«Με βλέπεις;» Προσπαθώ να με βρω σε ασπρόμαυρες φωτογραφίες, μαθαίνω ξανά την πόλη, ανακαλύπτω νέους θορύβους, βλέπω εφιάλτες, τρέμω τον θάνατο, χάνω το θάρρος μου και το ξαναβρίσκω, άλλοτε βουλιάζω στην αδράνεια κι άλλοτε στύβω την πέτρα, κάνω όνειρα, ελπίζω.
«Με βλέπεις;» Δυο γυναίκες παρατηρούν τους άλλους και τους εαυτούς τους, κάνουν βουτιές στο μέσα τους, συλλογίζονται, εξομολογούνται – και συνομιλούν.
«Με βλέπεις;» Ένα πλάσμα που θυμάται είναι ο άνθρωπος. Υποκλίνεται σε ό,τι έχει χαθεί. Αλλιώς δεν υπάρχει αύριο.
To νέο βιβλίο της Φωτεινής Τσαλίκογλου, καθηγήτριας Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, και της δημοσιογράφου Τασούλας Επτακοίλη κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες. Γράφτηκε στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας με τη μορφή επιστολών που έστελναν η μία στην άλλη και αποτελεί ντοκουμέντο μιας εποχής πρωτόγνωρης και ανεπανάληπτης.
Στο εξώφυλλό του, μια γυναίκα που βουτάει στο νερό… «Στο βάθος κρύβονται θησαυροί, όπως λέει κι ένα νησιώτικο νανούρισμα από τα μέρη της Τασούλας: “Βουτηχτής μες στον γιαλό / Στα βάθη ελησμονήθη / Κι ήταν μέσα θησαυροί / Από καιρό χαμένοι”. Όμως, όση αξία έχει η βουτιά, άλλη τόση έχει και η ανάδυση. Το φως, η μαγεία της ανάδυσης, είναι συναρτημένη από την κατάδυση στο σκοτεινό βυθό», λέει η Φωτεινή.
«Αν δεν βουτήξεις δεν θα μάθεις ποτέ τα όριά σου. Χωρίς την κατάδυση, δεν υπάρχει ανάδυση. Αν δεν δεις τον βυθό, δεν θα μπορέσεις να εκτιμήσεις τον καθαρό αέρα που θα μπει ξανά στους πνεύμονές σου», συμπληρώνει η Τασούλα.
Το «Με βλέπεις;» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη.