Λοξή ματιά στον καθρέφτητης Ελλάδας

Λοξή ματιά στον καθρέφτητης Ελλάδας

Η «Επιτροπή» του Αλέκου Σμπαρούνη σατιρίζει ανηλεώς την ιστορία μας

3' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΑΛΕΚΟΣ ΣΜΠΑΡΟΥΝΗΣ
Η Επιτροπή
εκδ. Nεφέλη, 2021, σελ. 416

Το πρόσφατο φυλλάδιο (libellum) του Αλέκου Σμπαρούνη σατιρίζει τους ιδεολογικούς μας προσανατολισμούς και την ιστοριογραφική μας ελίτ. Αυτή η πασαρέλα-παρωδία φέρει τον τίτλο «Η Επιτροπή» και ασχολείται με τον εορτασμό των διακοσίων χρόνων από την Επανάσταση. Και όμως η σάτιρα είναι θανατηφόρα σοβαρή. Το έργο μάς αναγκάζει να ερωτηθούμε: ποιοι είμαστε; πώς φτάσαμε εδώ; πού οδεύουμε;

Πρώτον, τα θρύψαλα του 1968. Χρονιά της Σορβόννης, αλλά συγχρόνως, στα μέρη μας, οι απαρχές του αγώνα κατά της δικτατορίας. Στην πραγματικότητα, οι επαναστάτες του 1968 μετατράπηκαν στη δική μας περίπτωση σε διαχειριστές μιας ελληνικής εκδοχής του σύγχρονου καπιταλισμού. Τα μέλη της επιτροπής (αριστεροί, φιλελεύθεροι και δεξιοί) λειτουργούν ως χορωδία, ως συντηρητικοί θεματοφύλακες οι οποίοι ορίζουν τις πνευματικές παραμέτρους της πολιτείας.

Τα τραγούδια των θεματοφυλάκων τους γυρίζουν όμως πίσω στα νιάτα τους, σε πλατείες γεμάτες «με το νόημα που ‘χει κάτι απ’ τις φωτιές». Εν μέρει προσπαθούν να ξαναζήσουν τα χαμένα χρόνια μέσω του «σεξ»: συνουσία η οποία λειτουργεί ως απόπειρα να σταματήσει ο χρόνος στα χνάρια του, ως αναβίωση απολεσθέντων ερώτων και ερωτημάτων της νιότης. Στο έργο, το 1821 και το 1968 συγχωνεύονται, επειδή, όπως έλεγε ένα διάσημο σοβιετικό τραγούδι: «ο νεαρός Οκτώβριος είναι πάντα μπροστά».

Το έργο αναπαριστά ένα είδος κατάβασης στον Αδη, με στόχο την επαναφορά κάποιου δασκάλου-οδηγού.

Και όμως, το έργο του Σμπαρούνη δεν μας ωθεί προς τα εμπρός, αλλά μάλλον από τους αιθέρες προς τα κάτω, μια πτώση στα βαθιά, στις πέτρες και στα μάρμαρα, με τους ιστορικούς και αρχαιολόγους της επιτροπής ως διαμεσολαβητές. Ο επιστημονικός τόνος του σχολαστικού «επιστήμονα» ή «ιατροδικαστή» που χαρακτηρίζει τη συγγραφική φωνή στο κείμενο, και επίσης η χρήση θραυσμάτων, παραθέσεων, παραπομπών, κατατμήσεων και διασπάσεων, υπογραμμίζουν την εικόνα θανάτου του λόγου και συνάμα και της πολιτείας.

Και έτσι, το έργο αναπαριστά ένα είδος κατάβασης στον Αδη, με στόχο την επαναφορά κάποιου δασκάλου, κάποιου λογοτέχνη, κάποιου ποιητή, έστω κάποιου κούρου ή κάποιας κορασίδας που θα πρέπει να βρει τα λόγια να σώσει την πόλη.

Το έργο του Σμπαρούνη είναι γεμάτο αναφορές στους «Βατράχους» του Αριστοφάνη, και σαν τους «Βατράχους» αποτελεί ένα είδος διαλόγου μεταξύ των ζώντων και των θανόντων. Αλλά ενώ ο θεός Διόνυσος ταξίδεψε στα έγκατα της γης, με σκοπό να επαναφέρει την τραγωδία στην Αθήνα, ο Βάσος Περεγκός (ο αρχαιοκομμουνιστής, αρχαιολόγος, ζωγράφος και πρωταγωνιστής, του οποίου το όνομα ίσως θα έπρεπε να το προφέρουμε «Père Gauche», εις ανάμνηση του ’68) προσπαθεί, τελετουργώντας μπροστά στο ιερό της αρχαίας Βραυρώνας (με τους πολλούς βατράχους της), να επαναφέρει τη χαμένη κόρη του. Εντέλει, ο ίδιος ο Σμπαρούνης καθοδηγεί το λογοτεχνικό είδος της σάτιρας πίσω στη χώρα των εν ζωή Ελλήνων από την οποία είχε εξαφανιστεί.

Και ιδού, σωτηρία υπάρχει. Η επιστροφή των Mαρμάρων θα δώσει νέο πνεύμα στην πόλη. Οπως το είχε μελοποιήσει ο εθνικός συνθέτης: «Σε τούτα δω τα Μάρμαρα κακιά σκουριά δε πιάνει…».

Αλλά γιατί αρχίζει αυτή η ανησυχία και η σύγχυση; Γιατί αδειάζουν οι δρόμοι και οι πλατείες;

Γιατί ενύχτωσε και η πτήση Aegea(n) από Λονδίνο δεν έχει προσγειωθεί. Και ίσως τα Μάρμαρα να μην υπάρχουν καν. Και εκεί που η ζωγραφική τέχνη του Βάσου Περεγκού αλλά και η λογοτεχνική δεξιότητα ενός Σμπαρούνη βρίσκονται στα πρόθυρα του να καλύψουν το χάσμα που αναδύεται όταν το πολιτικό εγχείρημα αποτυγχάνει, η απώλεια της πτήσης μας επιστρέφει ακριβώς σ’ αυτό το (από μηχανής) κενό. Δεν υπάρχει σωτηρία, ούτε καν μέσω της σάτιρας. Στο ύστατο λέγειν του Σμπαρούνη μένει μόνο μια σαπουνόπερα οικογενειακής ενδογαμίας που σηματοδοτεί την επικείμενη καταστροφή της πολιτείας που ακόμα αγαπάμε.

Πρόκειται για μεταμοντέρνο, ένα τσαχπίνικο έργο. Και όμως το έργο αυτό είναι ταυτόχρονα εκρηκτικό. Το έτος 426 ο Αριστοφάνης ολοκλήρωσε την κωμωδία του Βαβυλώνιοι, μια κωμωδία η οποία χλεύαζε την Αθήνα της εποχής του. Ακολούθησε δικαστικός αγώνας και στο έργο επιβλήθηκε βαρύτατο πρόστιμο. Ετσι, και στην περίπτωση του έργου του Σμπαρούνη, δεν ζητούνται αναγνώστες: μην το διαβάσετε με κανέναν τρόπο.

Λοξή ματιά στον καθρέφτητης Ελλάδας-1
Μεταμοντέρνο, τσαχπίνικο και συνάμα εκρηκτικό λογοτέχνημα.
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή