Εθισμένοι θεατές μεταξύ θεατών

Εθισμένοι θεατές μεταξύ θεατών

3' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την περασμένη Κυριακή, του Θωμά, το φύλλο έμεινε χωρίς κριτική. Δεν το επιδιώξαμε. Ενα πρόβλημα υγείας κράτησε τον Σπύρο Παγιατάκη μακριά από τα θέατρα, στα οποία σύντομα θα επανακάμψει.

Το απρογραμμάτιστο κενό θα μπορούσε εκ των υστέρων να αποδοθεί και σε: μιας κριτικής σιγή για τον θάνατο του Λευτέρη Βογιατζή. Του ακαταπόνητου καλλιεργητή της πιο ακραίας, αλλά και αποδοτικής καρποφορίας, συχνά πέραν κάθε δυνατότητας κριτικής. Οι συμπτώσεις καμιά φορά μάς προλαβαίνουν.

ΜΑΡΙΟΣ ΠΟΝΤΙΚΑΣ

Θεατές

σκηνοθ.: Κατερίνα Ευαγγελάτου

θέατρο: Εθνικό

Στο πολύ μελετημένο, επιλεκτικό κι εύστοχο ρεπερτόριο του Εθνικού φέτος, οι «Θεατές» του Μάριου Ποντίκα κρατάνε σκήπτρα οδυνηρής επικαιρότητας. Το έργο, που σημάδεψε όταν πρωτοπαίχτηκε στη Στοά (1977-78) τη νεοελληνική, πολιτικοκοινωνική δραματουργία, ζωντάνεψε επώδυνες μνήμες και αμετανόητες αμνημοσύνες στη σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάτου. Το πολύ υπαινικτικό και επίκαιρο εύρημα με τα πλαστικά γαλανόλευκα σημαιάκια, που πριν από την έναρξη καλύπτουν εντελώς την οπτική των θεατών στο εσωτερικό του σκηνικού (Ελένη Μανωλοπούλου) –και ύστερα από δική τους παρέμβαση απομακρύνονται για να αρχίσει η παράσταση– δεν είναι μόνο φαίνεσθαι. Ανταποκρίνεται στον βαθύτερο πυρήνα του έργου, που τινάζει στον αέρα όλα τα προπετάσματα –ιδίως τα πατριωτικά– προκειμένου να δούμε κατάματα ποιοι αληθινά είμαστε και συχνά πόσο αντιφατικά ευαίσθητοι, ηττοπαθείς, καταθλιπτικοί ή, πάλι, πόσο αμετακίνητοι στη φιλαυτία, τη χυδαιότητα και τη βολή μας παραμένουμε.

Στα δύο δωμάτια άθλιου ξενοδοχείου της δεκαετίας του ’50, με τον Εμφύλιο να ορίζει ακόμη ζωή και θάνατο, μένουν τέσσερις άνθρωποι. Στο ένα, ο ανάπηρος πρώην ταγματασφαλίτης (Νικόλας Παπαγιάννης) με την ανθρωπιστικών φρονημάτων κι αισθημάτων γυναίκα του (Στεφανία Γουλιώτη) και στο άλλο, ένας ελεεινός οπαδός της εύκολης ηδονής, της αρπαχτής, της αντίληψης «θεατής, αμέτοχος και εκ του μακρόθεν», εκτός και αν πρόκειται για μια σβέλτη κι εκ του ασφαλούς νεκροσυλία (Νίκος Ψαρράς). Στο δωμάτιό του δέχεται και την ίδιας κοπής ερωμένη του (Αλκηστις Πουλοπούλου), αλλά κυρίως γίνεται μανιώδης μπανιστιρτζής των όσων τραγικών συμβαίνουν δίπλα, από τα οποία ζητάει μόνο να επωφεληθεί, αλλά επ’ ουδενί να αναμειχθεί για να προλάβει το κακό.

Οι θεατές αυτού του ανθρωποφαγικού έργου γίνονται θεατές εκείνου, που αμέτοχος παρακολουθεί χαμοζωή και θάνατο δίπλα δίχως ν’ αντιλαμβάνεται πως και η δική του (άρα και η δική τους) ζωή εκτός από αντικείμενο κυνικής παρακολούθησης από άλλους, είναι ανάξια να λέγεται ζωή. Σε μια εποχή απόλυτου εθισμού στην αμέτοχη παρακολούθηση γεγονότων, ανθρώπων, καταστροφών, μακελειών, ο πολλαπλασιασμός του προφητικού ευρήματος του Ποντίκα φέρνει ίλιγγο.

Το διπλής όψεως σκηνικό, με το κοινό να είναι καθισμένο όχι σε δύο αλλά σε τρεις πλευρές του χώρου, παρά τους σκηνοθετικούς χειρισμούς αποδείχθηκε προβληματικό για την τρίτη πλευρά χωρίς να λείπουν τα προβλήματα και για τις άλλες δύο. Σε ολόκληρο το πρώτο μέρος είχα καρφωμένο στα μάτια το πορτατίφ του ενός δωματίου εν είδει ανακριτικής λάμπας, ενώ άκουγα με μεγάλη δυσκολία τη Στεφανία Γουλιώτη. Εχω την εντύπωση πως η καλή ηθοποιός υπερέβαλε στη χαμηλόφωνη μίμηση –αντί της δημιουργίας– της καταθλιπτικής γυναίκας που συνθλίβεται από το πρόσφατο παρελθόν, την αποκτήνωση του βίου και την έλλειψη μέλλοντος. Χαρακτηριστικό είναι και για τη σκηνοθέτιδα πως έμεινε ανεκμετάλλευτο το φωτεινό διάλειμμα με το όνειρο του άνδρα, όπου ο ρόλος της γυναίκας απαιτούσε μια μεταμορφωτική παρέκκλιση από τη σκοτεινή του ευθεία.

Ο Νικόλας Παπαγιάννης επωμίστηκε δυσβάσταχτο φορτίο για έναν δύσκολο ρόλο, που πέρα από τον λόγο απαιτεί αρκετά ακόμη από το οπλοστάσιο της πείρας και του ενστίκτου: Βαρύτητα σώματος, εντάσεις, σιωπές, αυθεντικά ξεσπάσματα.

Η Αλκηστις Πουλοπούλου ήταν περισσότερο γκομενάκι πολυτελείας παρά ελαφρολαϊκή, κουρασμένη και στερημένη γυναίκα.

Ο Νίκος Ψαρράς, στον αβανταδόρικο ρόλο του Β΄ Ανδρα ήταν η πιο εύστοχη διανομή. Επιασε τον σφυγμό του τύπου που υποδύεται, δεν δίστασε να γελοιοποιηθεί, να τσαλακωθεί, να εξευτελιστεί, να γίνει ο καθρέφτης πολλών από εμάς, να στηθεί ενώπιόν μας ως μοντέλο κωμικοτραγικής έλλειψης ραχοκοκαλιάς και αυτογνωσίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή