«Ο Θεός είναι το ίδιο το τραύμα»

Οι ηχογραφημένες συζητήσεις του κορυφαίου μουσικού Νικ Κέιβ με τον Σον Ο’ Χάγκαν κυκλοφορούν σε λίγες ημέρες

5' 11" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον Αύγουστο του 2020, ο Σον Ο’ Χάγκαν ξεκίνησε μια μεγάλη σειρά ηχογραφημένων συζητήσεων με τον Νικ Κέιβ, «ένα τελετουργικό που διήρκεσε με διαλείμματα έως το επόμενο καλοκαίρι», όπως γράφει. Ετσι προέκυψε το βιβλίο «Πίστη, ελπίδα και πόνος», που κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος, σε μετάφραση της Βάσιας Τζανακάρη. Ο Κέιβ μιλάει για τη μουσική, τη θρησκευτική πίστη, τον –συνειδητό– συντηρητισμό του, την ηρωίνη και, βέβαια, τον θάνατο του 15χρονου γιου του, Αρθουρ. «Αναπόφευκτα, ο γιος του Νικ, Αρθουρ, που πέθανε το 2015, αποτελεί σταθερή παρουσία σε όλο το βιβλίο, μερικές φορές ρητά, και πάντοτε άρρητα», σχολιάζει ο Ο’ Χάγκαν, προσθέτοντας: «Αν αυτό το βιβλίο σκιαγραφεί μια δραματική μεταμόρφωση, δημιουργική και προσωπική, ενώπιον μιας μεγάλης προσωπικής καταστροφής, ξεχειλίζει επίσης από μια αίσθηση επισφάλειας της ζωής».

Η.Μ.

Η «Κ» προδημοσιεύει ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα.

– Λες, λοιπόν, ότι όλα τα σπουδαία τραγούδια σου έχουν με κάποιον τρόπο αυτό το υπερβατικό –ή θρησκευτικό– στοιχείο; Ή ότι τουλάχιστον προσπαθούν να το αγγίξουν.

– Λέω ότι όλα μου τα τραγούδια τα γράφω εκκινώντας από μια πνευματική λαχτάρα, επειδή αυτή είναι η μόνιμη συνθήκη μου. Για μένα, προσωπικά, αυτή η συνθήκη είναι ηλεκτρισμένη, δημιουργική και γεμάτη δυνατότητες.

Επίσης, όλο και περισσότερα τραγούδια που έχω γράψει μου φαίνονται μυστήρια, μπορώ να τα ακούσω με μια ευλάβεια, επειδή νιώθω προσωπικά απομακρυσμένος από αυτά, σαν να έχουν έρθει από κάπου άλλου. Το «Ghosteen» σίγουρα είναι ένας δίσκος που μου δίνει την αίσθηση ότι προήλθε από κάπου πέρα από μένα και εκφράζει κάτι άφατο. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω ακριβώς, Σον, παρά μόνο ίσως λέγοντας ότι ο Θεός είναι το ίδιο το τραύμα.

– Θα πρέπει να κάνεις μια προσπάθεια να το εξηγήσεις αυτό. Τι θα πει «Ο Θεός είναι το ίδιο το τραύμα»;

– Οτι ίσως το πένθος μπορεί να ιδωθεί ως μια συνθήκη αφύπνισης, στην οποία το άτομο που πενθεί βρίσκεται πιο κοντά από ποτέ στη θεμελιώδη ουσία των πραγμάτων. Γιατί στο πένθος εξοικειώνεσαι σε μεγάλο βαθμό με την ιδέα της θνητότητας. Μπαίνεις σε μια πολύ σκοτεινή συνθήκη και βιώνεις πόνο που δεν έχεις ξανανιώσει – φτάνεις στα όρια του μαρτυρίου. Πιστεύω ότι υπάρχει μια μεταμορφωτική ιδιότητα σε αυτή τη μαρτυρική συνθήκη. Σε αλλάζει και σε αναδομεί ουσιαστικά. Αυτή η διαδικασία, βέβαια, είναι πολύ τρομακτική, αλλά με τον καιρό επιστρέφεις στον κόσμο γνωρίζοντας πόσο ευάλωτοι είμαστε συμμετέχοντας σε αυτό το ανθρώπινο δράμα. Ολα φαίνονται τόσο εύθραυστα και πολύτιμα και έντονα, και ο κόσμος και οι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτόν τόσο απειλούμενοι και ταυτόχρονα τόσο όμορφοι. Η αίσθησή μου είναι ότι σε αυτή τη σκοτεινή συνθήκη, η ιδέα ενός Θεού είναι πιο έντονη ή ίσως πιο ουσιαστική. Αισθάνομαι ότι το πένθος και ο Θεός είναι κατά μία έννοια συνυφασμένα, ότι όταν πενθείς, πλησιάζεις πιο κοντά στο πέπλο που χωρίζει αυτόν τον κόσμο από τον άλλον. Επιτρέπω στον εαυτό μου να πιστεύει τέτοια πράγματα, επειδή μου κάνει καλό. (…)

Οταν πενθείς, αυτό που λαχταράς είναι η γαλήνη. Οταν πέθανε ο Αρθουρ, μέσα μου υπήρχε ένα χάος, μια σωματική αίσθηση που έμοιαζε με έναν βρυχηθμό στο κέντρο της ύπαρξής μου, καθώς και μια τρομερή αίσθηση τρόμου και επικείμενης καταστροφής. Θυμάμαι ότι την ένιωθα πραγματικά να κυλάει μες στο σώμα μου και να ξεχύνεται από τα ακροδάχτυλά μου. Οταν έμενα μόνος με τις σκέψεις μου, μια σχεδόν συντριπτική αίσθηση κατέκλυζε το σώμα μου. Δεν είχα ξανανιώσει έτσι. Ηταν μεν ψυχικό μαρτύριο, αλλά ήταν και σωματικό, βαθιά σωματικό, μια ισοπέδωση του εαυτού – ένα εσωτερικό ουρλιαχτό.

Το πένθος μπορεί να ιδωθεί ως μια συνθήκη αφύπνισης, στην οποία το άτομο που πενθεί βρίσκεται πιο κοντά από ποτέ στη θεμελιώδη ουσία των πραγμάτων.

– Βρήκες τρόπο να γαληνεύεις έστω για λίγο;

– Εκανα επί χρόνια διαλογισμό, αλλά μετά το ατύχημα πραγματικά πίστευα ότι δεν θα μπορούσα να διαλογιστώ ξανά. Πίστευα ότι το να καθίσω και να αφήσω αυτό το συναίσθημα να με κυριεύσει θα ήταν αβάσταχτο μαρτύριο. Κάποια στιγμή, όμως, ανέβηκα στο δωμάτιο του Αρθουρ και κάθισα στο κρεβάτι του, ανάμεσα στα πράγματά του, έκλεισα τα μάτια μου και διαλογίστηκα. Πίεσα τον εαυτό μου να το κάνει. Και για μια απειροελάχιστη στιγμή, είχα επίγνωση ότι με κάποιον τρόπο τα πράγματα θα μπορούσαν να πάνε καλά. Ηταν σαν ένα φευγαλέο φως. Κι ύστερα ο πόνος επέστρεψε καταιγιστικός. Αυτό ήταν ένα σημάδι και μια σημαντική αλλαγή.

Αλλά μιας και ανέφερες την αίσθηση της διαρκούς αποδιοργάνωσης, σκεφτόμουν πως, αφότου πέθανε ο Αρθουρ, στο κεφάλι μου εκτυλισσόταν ασταμάτητα μια λυσσαλέα, ασταμάτητη συζήτηση. Δεν ήταν ένας συνηθισμένος εσωτερικός μονόλογος. Ηταν σαν μια κουβέντα με τον ίδιο μου τον ετοιμοθάνατο εαυτό – ή με τον ίδιο τον θάνατο.

Εκείνη την περίοδο η σκέψη ότι όλοι κάποτε πεθαίνουμε έγινε τόσο αληθινή, που μόλυνε τα πάντα, να πάρει ο διάολος. Μου φαινόταν ότι όλοι μπορεί να πέθαιναν από στιγμή σε στιγμή.

– Είχες την αίσθηση ότι ο θάνατος ήταν ολόγυρα και καραδοκούσε;

– Ακριβώς. Και για τη Σούζι (σ.σ. σύζυγο του Κέιβ και μητέρα του Αρθουρ) αυτή η αίσθηση ήταν πολύ ακραία. Βασικά, πίστευε ότι όλοι θα πέθαιναν – και μάλιστα σύντομα. Οχι ότι όλοι τελικά πεθαίνουν, αλλά ότι όσοι ξέραμε θα πέθαιναν αύριο ξέρω γω. Βυθιζόταν σε μια απόλυτη υπαρξιακή αγωνία, που είχε να κάνει με το ότι η ζωή όλων διέτρεχε τρομερό κίνδυνο. Ηταν σπαρακτικό.

Αλλά με κάποιον τρόπο, αυτή η αίσθηση της παρουσίας του θανάτου και τα θυελλώδη πληγωμένα συναισθήματα που τη συνόδευαν μας έδωσαν τελικά μια παράξενη επιτακτική ενέργεια. Οχι αμέσως, αλλά με τον καιρό. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, ήταν μια ενέργεια που μας επέτρεψε να κάνουμε ό,τι θέλαμε. Ξεκλείδωσε διάφορες δυνατότητες και από μέσα τους ξεχύθηκε μια παράδοξη, παράτολμη δύναμη. Ηταν λες και το χειρότερο είχε ήδη συμβεί, και τίποτα δεν μπορούσε να μας βλάψει, και οι συνηθισμένες μας ανησυχίες ήταν πια πολυτέλειες. Αυτό περιέκλειε μια ελευθερία. Η επιστροφή της Σούζι στον κόσμο ήταν το πιο συγκινητικό πράγμα που έχω δει στη ζωή μου.

– Από ποια άποψη;

– Ηταν σαν να είχε πεθάνει μπροστά στα μάτια μου, αλλά στο τέλος επέστρεψε στον κόσμο.

Ξέρεις, αν έχω ένα μήνυμα που θέλω να δώσω, αφορά την ερώτηση που κάνουν οι άνθρωποι που έχουν χάσει κάποιον δικό τους και πενθούν: Θα νιώσω ποτέ καλύτερα; Τα εισερχόμενα των Red Hand Files κατακλύζονται από γράμματα ανθρώπων που γυρεύουν απάντηση σε αυτή τη φρικτή, μοναχική ερώτηση. Η απάντηση είναι ναι. Αλλάζουμε. Γινόμαστε καλύτεροι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT