Η φιλοσοφία της χρεοκοπίας

3' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν ο επίσημος «πολιτισμός» υπακούει πλέον απροκάλυπτα στις ευτελέστερες των κομματικών επιταγών, δεν μένει παρά η ελπίδα των νέων, ανεξάρτητων δυνάμεων να απομακρυνθούν γενναία και αποφασιστικά απ’ ό,τι σχετίζεται με το επίσημο κράτος και την αναξιοκρατική του πολιτεία. Με ανακούφιση, χαρά και πίστη παρακολουθεί λοιπόν κανείς κάθε νέα πρωτοβουλία ταλαντούχων ανθρώπων, που τολμούν να ρισκάρουν μόνοι στις μέρες μας.

ΝΤΑΒΙΝΤ ΛΕΣΚΟΤ

Ενας άνθρωπος υπό χρεοκοπία

σκηνοθ.: Βασίλης Μαυρογεωργίου

Θέατρο: Skrow (Σκρόου)

Νάτος άλλος ένας νέος χώρος, στο Παγκράτι: Απρόβλεπτος, μέσα στον αστικό, πυκνοκατοικημένο ιστό, καταμεσίς στην Αρχελάου. Ισόγειος, υπερυψωμένος, ψηλοτάβανος, με δύο τουλάχιστον επίπεδα, καμιά 60ριά καθίσματα και στο βάθος, βράχος! Ναι, είναι τα βραχώδη πέδιλα, η βραχώδης απόληξη του Αλσους Παγκρατίου και ο Βασίλης Μαυρογεωργίου, που αποφάσισε να κάνει τον βράχο πρωταγωνιστή του χώρου του. Και πώς θα μπορούσε ν’ αγνοήσει έναν τέτοιο αιφνιδιαστικό παράγοντα; Τον φώτισε, τον ενσωμάτωσε, τον εκμεταλλεύτηκε στο συγκεκριμένο έργο κερδίζοντας μια επιπλέον διάσταση γι αυτή τη γαλλική, μαύρη κωμωδία, ιδίως για το φευγάτο φινάλε της.

Ο θερμός χώρος (σκηνικά/κοστούμια: Κλεοπάτρα Κατσαλή) αρκετά λειτουργικός δεν έχει ακόμη πλήρως κατακτηθεί από ηθοποιούς και θεατές ενώ και η ακουστική του θέλει λίγη μαστοριά ώστε να μην μπουκώνει ή να μη διαχέεται ανεξέλεγκτα η μουσική (Αριστοτέλης Ρήγας) και η φωνή των ηθοποιών. Μέχρι να κατακτηθούν τα μυστικά της, ταπεινή μου γνώμη η μουσική να μένει σε χαμηλότερους τόνους.

Διαβάζω πως όνειρο του Μαυρογεωργίου και της ομάδας είναι να φιλοξενούνται στο χώρο αυτό και άλλες νεανικές προτάσεις -όχι μόνον θεατρικές- ιδίως όμως να προβάλλονται νέοι, Ελληνες συγγραφείς, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, σκηνογράφοι και μουσικοί. Μήπως θα ήταν ευκαιρία να εγκαινιαστεί γύρω από την τέχνη γενικότερα και το θέατρο ειδικότερα και μία άλλη γλώσσα, πιο ιθαγενής, αναγκάζοντάς μας αντί να χρησιμοποιούμε πλήθος ξενόγλωσσες έννοιες και όρους αδιευκρίνιστους να προβληματιζόμαστε και ν’ αυτοπροσδιοριζόμαστε; Μήπως κι ο τίτλος του θεάτρου, SKROW, δεν σημαίνει στην αμερικανική αργκώ, όπως πληροφορούμαστε, κάποιον που έχει χάσει τον προσανατολισμό του κι αναζητά κατεύθυνση και ταυτότητα;

«Ο άνθρωπος υπό χρεοκοπία» έχει ρίζες πιο βαθιές, πιο υπαρξιακές, από την ταύτισή του με την κρίση που μας μαστίζει. Η μετάφραση της Μαρίας Ευσταθιάδη αξιοποιεί μια γραφή ορμητική, χιουμοριστική κι εξομολογητική, ίσως κάπου υπερβολικά αναλυτική ή και φλύαρη. Οι ήρωες, τρεις: Εκείνος που χρεοκοπεί (Νίκος Ορφανός), η αγαπημένη του (Δανάη Επιθυμιάδη) κι ο εντεταλμένος εκκαθαριστής (Θανάσης Δόβρης). Μεταξύ τους, σχέσεις απρόβλεπτες. Ο χρεοκοπών χάνει σταδιακά κι ενώπιόν μας τα πάντα. Ακόμη και την υπόστασή του, καθώς υπό την επήρεια ενός αναγνώσματος επιστημονικής φαντασίας, κι αφού μηδενίσει τις ανάγκες του σε μια ειρωνικο-φιλοσοφικο-οικονομίστικη αποστροφή του χρεοκοπημένου βίου του, «συρρικνώνεται» σε μέγεθος κόκκου σκόνης. Ετοιμου, φαντάζομαι, να μετουσιωθεί και να ξαναζήσει. Η αγαπημένη του, γυναίκα με κεραίες κινδύνου κι ένστικτο αυτοσυντήρησης, απομακρύνεται από κοντά του για ν’ αλλάξει στη συνέχεια και πόλη. Η πλέον ενδιαφέρουσα, κατά τη γνώμη μου, φιγούρα του έργου είναι ο εκκαθαριστής και ο τρόπος πίεσης, προσέγγισης, παρακολούθησης του χρεοκοπούμενου, μαζί με μιαν ανεξήγητα τρυφερή συνδρομή στην «εξαφάνισή του».

Ο Νίκος Ορφανός άμεσος, ορμητικός μέχρι τέλους, χρεοκοπεί όρθιος, αστείος, τραγικός μα κι ελπιδοφόρος. Ενα με τον βράχο! Οι ακαριαίες μεταπτώσεις του, ο αγώνας συνεχούς αυτοτροφοδότησής του, μαρτυρούν δουλειά, ψάξιμο προσωπικό και σκηνοθετική καθοδήγηση. Η Δανάη Επιθυμιάδη δεν διανοήθηκε ν’ αποτινάξει τα στερεότυπα του ρόλου που υποδύεται διαφυλάσσοντας όμως στοιχεία ευαισθησίας και δυνατής προσωπικότητας, που της ανήκουν. Ο Θανάσης Δόβρης βρήκε τη δύσκολη, χρυσή τομή ανάμεσα στο γελοίο, το απειλητικό, το απρόβλεπτο, το κυνικό, το αγαπησιάρικο και το αδυσώπητο του προφητικού αυτού ρόλου που μας περικλείει, όσο ακριβώς και ο ρόλος του χρεοκοπούμενου.

Μια παράσταση ψαγμένη, καλοδουλεμένη ωστόσο αβόλευτη και συχνά στην κόψη του ξυραφιού, που με την άνεση του Μαυρογεωργίου παντρεύει το αστείο με το απειλητικό, το χειροπιαστό με το φανταστικό, το βατό με το εξωφρενικό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή