«The Queen Is Dead»

Οταν ο Μορισέι τραγουδούσε στο «Nowhere Fast» πως ήθελε να κατεβάσει το παντελόνι του μπροστά στη βασίλισσα Ελισάβετ, ειλικρινά δεν το εννοούσε. Η επιθυμία του ήταν να μπει στο παλάτι για να διαρρήξει έναν περίκλειστο, ασφαλή χώρο μ’ ένα κομμάτι πραγματικότητας που ερχόταν από τους δρόμους

3' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν ο Μορισέι τραγουδούσε στο «Nowhere Fast» πως ήθελε να κατεβάσει το παντελόνι του μπροστά στη βασίλισσα Ελισάβετ, ειλικρινά δεν το εννοούσε. Η επιθυμία του ήταν να μπει στο παλάτι για να διαρρήξει έναν περίκλειστο, ασφαλή χώρο μ’ ένα κομμάτι πραγματικότητας που ερχόταν από τους δρόμους. Αλλωστε και ο ίδιος είχε μεγαλώσει μοναχικά σ’ ένα δωμάτιο κάπου στο Μάντσεστερ, παρέα με τα φαντάσματά του. Ενας οικειοθελής εγκλεισμός που τον έσπρωξε να γράψει στίχους για δεκάδες τραγούδια σε μια εξαετή θητεία. Δεν ήταν λίγες οι φορές που επαναλάμβανε, ως θέμα, μοτίβο ή εμμονή, εκείνη τη συστολή η οποία μπλοκάρει τη λαχτάρα να βγεις έξω και να χαρείς τη ζωή, τον πανικό της.

Πολλοί λοιπόν, με την αναγγελία θανάτου της βασίλισσας Ελισάβετ, έτρεξαν ταυτόχρονα, με συνενοχή, ν’ ακούσουν ξανά τον καλύτερο δίσκο των Smiths, αυτού του βραχύβιου συγκροτήματος που ήταν οι δικοί μας Beatles, χωρίς το εύρος τους βέβαια. Αναφέρομαι σ’ ένα πλήθος ακροατών που μεγάλωσε στις αναλογικές δεκαετίες του ’80 και ’90, χαμένο στη μουσική, σε απόσταση από τον υπόλοιπο κόσμο.

Το «Nowhere Fast» είχε ηχογραφηθεί για το προηγούμενο άλμπουμ, επομένως το «The Queen Is Dead» ήρθε ως φυσικό επακόλουθο, ήταν η επέκτασή του. Με το πρώτο υλικό των τραγουδιών να έχει συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια της βρετανικής περιοδείας τους, μ’ ένα τίτλο δανεισμένο από το πρώτο διήγημα του Χιούμπερτ Σέλμπι Τζούνιορ και το καρέ ενός ξεψυχισμένου Αλέν Ντελόν στο εξώφυλλο, με τα ροζ γράμματα σε φόντο στην απόχρωση της τσόχας, ο δίσκος κατάφερνε να υπερασπιστεί τη βασιλική μοναξιά που νιώθεις στην εφηβική σου περίοδο –άγνωστης διάρκειας–, όταν ένα κράτημα, σαν καπρίτσιο, δεν σου επιτρέπει να σηκωθείς από το κρεβάτι. Μερικοί σχολίασαν χαριτολογώντας πως οι Smiths ήταν μπροστά από την εποχή τους, προλέγοντας τον θάνατο της βασίλισσας, 36 χρόνια νωρίτερα. Και ίσως ήταν. Στον βαθμό που ήταν αθεράπευτα παλαιομοδίτες, εκτός συρμού, μα με μια πρόταση παράδοξα μοντέρνα. Οι στίχοι τους είχαν κάτι σαρκαστικά τρυφερό, οι κιθάρες τους έμοιαζαν με τσιμπήματα στις χορδές, ρυθμικά ήταν υποτονικοί: σαν ένα παιδί που υπνοβατεί κι ακούει τους νυχτερινούς ήχους μιας πόλης την οποία δεν πρόκειται να επισκεφθεί.

Πολλοί, με την αναγγελία θανάτου της βασίλισσας Ελισάβετ, έτρεξαν ταυτόχρονα, με συνενοχή, ν’ ακούσουν ξανά τον καλύτερο δίσκο των Smiths.

Δεν είχαν τη σκληροπυρηνική στάση του πανκ, ούτε προσέγγιζαν την τρέχουσα πολιτική ατζέντα με χυδαιότητα όπως οι U2. Τα τραγούδια τους ήταν σαν διακήρυξη μιας συνεσταλμένης κοινότητας που ενώ παρουσιάζεται νωθρή, πνίγεται από την καθημερινότητα και τελικά βρίσκει εκπρόσωπο. Οι Smiths ήταν κοντά σ’ έναν αφανή μέσο όρο που μεταφέρεται με πείσμα από γενιά σε γενιά. Γι’ αυτό δεν έχουν ξεχαστεί ακόμα. Η αλήθεια είναι πως κέρδισαν χρόνο. Ανθησαν κυρίως μετά τη διάλυσή τους, όπως ένας άνθρωπος που αναπτύσσεται μετά τον χαμό του. «Το να ‘ναι κανείς νεκρός είναι για το άτομο όπως το σαββατόβραδο για τον καπνοδοχοκαθαριστή, ξεπλένει την καπνιά από το σώμα», έγραφε ο Κάφκα.

Ο Μορισέι, προτού παρακμάσουν οι απόψεις του, ήταν τρομερός στιχουργός, κοφτερός. Είχε την ικανότητα να ακούγεται συγκρατημένος, λες και είχε γεννηθεί την εποχή των παγετώνων και την ίδια στιγμή να είναι θερμός, λαβωμένος από την εποχή της ανεργίας, για να παραφράσω μια γραμμή του. Μπορούσε να βάλει τον Αντώνιο και την Κλεοπάτρα να πίνουν ένα καφάσι μπίρες και τη Ζαν ντ’ Αρκ να καίγεται παρέα με το γουόκμαν της, γλιστρώντας με θράσος σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους, για να καταλήξει σε στίχους σαν συνθήματα γραμμένα με σπρέι στον τοίχο της βιομηχανικής ζώνης, από την οποία δεν σκόπευε να δραπετεύσει: Κρεμάστε τον dj. Η μουσική που παίζετε δεν λέει τίποτα για τις ζωές μας. Τα πράγματα δεν αλλάζουν, αφού κανείς δεν είναι διατεθειμένος να ξεκολλήσει από τον θρόνο του.

Αν απομονώσει κανείς το ομότιτλο και εναρκτήριο τραγούδι του δίσκου, θα εκπλαγεί από την απρέπεια των στίχων, με τη λεπτεπίλεπτη ειρωνεία για τον νυν βασιλιά Κάρολο και τη μητέρα του. Θυμίζει ξεχαρβαλωμένο εμβατήριο, παιγμένο από την μπάντα του Μπάκιγχαμ που έχει μόλις αποστατήσει. Μετά τον θάνατο της βασίλισσας, ακόμη και ο Τζόνι Λάιντον των Sex Pistols απέδωσε τιμές, βγάζοντας τις παραμάνες από τη νεανική της φωτογραφία που κάποτε ήταν το σήμα κατατεθέν του συγκροτήματός του. Ωστόσο οι στροφές του Μορισέι εξακολουθούν να διατηρούν το αγκάθι τους.

Σε αντίθεση με τους U2, κανείς δεν προσκάλεσε τους Smiths στο Live Aid. Κι ας ήταν κορυφαίο συγκρότημα το ’85. Hταν μια ορθή στάση. Πόσο θα άντεχαν τα τραγούδια τους σ’ ένα τεράστιο στάδιο; Ο πιο κατάλληλος τρόπος είναι να φοράς τ’ ακουστικά, ν’ ακούς τη μουσική τους και να περπατάς στην πόλη, σέρνοντας επιτέλους το δωμάτιό σου, έξω. Μια απόλαυση που δεν γεύτηκε ποτέ η βασίλισσα Ελισάβετ: «Τους ετέθη η επιλογή να γίνουν είτε βασιλιάδες είτε αγγελιαφόροι των βασιλιάδων. Oπως και τα παιδιά, όλοι θέλησαν να γίνουν αγγελιαφόροι».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή