Γιάννης Ψυχοπαίδης στην «Κ»: Η ποίηση «ζωντανεύει» στον καμβά

Γιάννης Ψυχοπαίδης στην «Κ»: Η ποίηση «ζωντανεύει» στον καμβά

Ο ζωγράφος Γιάννης Ψυχοπαίδης εικονοποιεί ποιήματα από τον «Λυσιμελή πόθο» του Τίτου Πατρίκιου

3' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΓΙΑΝΝΗΣ ΨΥΧΟΠΑΙΔΗΣ
έρως πόλεμος, 24 εικόνες πάνω στην ποίηση του Τίτου Πατρίκιου – Ποιήματα από τον Λυσιμελή πόθο
εκδ. Πατάκη, σελ. 112

Η ποίηση δεν προέρχεται πάντα απ’ την ποίηση, ούτε και η ζωγραφική πάντα απ’ τη ζωγραφική. Ο έρωτας, εκτός από απόλαυση, αγαλλίαση και ανάταση, μπορεί από πεταλούδα να γίνει νυχτερίδα, να μετεξελιχθεί από πόθο σε πόνο, σε εφιάλτη, σε βία, σε πόλεμο, σε πεδίο μάχης που δεν επαληθεύεται. Μια ολόκληρη συλλογή ερωτικής ποίησης δεν χωράει όλα τα χρώματα μιας παλέτας ζωγράφου. Ο ποιητής μιλάει με παραμύθια, παραβολές, συμβολισμούς και γενικές μεταφορές, ενώ ο ζωγράφος μιλάει με τη βεντάλια των χρωμάτων και των συνθέσεών του. Απ’ όσα όμως μπορώ να υποθέσω διαβάζοντας το βιβλίο «έρως πόλεμος», ο Γιάννης Ψυχοπαίδης δεν είναι μόνο ένας ζωγράφος αλλά και ένας ποιητής, ένας γραφιάς που βρίσκει καταφύγιο στην ποίηση της ζωγραφικής, μπαίνει στα σπλάχνα της ποίησης. Ξέρει και γράφει. Ξέρει και αναπτύσσει τις ιδέες του με προσωπικό στυλ. Απόδειξη, η εμπεριστατωμένη εισαγωγή και τα δύο σύντομα δοκίμιά του στο τέλος του τόμου.

Οι 24 εικόνες του Ψυχοπαίδη πάνω στην ποιητική σύνθεση «Λυσιμελής πόθος» του Τίτου Πατρίκιου είναι ακίνητες φιγούρες ενός γυμνού ζευγαριού σε στάση επιφυλακτική απέναντι στον έρωτα, αλλά οικεία στον αποχαιρετισμό. Το ζευγάρι αγκαλιάζεται, αλλά σαν να είναι απόν. Αγγίζεται αλλά χωρίς τρυφερότητα. Ερως χωρίς έρωτα. Βλαστός που δεν ανθίζει. Γιατί το ζευγάρι ταξιδεύει στο δικό του παρελθόν που είναι μια μάχη ή ένας πόλεμος ή μια ανάμνηση πολέμου. Το φόντο στους πίνακες είναι τοπίο άδηλο, πότε το εσωτερικό δωματίου, πότε έξω στην ύπαιθρο με διάκοσμο συρματόπλεγμα μιας διαταραγμένης πραγματικότητας, με αεροπλάνα να πετούν άσκοπα, λάμπες φωτός να φωτίζουν την έρημο των πραγμάτων, έπιπλα να περιμένουν μετακόμιση στην Ουτοπία. Μπαρουτοκαπνισμένο τοπίο σχεδόν παγωμένο. Που παραπέμπει σε φραγμούς και αποστάσεις από χρώματα συμπαγή έτοιμα να εκραγούν. Λες και ο καμβάς του Ψυχοπαίδη είναι φτιαγμένος από λινάτσες απελπισμένης προέλευσης και ταφτάδες ανέλπιδων σκιών. Λες και οι συνθέσεις του είναι ημερολόγια όσων επέστρεψαν από πόλεμο με φύλλα πορείας ατελέσφορου έρωτα, με τα βιογραφικά τους να μην αντιστοιχούν στα χαρτιά τους στον έλεγχο στα σύνορα. Λες και το κρεβάτι του ζεύγους είναι γυμνό και ο έρωτας στάζει στα σεντόνια, τα σώματα αλλάζουν θέση στις εκβολές του έρωτα, τα ιδρωμένα μαξιλάρια συσκέπτονται εν μέσω πλεγμένων μαλλιών, πελαγοδρομούν οι κοιλιές, ενώ τα βλέμματα αναζητούν την παλέτα τους.

«Ζωγραφική και ποίηση νοσταλγούν το μέλλον μέσα από μια ταραγμένη νηφαλιότητα, “ληστεύοντας ιδέες” η μία από την άλλη».

Οι εικόνες εμπεριέχουν μια εσωτερικότητα που πατάει στα ποιήματα του Πατρίκιου. Είκοσι τέσσερις εικόνες αντικριστές στα είκοσι τέσσερα ποιήματα. Υπάρχει δίψα και πείνα και πόθος στα πρόσωπα των πορτρέτων, πρόσωπα που κοιτάνε το ένα το άλλο και είναι σαν να βλέπουν έρημο και καταχνιά και στάχτες από λέξεις ασύμμετρης απειλής, που προσπαθούν να ισορροπήσουν σε έναν αδιάφορο κόσμο. Μετακινούμενος φοβισμός, επετηρίδες που μας κατευθύνουν σε ήττες και απώλειες, σε χαμένες γενιές επαναστατών και επαναστατημένων ιδεολόγων και ιδεαλιστών, γνωστών ως «γενιά της ήττας».

Αυτό που επιχειρεί ο Ψυχοπαίδης πάνω στον «Λυσιμελή πόθο» του Πατρίκιου είναι μια επέμβαση με νυστέρι στη σάρκα των ποιημάτων όχι για να αφαιρέσει κακοήθεις όγκους, αλλά για να προσθέσει με τα χρώματα στα σώματα μια διάσταση υποβόσκουσας απελπισίας. Ο Ψυχοπαίδης κλέβει τους στίχους του Πατρίκιου και τους ξαναγράφει με το πινέλο του. Κλέβει την πραγματικότητα του ποιητή και φτιάχνει την πραγματικότητα του εικαστικού. Δημιουργεί μια καινούργια, πολυσύνθετη πραγματικότητα χάριν της ομορφιάς. Υπηρετεί την ομορφιά. Τη μοιράζει και τη μοιράζεται. Δεν γίνεται διαφορετικά. Καλλιτέχνης και ποιητής βαδίζουν στον ίδιο δρόμο. Κατεβαίνουν στην άβυσσο της καθημερινότητας και βγαίνουν μαζί ακμαίοι και δημιουργικοί, με ιδέες για ποιήματα και εικόνες.

Γιάννης Ψυχοπαίδης στην «Κ»: Η ποίηση «ζωντανεύει» στον καμβά-1

«Ζωγραφική και ποίηση νοσταλγούν το μέλλον μέσα από μια ταραγμένη νηφαλιότητα, μέσα από μια τρυφερή σχέση ιδιοκτησίας με τη ζωή, “ληστεύοντας ιδέες” η μία από την άλλη», γράφει κάπου στο σημείωμά του «τόπος ποιητικός» ο Ψυχοπαίδης. Φαντάζομαι τον Τίτο Πατρίκιο με τον Γιάννη Ψυχοπαίδη να παίζουν κρυφτό σαν παιδιά, στους πεζόδρομους κάπου ανάμεσα στην Ακρόπολη και στο Παγκράτι, ο ένας να κρύβει στίχους και ο άλλος χρώματα, ο ένας να κρύβεται σε κόχες ποιημάτων ο άλλος σε κάδρα με ξεγδαρμένα τοπία και οι δύο να κρύβονται από τον Χρόνο της ποίησης και της ζωγραφικής.

Υπαρξιακό ήθος

Το τελευταίο τρίτο του βιβλίου είναι τα πορτρέτα 34 ποιητών, ξένων και Ελλήνων. Είναι 33 συγγραφείς συν ο κορυφαίος Μίκης Θεοδωράκης. Ολοι τους χάραξαν με τον τρόπο τους την καλλιτεχνική ταυτότητα και ψυχοσύνθεση του Ψυχοπαίδη απ’ όταν ήταν έφηβος, πρόσωπα που διαμόρφωσαν, με τα δικά τους μυστικά, το υπαρξιακό του ήθος και ασφαλώς προέκυψαν έπειτα από αναγνώσεις. Τα πορτρέτα αφηγούνται τη δική τους ιστορία, που θα μπορούσε να είναι το πορτρέτο της αυτοβιογραφίας ενός καλλιτέχνη (=Ψυχοπαίδης) από νεαρής ηλικίας έως τις μέρες μας.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή