ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΑΣΤΡΑΠΕΛΛΟΥ
Πρόσωπα
Εκδ. Πόλις
Ορχάν Παμούκ, Πίτερ Γκρίναγουεϊ, Ιαν Ράνκιν, Ντέιμιαν Χερστ, Φίλιπ Ροθ, Τζον Λε Καρέ, Ντον ΝτεΛίλο, Ναν Γκόλντιν. Για έναν δημοσιογράφο, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και γοητευτικές πτυχές του επαγγέλματός του, είναι όταν κάθεται απέναντι από συγγραφείς, καλλιτέχνες, διανοούμενους, και με το σημειωματάριό του ανά χείρας, πατάει το rec στο μαγνητόφωνο.
Εύκολο θα σκεφθεί κανείς. Καθόλου είναι η απάντηση. Συναντάς έναν άνθρωπο που ξέρεις λ.χ. μόνο από τα γραπτά του, έχεις μελετήσει τον βίο και την πορεία του, αλλά όλα τα άλλα, και, κυρίως, η διάθεσή του, σου είναι παντελώς άγνωστα. Επιπλέον, εκείνος δεν γνωρίζει τίποτα για σένα. Η πρόκληση είναι να ξύσεις την επιφάνεια, και πέρα από τα προφανή και τις εύκολες απαντήσεις, να ανακαλύψεις εικόνες και ατμόσφαιρες που δεν είναι ορατές.
Σε μια συνέντευξη όλες οι ερωτήσεις επιτρέπονται, με την προϋπόθεση να ξέρεις πώς να τις απευθύνεις και να καταφέρεις μέσα στον λίγο χρόνο που σου αναλογεί να κερδίσεις την εμπιστοσύνη του συνεντευξιαζόμενου, να τον «ξεκλειδώσεις».
Στο βιβλίο με τίτλο «Πρόσωπα» (εκδόσεις Πόλις), η άξια συνάδελφος Μαριλένα Αστραπέλλου, συγκεντρώνει συνεντεύξεις 28 ανθρώπων του πνεύματος και της τέχνης. Από τον Τζορτζ Λόις, θρυλικό art director του περιοδικού Esquire, και το αγαπημένο δίδυμο της σύγχρονης τέχνης Γκίλμπερτ και Τζορτζ, μέχρι τον Τζον Λε Καρέ, μετρ των μυθιστορημάτων κατασκοπείας και τον εκκεντρκό Ιταλό σκηνοθέτη του θεάτρου Ρομέο Καστελούτσι.
«Οι συνεντεύξεις είναι δημοφιλές είδος δημοσιογραφίας», επισημαίνει στον πρόλογο η Μ. Αστραπέλλου, «επειδή οι αναγνώστες αναζητούν αντίστοιχη ταύτιση, διεύρυνση πνεύματος, παρηγοριά μέσα από τις σκέψεις και τις απόψεις ζωής ανθρώπων που μπορούν να εκφραστούν με τρόπο που εμείς αδυνατούμε».
Οι συνεντεύξεις συχνά σου δίνουν πολύτιμα «λάφυρα» όχι μόνο για τον άνθρωπο με τον οποίο συνομιλείς αλλά και γι αυτό που εκείνος εκπροσωπεί ή φέρει ως βίωμα. Η συνέντευξη του Ορχάν Παμούκ προσφέρει στον αναγνώστη πληροφορίες που σε σημαντικό βαθμό ερμηνεύουν αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Τουρκία. «Η σημερινή Τουρκία δεν είναι η Τουρκία της δεκαετίας του 70. Η κοινωνία είναι πολύ πιο ποικιλόμορφη, πιο πλούσια, πιο δυνατή, με περισσότερη αυτοπεποίθηση. Από την άλλη, οι πολιτισμοί δεν αλλάζουν ακόμη κι αν οι οικονομικές συνθήκες αλλάξουν. Ο,τι συνέβη μέσα σε 250 χρόνια στην κλασική δυτική κοινωνία, ο κόσμος ήλπιζε να συμβεί μέσα σε 50 χρόνια στην Τουρκία -φυσικά συμβαίνει μέσα σε πέντε χρόνια στην Κίνα. Οι άνθρωποι δεν αλλάζουν τόσο εύκολα. Το βάρος της Ιστορίας, η αντίσταση στο καινούργιο υπάρχουν στις ανθρώπινες καρδιές και είναι τόσο δύσκολο να καμφθούν όσο βέβαια και να συμβεί μια οικονομική αλλαγή».
Η εξομολογητική διάθεση του συνεντευξιαζόμενου είναι σπάνια άρα και πολύτιμη στιγμή μιας συνέντευξης. «Εσείς πήγατε σε ιδιωτικό σχολείο, σε ένα οικοτροφείο. Δεν είναι βάρβαρος τρόπος να διαπαιδαγωγήσεις ένα παιδί», ρωτάει τον Τζον Λε Καρέ, η Μ. Αστραπέλλου.
«Για ένα αγόρι σίγουρα είναι. Διαστρεβλώνει την προσωπικότητα και την ταυτότητά σου, καθώς στην πιο έντονη σεξουαλική περίοδο της ζωής σου, έχεις μόνο αγόρια γύρω σου, με τις αναπόφευκτες συνέπειες. Εγώ πήγα σε ένα τέτοιο σχολείο εξαιτίας των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν στην παιδική μου ηλικία. Ημουν σε οικοτροφεία από τα πέντε ώς τα δεκάξι μου. Η μητέρα μου μας είχε εγκαταλείψει και δεν γνώρισα την αγκαλιά μιας γυναίκας ή ενός κοριτσιού όλα αυτά τα χρόνια. Για το σεξ δεν συζητούσε κανείς -ήταν κάτι που έκαναν τα κουνέλια-, ο αυνανισμός ήταν ένας πειρασμός του διαβόλου και δεν υπήρχε καμία ευχαρίστηση στη ζωή».
Είκοσι οκτώ πρόσωπα προτείνει η Μ. Αστραπέλλου, άλλα πιο λαμπερά και άλλα όχι τόσο, άλλα πιο αποκαλυπτικά και άλλα πιο αμήχανα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, όπως σημειώνει, ισχύει αυτό που είχε πει σε συνέντευξη του ο σημαντικότερος εν ζωή Αμερικανός συγγραφέας Φίλιπ Ροθ, «πρέπει να κρατάς την κλίμακα μικρή και να επιμένεις στο προσωπικό. Φροντίζεις τον διάλογο, τα συναισθήματα, τους χαρακτήρες. Να πώς γίνεται το προσωπικό, παγκόσμιο». Κι αυτός είναι ο πλούτος μιας καλής συνέντευξης.