Ποιήματα-ανάσες από τον Σάντρο Πέννα

Ποιήματα-ανάσες από τον Σάντρο Πέννα

3' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ποιήματα λιγόστιχα, υπαρξιακά, ερωτικά. Με φόντο λαϊκές γειτονιές της Ρώμης, σταθμούς του τραμ, αποβάθρες του Τίβερη, πίσω δρόμους και πλατείες, σκοτεινά σινεμά, σοκάκια, παραλίες της Οστιας και της Σικελίας. Και με ήρωες, όμορφα αγόρια, ποδηλάτες, εργάτες και ναύτες, περαστικούς που χαίρονται τη θάλασσα, τη ζωή, το dolce far niente. Μια εικονογραφία που θυμίζει Βιτόριο ντε Σίκα, καμωμένη όμως από έναν, άγνωστο στο ελληνικό κοινό, ποιητή. Ο Σάντρο Πέννα (1906 – 1977) έζησε ταπεινά και χαμηλόφωνα στην Αιώνια Πόλη. Και με τον ίδιο τρόπο, συνέθεσε μέσα σε 50 χρόνια 450 ποιήματα δίχως περίπλοκη γλώσσα και τεχνάσματα. Γεμάτα απλότητα αλλά πυκνά και λεπταίσθητα, αποτυπώνοντας την αλήθεια του στη φασιστική Ιταλία του καιρού του.

Ογδόντα ένα από αυτά συμπεριελήφθησαν στην κομψή έκδοση του «Ροδακιού» με τίτλο «Σκονισμένος ποδηλάτης». Μεταφραστής ο Ερρίκος Σοφράς, ο οποίος με ευθύνη, τρυφερότητα και αφοσίωση μάς κάνει τις συστάσεις για την προσωπικότητα που θαύμαζε τόσο ο Πιερ Πάολο Παζολίνι και θεωρούσε ως τον σημαντικότερο λυρικό ποιητή της εποχής του.

Εχοντας ήδη μεταφράσει Ντίκινσον και Μποντλέρ, «δύο πόλους της μοντέρνας ποίησης», όπως λέει στην «Κ», στράφηκε στον Πέννα γιατί αγάπησε ιδιαίτερα τη γραφή του και αφουγκράστηκε την ευαισθησία του. «Εχουμε ξαναδιαβάσει στα ελληνικά ποιήματά του στα περιοδικά “Δέντρο” και “Οδός Πανός” πριν από τριάντα χρόνια. Ο Πέννα είναι μια έκκεντρη φωνή, ένας μείζων ελάσσων ποιητής του περασμένου αιώνα. Μοναδικός στο είδος του.

Τόλμησε να γυρίσει την πλάτη στις αστικές αξίες, στον κόσμο των ενηλίκων, που τον θεωρούσε χυδαίο, έναν κόσμο συναλλαγής. Εζησε με ελάχιστα χρήματα και χωρίς σταθερό επάγγελμα -δούλεψε ως υπάλληλος βιβλιοπωλείου, πλασιέ, μεταπράτης έργων τέχνης- αποστρεφόμενος την ιδιοκτησία, τη φιλοδοξία και την αναγνώριση.

Δεν τον ενδιέφερε να ακολουθήσει τα ρεύματα της εποχής του, τον κυρίαρχο μοντερνισμό, τον “ερμητισμό” όπως ονομάστηκε στην ιταλική εκδοχή του. Στράφηκε εντός του, άκουσε τη δική του μουσική, την έκανε λέξεις. Παράλληλα παρέμεινε ένας flaneur, ερωτευμένος με τη ζωή» τονίζει ο Σοφράς, ο οποίος έχει δημοσιεύσει ποίησή του στο περιοδικό «Εκηβόλος».

Η ευθύνη των λέξεων

Αυτή η κλίση του τον βοήθησε στη μετάφραση; «Ο Σεφέρης λέει πως ο μεταφραστής ενός ποιήματος καλείται να δημιουργήσει, να πλάσει ένα ισοδύναμο ποίημα. Ο μεταφραστής πρέπει να δημιουργήσει ένα ελληνικό ποίημα. Είναι μεγάλη η ευθύνη και η δυσκολία του, ώστε να μην προδώσει το πνεύμα, τη λέξη και τον ρυθμό του κάθε στίχου. Εχει ειπωθεί πως η μετάφραση ποίησης είναι το είδος της γραφής που δίνει τη μικρότερη ικανοποίηση. Πιστεύω ότι χρειάζεται να αγαπά ο μεταφραστής τον ποιητή με τον οποίο καταπιάνεται. Είναι ένα ευτύχημα το οποίο αποτυπώνεται όχι μόνο στη γλώσσα αλλά και στην ατμόσφαιρα του ποιήματος.

Ο Πέννα είναι τολμηρός στον τρόπο που γράφει. Μια φαινομενικά απλή ποίηση, αλλά ύπουλη, υποδόρια. Η γοητεία της είναι επίμονη. Το βλέμμα του θυμίζει τον Ανρί Καρτιέ – Μπρεσόν, φωτογράφο που περίμενε την αποφασιστική στιγμή, l’instant décisif, για να τραβήξει μια λήψη.

Ετσι και o Πέννα μπορεί να είναι ώρες στον δρόμο, να παρατηρεί αθόρυβα τα πάντα, αλλά εστιάζει μόνο σε μια φευγαλέα κίνηση, ένα στιγμιότυπο, μια αβέβαιη χειρονομία. Επίσης είναι τολμηρός και στη θεματολογία του. Αρχισε να γράφει στον Μεσοπόλεμο, σε μια περίοδο που κυριαρχούσαν ο φασισμός και ο συντηρητισμός του καθολικισμού. Παρά τους φόβους και τους ενδοιασμούς του -που επιβεβαιώνονται στην αλληλογραφία του- μιλά μόνο για τις επιθυμίες του, τη δίψα για τον άλλο, την αναμονή του έρωτα, το αίτημα της αγάπης. Επαιζε τη ζωή του κορώνα-γράμματα. Ομως δεν πτοήθηκε, δεν σιώπησε».

Με ποιο κριτήριο, ο Σοφράς επέλεξε τα 81 αυτά ποιήματα; «Ασχολούμαι με τον Πέννα εντατικά τα τελευταία πέντε χρόνια. Μέσα σε αυτό το διάστημα εντόπισα τα ποιήματα που θεωρούνται κεντρικά στο έργο του, αλλά και αυτά που μίλησαν βαθιά σε εμένα. Τα ποιήματα αυτά με γοητεύουν γιατί μοιάζουν με μια ανάσα. Είναι ευθύβολα και περιεκτικά σαν μονοκοντυλιές της Απω Ανατολής. Παράλληλα υμνούν τη ζωή, εκπέμπουν αισιοδοξία και κατάφαση, παρά το ότι ο ίδιος έζησε σε μια σκοτεινή περίοδο για την πατρίδα του και την Ευρώπη.

Πέρασε τη ζωή του με πενιχρά μέσα. Ομως τίποτα από αυτή τη σκοτεινιά δεν περνά στους στίχους του, που μεταλλάσσουν τη μελαγχολία του ζην και τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα σε εδεμική ατμόσφαιρα. Η γραφή του θυμίζει την αμεσότητα της αρχαίας λυρικής ποίησης: της Σαπφώς, του Αλκαίου, του Αρχίλοχου».

Για τον Σοφρά, αυτή η δύναμη της ποίησης του Πέννα μπορεί να δώσει κουράγιο στους σύγχρονους Ελληνες αναγνώστες του: «Οπως και εκείνος, έτσι και εμείς ζούμε σε μια δύσκολη εποχή που απαιτεί θάρρος και γενναιότητα. Νομίζω πως δεν είναι τυχαίο ότι ο “Μεγάλος Ερωτικός” του Χατζιδάκι και το “Μονόγραμμα” του Ελύτη γράφτηκαν μέσα στην Επταετία, ούτε ότι η “Αμοργός” του Γκάτσου γράφτηκε στην Κατοχή. Είναι μια πράξη αντίστασης το να υμνείς τον έρωτα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή