσα αμέσως, και μάλιστα πολλές. Πρώτα πρώτα, αυτά τα δύο δεν επικαλύπτονται ούτε ως είδος ούτε ως υλικό. Τις συνεντεύξεις τις βλέπεις και μετά χάνονται για πάντα, αφήνοντας μια έντονη εικονιστική ανάμνηση του συγγραφέα και του σκηνικού του χώρου ή της πόλης του, ενώ αυτό το βιβλίο μένει για να σε συντροφεύουν οι συγγραφείς, για να ξαναγυρίζεις στη σοφία και στο ταξίδι τους όποτε το θελήσεις, για να το αγγίζεις με το χέρι σου, να το σημειώνεις, να το υπογραμμίζεις. Κατά βάθος, σκέφτηκα, ο συγγραφέας είναι, και θα είναι, πάνω απ’ όλα φτιαγμένος με χαρτί και μελάνι, με σελίδες με λέξεις. Ο συγγραφέας είναι το βιβλίο του. Τα υπόλοιπα υποστηρίζουν και διευρύνουν αυτό που είναι ένα λογοτεχνικό βιβλίο. Είναι πάρα πολύ χρήσιμα εφ’ όσον έχουν την απαιτούμενη ποιότητα, καθόλου δεν το αμφισβητώ, ιδιαίτερα στην εποχή μας, πρέπει όμως να υπηρετούν και να αναδεικνύουν το βιβλίο.

Πολλές ζωές κι απόψεις

Το βιβλίο διαβάζεται λίγο πολύ και σαν ένα απολαυστικό μυθιστόρημα, καθώς περιέχει πολλές ζωές κι άλλες τόσες απόψεις. Ο συγγραφέας του έχει τη δική του ισχυρή παρουσία από την αρχή μέχρι το τέλος. Σχεδόν γίνεται κι αυτός μια περσόνα του βιβλίου, που συνδιαλέγεται με τις υπόλοιπες. Θα έλεγα μάλιστα ότι σε λίγα σημεία αφήνει να φανούν αποσπάσματα της αφανούς δικής του βιογραφίας, λόγου χάριν οι παιδικές του αναμνήσεις από το Κάιρο κατά τη συνάντησή του με τον Γκαμάλ αλ Γιτανί εκεί. Καταθέτει μιαν εις βάθος γνώση για την πορεία ορισμένων συγγραφέων, που δεν στηρίζεται απλώς στα βιβλία τους, αλλά και σε ξεχασμένες πλέον συνεντεύξεις τους ή σε άλλα τεκμήρια. Θέλω να σημειώσω ακόμη πόσο συμπαθητική, πόσο κοντινή στον αναγνώστη γίνεται η φιγούρα του Ανταίου όταν περιγράφει το άγχος του πριν από πολλές συναντήσεις, ιδιαίτερα με συγγραφείς που δεν είχε ξανασυναντήσει. Ή τη μεγάλη του ανασφάλεια απέναντι σε κάποιον δύστροπο ή ναρκισσιστή συνομιλητή, την ανακούφισή του όταν επιτέλους «σπάει ο πάγος» και ανοίγεται ο συγγραφέας χωρίς να παίζει το γνωστό κρυφτούλι του, όταν πλέον εμπιστεύεται τους συνομιλητές του, όταν αρχίζει να έχει μια συναισθηματική επαφή μαζί τους (γι’ αυτό κι επιμένω πως η σκοπιά του βιβλίου είναι κατά βάθος ανθρωποκεντρική, πως έχει δηλαδή έναν αναγεννησιακό γνωσιακό χαρακτήρα).

Θα τελειώσω πιο προσωπικά. Μιλώ για ένα αίσθημα ευφορίας που με διακατείχε όσο διάστημα το διάβαζα. Μιλώ για το ανέλπιστο κουράγιο που μου έδωσε, μέσα σε μια δική μου πολύ γκρίζα περίοδο. Μιλώ για την αναπτέρωση της πίστης μου στη λογοτεχνία μέσα σε μιαν Ελλάδα που τα τελευταία χρόνια καταρρέει ασταμάτητα κι ασύμμετρα, παρασέρνοντας σχεδόν τα πάντα στον γκρεμό. Μιλώ, τέλος, για τη διαπίστωση ότι ακόμη και σ’ αυτή την εξαιρετικά προβληματική, την εξαιρετικά σκληρή σημερινή Ευρώπη, ενδεχομένως και σε ολόκληρη τη βαρέως πάσχουσα υφήλιο, υπάρχουν κάποιες ώρες που η λογοτεχνία μοιάζει να κρατά ακέραιο, και αδιαμφισβήτητο, το παλαιό της το κύρος. Που η λογοτεχνία μας αφορά, μας βοηθά, συγγραφείς και αναγνώστες, όλους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή