«Μια γενιά νιώθει ότι τη βάλαμε στην άκρη»

«Μια γενιά νιώθει ότι τη βάλαμε στην άκρη»

5' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά; Ετσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα». Θυμόμουν πάντα τους στίχους του Διονύση Σαββόπουλου όταν έτρεχα τα παιδιά μου στο θέατρο. «Είναι βλακεία», ξυράφι οι κουβέντες του μικρού, όταν άκουγε αφελείς διαλόγους στη σκηνή. Αλλοτε πάλι κρεμόταν από τα χείλη των ηθοποιών σε κάτι που άξιζε τον κόπο, τόσο ώστε να θυσιάσει τη μεγάλη του αγάπη, την μπάλα. Ποτέ δεν ήταν εύκολο να ξεχωρίσεις μια καλή παράσταση για να πας το παιδί σου. Και όταν ήρθε η ώρα που η έφηβη τότε κόρη μου με πήγε σε ένα έργο που «μιλάει για εμάς», είδα πώς μπορεί τα παιδιά να μας ξεπερνούν.

Το «Chatroom» και ύστερα το «DNA» ήταν οι πρώτες δουλειές που είδα της Σοφίας Βγενοπούλου. Παιδοψυχίατρος και σκηνοθέτις, καλλιτεχνική υπεύθυνη της θεατρικής ομάδας Grasshopper, συντονίστρια θεατρικών εργαστηρίων για εφήβους και νέους ηθοποιούς, έχει ταυτίσει το όνομά της με το εφηβικό θέατρο. Μαζί της ξέρεις ότι εφηβικό θέατρο δεν είναι αυτό που απευθύνεται σε εφήβους, αλλά εκείνο που παρουσιάζει στη σκηνή τις ιστορίες τους. Το πιλοτικό πρόγραμμα, που ξεκίνησε με τα σχολεία, καθιερώθηκε ως φεστιβάλ εφηβικού θεάτρου, το οποίο από πέρυσι μετέφερε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, παρουσιάζοντας έργα γραμμένα και ανεβασμένα από ομάδες εφήβων. Αλλά δεν έμεινε εκεί. Επιστράτευσε και συγγραφείς. Από τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη και τον Γιάννη Τσίρο μέχρι τον Λένο Χρηστίδη, φέτος.

«Το τρένο» είναι έργο αστείο, αιχμηρό, που καταπιάνεται με την περιπέτεια της ενηλικίωσης. Εξι έφηβοι επιβιβάζονται σε αυτό με άγνωστο προορισμό, κουβαλώντας ο καθένας μία ιστορία, αγωνία και δίλημμα, που πρέπει να λύσει. Ταξίδι αυτογνωσίας, ανεβαίνει ως ένα εναλλακτικό «jukebox musical», σε ένα σουρεαλιστικό σύμπαν. Το ενδιαφέρον στην περίπτωσή του είναι ότι στη συγγραφική διαδικασία συμμετείχαν μαθητές του 14ου Λυκείου Περιστερίου. 

Η Βγενοπούλου κράτησε ανοιχτά τα αυτιά της σε ό,τι έλεγαν τα παιδιά. Και αντιστάθηκε στην ευθυνοφοβία κάποιων στα υπουργεία, στην επιφύλαξη ορισμένων καθηγητών. Θυμάται τον δισταγμό που συνάντησε στο πρώτο έργο, που έθιγε το θέμα της παιδικής αυτοκτονίας και της κατάθλιψης. «Θα έχουμε θύματα, μου έλεγαν ανήσυχα. Η συνομιλία με τα παιδιά μετά το τέλος της παράστασης ήταν ένας ακόμη λόγος να μιλήσουμε για όσα τους απασχολούν στην καθημερινότητά τους. Τότε σκέφτηκα να γίνει ένα πιλοτικό πρόγραμμα με τα σχολεία».

«Δεν ακούμε τους νέους»

Τι απασχολεί τους εφήβους στην Ελλάδα του σήμερα; «Η βία, η οικονομική κρίση, ό,τι επηρέασε τις οικογένειές τους. Τα παιδιά βιώνουν μια πραγματικότητα με γονείς που αγωνιούν και πάσχουν για την επιβίωση, την ψυχολογική και την πραγματική. Τους απασχολούν όμως και οι σχέσεις, ο έρωτας, ο αποχωρισμός από το σπίτι, η διαφορετικότητα και πόσο μπορούν να τους αποδεχτούν». Μαζί με όλα αυτά και το επίκαιρο θέμα της κοινωνικής αναταραχής ενόψει της οικονομικής συγκυρίας που ζούμε, διακρίνει «και μια αγωνία για την απομόνωση της γενιάς τους από το κέντρο λήψης των αποφάσεων στην κοινωνία. Νομίζω ότι είναι μια γενιά που νιώθει ότι τη βάλαμε στην άκρη, την αγνοούμε. Ο πολιτισμός μας δεν απευθύνεται στους νέους. Κανείς οργανισμός δεν ασχολείται μαζί τους. Δαιμονοποιούμε το Ιντερνετ και όσα τους αποσπούν την προσοχή, αλλά δεν δίνουμε εναλλακτική. Οι ευαισθητοποιημένες κοινωνίες βρίσκουν τρόπους να κινητοποιήσουν παιδιά και εφήβους, η ελληνική δυστυχώς πάσχει σε αυτό τον τομέα. Και όμως υπάρχουν παιδιά που ψάχνουν. Συνάντησα τέτοια στην Πετρούπολη, που συμμετείχαν δύο χρόνια στο φεστιβάλ, αλλά δεν τους περισσεύουν χρήματα ούτε για το εισιτήριο του μετρό, ώστε να έρθουν στην πρόβα. Τι να πεις όταν δεν είχαν δυνατότητα στο δημόσιο σχολείο τους να βγάλουν φωτοτυπία το έργο για να το διαβάσουν. Αυτό εννοώ ότι είναι αποκλεισμένα από τον πολιτισμό. Επιπλέον, υφίστανται μια στείρα εκπαίδευση μόνο και μόνο για να περάσουν τις πανελλήνιες. Αγωνιούν για τους βαθμούς, πιέζονται από τους γονείς, τους καθηγητές και καμία διέξοδος. Τώρα καταργήθηκαν τα καλλιτεχνικά και το θέατρο στα σχολεία».

Η ίδια στάθηκε τυχερή. Ερασιτεχνικά έπαιζε στο θέατρο από μικρό παιδί. Υστερα στην πόλη της, την Πάτρα, σπούδασε ιατρική και, όπως λέει: «Βρέθηκα στη σωστή στιγμή στην Αμερική, όπου ταυτόχρονα με την ειδικότητά μου έκανα το μάστερ μου στη σκηνοθεσία και την υποκριτική. Τα χρόνια της Αμερικής ήταν δώρο και μια μεγάλη ευκαιρία».

«Να κάνεις τη ζωή σου»

Οι γονείς ανοιχτοί και κλειστοί μαζί, ο πατέρας δικηγόρος, όμως περισσότερο την επηρέασε ο σύζυγός της. «Είμαστε μαζί από 19 ετών και πάντα με παρότρυνε να κάνω αυτό που αγαπώ. Επειδή και αυτός λατρεύει τη δουλειά του –είναι χειρουργός–, πάντα μου έλεγε “πρέπει να κάνεις τη ζωή που θέλεις”. Αυτό κάνω. Ως παιδοψυχίατρος ασχολούμαι με τους προβληματισμούς των εφήβων και ως σκηνοθέτις με την ανθρώπινη φύση. Η φόρα της ηλικίας να μπει σε ένα δημιουργικό κανάλι· αυτό με απασχολεί και στις δύο περιπτώσεις».

Μέσα από το θέατρο βλέπει παιδιά που προσπαθούν, εδώ και τέσσερα χρόνια, να έρθουν από κάθε γωνιά της Αθήνας, να στήσουν παραστάσεις, να ονειρευτούν, να επινοήσουν. «Τα παιδιά θέλουν λίγο χώρο και βήμα για να πάρουν πρωτοβουλίες. Εμείς ζοριζόμαστε ως γενιά και κοινωνία να τους ακούσουμε, να σεβαστούμε τις ανάγκες τους. Προσπαθούμε να τα πατρονάρουμε, να τα καθοδηγήσουμε, τους περνάμε το αίσθημα του ανταγωνισμού, της παραγωγικότητας και όλα όσα μας άφησαν μόνους και αφήνουν και αυτά. Πρόκληση για τους γονείς είναι να αποδεχτούμε τα παιδιά μας όπως είναι και όχι όπως τα θέλουμε ή τα φανταστήκαμε. Αν μια μάνα θέλει το παιδί της να πηγαίνει στο θέατρο, αλλά εκείνο ενδιαφέρεται για το ποδόσφαιρο, είναι δύσκολο για τον γονιό να κάνει το βήμα. Η απόσταση συχνά το οδηγεί στα 18 του σε αδράνεια ή κατάθλιψη. Ας αναρωτηθούμε: Ακολουθούμε τα παιδιά μας σε αυτά που θέλουν να κάνουν, τα σεβόμαστε;».

Μητέρα τριών αγοριών ηλικίας 14, 9 και 5 ετών, κάθε μέρα τούς λέει να διαλέξουν στη ζωή τους να κάνουν αυτό που αγαπούν, όπως να ανταποκριθούν στην πρόκληση της ωραίας σχέσης. Ιατρείο, θέατρο, πρόβες, οικογένεια, αναρωτιέται κανείς πώς τα προλαβαίνει. «Το μεγάλο μυστικό είναι ο άντρας μου. Παίρνω από τη σχέση μας μεγάλη δύναμη». Τα παιδιά της την ακολουθούν στο θέατρο, αν και «μερικές φορές γκρινιάζουν, αφού πρέπει οπωσδήποτε να με κριτικάρουν και να με απορρίψουν».

Από τη δυσπιστία στην πλήρη αποδοχή

Οταν ρωτάς τη Σοφία Βγενοπούλου πώς κατάφερε και έπεισε τους εφήβους να την ακολουθήσουν, απαντάει: «Τόλμησα ένα μοντέλο δουλειάς που έχει δοκιμαστεί στην Αμερική. Βιώνοντάς το εκεί, γνώριζα ότι μπορεί να γίνει και εδώ. Ηταν, βέβαια, καθοριστική και η εφηβική μου ηλικία. Ισως ένα κομμάτι μου να έχει μείνει ακόμη εκεί, μπορεί να μη μπορώ να μεγαλώσω και να δεχθώ πλήρως τον συμβιβασμό και τη ματαίωση που έρχεται με την ενηλικίωση. Το να κρατάς τη φόρα του ενήλικα έχει κάποια προβλήματα, αλλά και θετικά. Οπως να παλεύεις κάποια πράγματα που μοιάζουν ακατόρθωτα. Ενας ανατολικός σοφός λέει ότι «όλοι οι δρόμοι, όσα χιλιόμετρα κι αν είναι, πάντα ξεκινούν με ένα πρώτο βήμα». Εχει σημασία ότι στον δρόμο μου συνάντησα και ικανούς ανθρώπους, όπως ο Βαγγέλης Κυριακού και η Κατερίνα Σκουρλή. Επαιξε όμως μεγάλο ρόλο και η Στέγη Γραμμάτων που μας πίστεψε μαζί και τα παιδιά. Χρειάζεται πάντα ένας θεσμός για να σε πιστέψουν. Από εκεί που ψάχναμε τον πρώτο χρόνο τα σχολεία, παλεύαμε τη δυσπιστία κάποιων καθηγητών, τώρα έχουμε σχολεία σε αναμονή. Και κάποιους μαθητές, όπως το σχολείο από τους Μολάους, που προτιμούν να χαλάσουν τα χρήματα της τετραήμερης σχολικής εκδρομής τους για να συμμετάσχουν στο επόμενο φεστιβάλ».

Εκτός από τις παραστάσεις στη Στέγη, τις δικές τους προτάσεις έχουν το «Θέατρο Τέχνης», η Νεανική Σκηνή του Εθνικού, το Θέατρο του Νέου Κόσμου. Ας αφήσουμε τους νέους να τις ανακαλύψουν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή