Η Οδύσσεια του δυτικού πνεύματος

Η Οδύσσεια του δυτικού πνεύματος

6' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηταν το 1997, όταν ο τότε καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού, ο Νίκος Κούρκουλος, τηλεφώνησε στον συγγραφέα Πέτρο Μάρκαρη για να του αναθέσει κάτι διαφορετικό και διόλου εύκολο: να μεταφράσει τον «Φάουστ» του Γκαίτε για να το ανεβάσει στο Εθνικό. Η επιθυμία του Νίκου Κούρκουλου δεν ευοδώθηκε τότε, ο Πέτρος Μάρκαρης όμως μετέφρασε, και μάλιστα έμμετρα, τον αρχετυπικό αυτόν μύθο της νεότερης ευρωπαϊκής σκέψης. Και εκείνη η παλιά επιθυμία του Νίκου Κούρκουλου θα πραγματοποιηθεί από τις 15 Ιανουαρίου στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, με την υπογραφή ενός σκηνοθέτη που δεν διστάζει να καταπιάνεται με δύσκολα εγχειρήματα, του Μιχαήλ Μαρμαρινού. Η συνομιλία με τους δύο βασικούς συντελεστές αυτής της παράστασης, με τον Πέτρο Μάρκαρη και τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, φωτίζει τόσο το σύμπαν της μεταφραστικής διαδικασίας όσο και την ουσία του κειμένου, αυτήν που επιχειρεί ο Μιχαήλ Μαρμαρινός να μεταφέρει στη σκηνή.

Η συνάντηση με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό έγινε κυριολεκτικά τις τελευταίες ώρες του 2013, σ’ ένα καφέ στο κέντρο της Αθήνας. Είχε μπροστά του την έκδοση του «Φάουστ» χιλιοσημειωμένη και υπογραμμισμένη σε διάφορα σημεία. «Είναι ένα κείμενο, κι όχι ένα θεατρικό έργο, επιμένω σ’ αυτό, και εδώ είναι η ιδιοτυπία της προσέγγισης. Η δική μας γενιά έχει μια μετάφραση του “Φάουστ” που είναι μια ολόκληρη πραγματεία, γιατί ο Φάουστ ο ίδιος είναι μια πραγματεία. Είναι το επιχείρημα του ανθρώπινου προβλήματος, νομίζω. Αλλωστε όταν ένας άνθρωπος, όπως ο Γκαίτε, το έγραφε επί 60 χρόνια, σημαίνει ότι ύφαινε έναν ιστό της αράχνης μέσα στον οποίο συλλάμβανε, με μεγάλη ακρίβεια και μεγάλο εύρος δυνατοτήτων, την πραγματικότητα της εποχής του: το τέλος του ρομαντισμού, την αλλαγή από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση και το μεταίχμιο αυτό: την άνθηση των επιστημών, του ορθού λόγου, της σκέψης. Μόνο που αυτό το μεταίχμιο δεν έχει λυθεί ποτέ. Το προσωπείο αυτού του μεταίχμιου μεταβάλλεται. Εχει λοιπόν συλλάβει ο Γκαίτε την Ιστορία, τους νόμους της Ιστορίας, της φιλοσοφίας, τους κοινωνικούς νόμους και τους νόμους της ποίησης. Γιατί ταυτόχρονα εξελισσόταν και η ποίηση. Και μάλιστα σε μια εποχή που δεν υπήρχε εικόνα. Γιατί όταν ήρθε η εικόνα, ο άνθρωπος χάρηκε μεν, αλλά τεμπέλιασε».

Το σκότος της επιθυμίας

Πάντα τον απασχολούσε ο Φάουστ. «Ηξερα πάντα ότι ήθελα να κάνω μια βουτιά σ’ αυτό το θαύμα, φυσικά με κάποιον που να μπορώ να εμπιστευτώ βαθιά, όπως είναι ο Ακύλλας Καραζήσης. Χωρίς τον Ακύλλα, δεν θα μπορούσα να κάνω τον “Φάουστ”. Κατ’ αρχήν γιατί είμαστε φίλοι και ξέρουμε τι μας ενδιαφέρει στα πράγματα, δηλαδή τι μας ενδιαφέρει εκτός θεάτρου. Είναι δηλαδή μια συνάντηση σ’ ένα βαθύ πνευματικό επίπεδο που έχει ένα σωρό εφόδια πίσω της. Και με βάση αυτές τις συναντήσεις κάνουμε επίσκεψη σ’ αυτή την Οδύσσεια του δυτικού πνεύματος».

Εκμυστηρεύεται ότι «όταν ασχολείσαι μ’ αυτά τα κείμενα, περνάς δύσκολα μετά στα θεατρικά κείμενα. Γιατί αυτά τα κείμενα είναι παλίμψηστα, τα έχουν όλα μέσα. Και επειδή είναι ποιητικό κείμενο, πρέπει να προσδιοριστεί η έννοια της θεατρικότητας». Πώς το έλυσε; «Δεν ξέρω αν το έχω λύσει, η παράσταση θα δείξει τι λύσεις έχει δώσει και τι απαντήσεις». Και φυσικά, παρότι είναι μια παράσταση τεσσάρων ωρών, «δεν πρόκειται να δούμε όλο το κείμενο. Μόνο το πρώτο μέρος».

Με αφορμή τον Φάουστ, η συζήτηση παίρνει πολλούς και διάφορους δρόμους. Κυρίως για το διαρκές μεταίχμιο της ανθρώπινης αναζήτησης. «Ενα άλλο σημείο του κειμένου είναι το βάθος και το σκότος της ανθρώπινης επιθυμίας. Από πού έρχεται το “θέλω” και πού είναι ικανό να σε πάει; Τι σημαίνει ότι ένα σωρό άνθρωποι έχουν δηλώσει σήμερα συμμετοχή σ’ ένα ταξίδι χωρίς γυρισμό στον Αρη; Είμαστε ή δεν είμαστε στο μεταίχμιο; Γιατί πάντα υπάρχει η αδυναμία είτε των επιστημών είτε της ορθής σκέψης να εκπληρώσουν τα βάθη της ανθρώπινης αγωνίας;».

Το αυτονόητο ως εξωτικό

Δηλαδή ο ορθολογισμός δεν αρκεί για να δώσει απαντήσεις και λύσεις; Και στον χώρο της πολιτικής, ό,τι αυτοπροσδιορίζεται ως κεντρώος χώρος γιατί δεν αγγίζει τους ανθρώπους; «Ισως γιατί χρειάζεται μια δόση σκοτεινής σοφίας. Αυτή δελεάζει και έχει τη δυνατότητα να είναι ιδιοφυής και καταστροφική. Χρειαζόμαστε δηλαδή ένα καρύκευμα του απροσδιόριστου και του άγνωστου για να ελπίσει κανείς σε κάτι. Ο άλλος δρόμος είναι λίγο νορμάλ, με κανονικότητες. Ενας χώρος που μοιάζει να είναι καθαρός, ορθολογικός, αυτονόητος. Βέβαια στην Ελλάδα κοντεύει να γίνει εξωτικό το αυτονόητο».

Λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα της παράστασης, και ως πρωτοχρονιάτικο δώρο, όση ώρα διήρκεσε η συνέντευξη, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός απήγγελλε στίχους από τον «Φάουστ». Σ’ ένα απλό καφέ, στην Καραγεώργη Σερβίας, στο κέντρο της Αθήνας.

Εμμετρη μετάφραση με τον ίδιο ακριβώς αριθμό στίχων -12.111- με το πρωτότυπο

«Ο Μαρμαρινός είναι από τη φύση του ο σκηνοθέτης που δεν περιορίζεται ποτέ στην πρώτη ανάγνωση. Ψάχνει από κάτω να βρει τι υπάρχει και πώς μπορεί να το χρησιμοποιήσει αναφορικά με κάτι άλλο. Δεν το έχουν οι περισσότεροι σκηνοθέτες. Και το χειρότερο που μπορείς να κάνεις στον “Φάουστ” είναι να τον ανεβάσεις όπως είναι το κείμενο. Τον έχασες», λέει ο Π. Μάρκαρης, ο μεταφραστής του κλασικού αυτού κειμένου. Εξίσου σημαντική θεωρεί ο Π. Μάρκαρης την παρουσία του Ακύλλα Καραζήση στην παράσταση, γιατί «έχει πολύ μεγάλη σημασία να καταλαβαίνει ο πρωταγωνιστής τι σημαίνει για τη Γερμανία και τους Γερμανούς ο “Φάουστ”. Ο Ακύλλας, λόγω της γερμανικής του παιδείας, μπορεί να το καταλάβει».

Ο Πέτρος Μάρκαρης χρειάστηκε πέντε ολόκληρα χρόνια για να ολοκληρώσει τη μετάφραση. Και δεν σταματάει στιγμή να λέει πόσο πολύ τον βοήθησαν σ’ αυτή τη διαδικασία τα σχόλια του Σένε, ένα κείμενο 900 σελίδων, που τον έβαλε στο σύμπαν του Γκαίτε, όλα τα χρόνια που δούλευε τον «Φάουστ». Και βέβαια είναι μια μετάφραση όχι μόνο έμμετρη αλλά ακριβώς ο ίδιος αριθμός στίχων με το πρωτότυπο, 12.111 στίχοι! «Δεν έβαλα ούτε έναν στίχο παραπάνω», λέει ο Π. Μάρκαρης. «Με παίδεψε πολύ, αλλά κάποια στιγμή είπα “αν είναι να παντρευτώ Τούρκο, ας πάρω αγά”», λέει με τον γνωστό γλαφυρό του τρόπο.

Μια μετάφραση που μπορεί τότε να μην ανέβηκε στο Εθνικό, κυκλοφόρησε όμως από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης, και μάλιστα σε δίγλωσση έκδοση. Και από τότε που κυκλοφόρησε, πάνε δέκα χρόνια τώρα, έχει πουλήσει 6.000 αντίτυπα! Διόλου αυτονόητο. «Αυτοί είναι οι Ελληνες», έλεγε ο Π. Μάρκαρης σε Γερμανούς φίλους του. «Διαχειρίζονται άθλια τα οικονομικά τους, διαβάζουν όμως τον “Φάουστ”».

Από τις ελληνικές μεταφράσεις του «Φάουστ», ο Π. Μάρκαρης είχε πάντα δίπλα του εκείνην του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου (είχε μεταφράσει μόνο το πρώτο μέρος). «Είναι πολύ ωραία μετάφραση, έχει παρουσιαστεί μία φορά στο Εθνικό παλιά. Είναι πολύ σωστή, ήξερε εξαιρετικά γερμανικά ο Χατζόπουλος. Μόνο που σε κάποιες περιπτώσεις ο ακραίος δημοτικισμός του δεν έδωσε τις σωστές λύσεις στη μετάφραση. Γιατί με τη δημοτική δεν μπορείς να τα πεις όλα».

Και ως άνθρωπος που δεν μασάει τα λόγια του, ο Π. Μάρκαρης εξομολογείται πώς τον «έριξε» ο Νίκος Κούρκουλος το 1997: «Μου είπε: “Θέλω να σου κάνω μια πρόταση. Είσαι όρθιος ή κάθεσαι; Κάθησε. Θέλω να μεταφράσεις τον ‘Φάουστ’, και τα δύο μέρη”. Του απάντησα: “Δεν πρόκειται να το κάνω ποτέ”. Κι εκεί ο Κούρκουλος μου λέει τη μαγική φράση: “Πέτρο μου, είναι έργο ζωής!” Ε, μην πεις σ’ έναν άνθρωπο που ασχολείται με τα γράμματα ότι κάτι είναι έργο ζωής. Παγιδεύεται αμέσως. Κι εγώ παγιδεύτηκα και ξέχασα τον στίχο του Βάγκνερ που έλεγε “η μεν τέχνη μακρά, ο δε βίος βραχύς”».

​​Η παράσταση στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων, στην οδό Συγγρού, θα διαρκέσει από τις 15 Ιανουαρίου μέχρι 2 Φεβρουαρίου, εκτός Δευτέρας και Τρίτης. Δραματουργική επεξεργασία Armin Kerber, μουσική Δημήτρης Καμαρωτός. Παίζουν: Ακύλλας Καραζήσης, Θεοδώρα Τζήμου, Εύη Σαουλίδου, Ηλέκτρα Νικολούζου, Ελενα Τοπαλίδου, Φοίβος Ριμένας κ.ά. Στις 8.30 μ.μ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή