Ενα εικοσιτετράωρο με τον σκηνοθέτη Θόδωρο Γράμψα

Ενα εικοσιτετράωρο με τον σκηνοθέτη Θόδωρο Γράμψα

«Κατεβαίνουμε τα σκαλιά του θεάτρου. Του μικρού, αλλά θαυματουργού τις περισσότερες φορές, θεάτρου. Αλλωστε γι’ αυτό έρχονται οι θεατές στο θέατρο. Για το θαύμα»

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

08.00

Κοιμάμαι ακόμη κι ο καλός μου φίλος, ο Μάττι, ανεβαίνει και ξαπλώνει δίπλα μου. Ο καλός μου φίλος είναι σκύλος. Ο ήχος της κάψουλας που σκάει στη μηχανή του εσπρέσο, η πρώτη μυρωδιά του καφέ που τρέχει και αυτό το πρώτο μου τσιγάρο παραμερίζουν τα όνειρα για να πιάσουμε την πραγματικότητα απ’ την αρχή. Δύο τόσο έντονα μάτια και μια ουρά π’ αδημονεί, δεν θα μ’ άφηναν ποτέ να ξεχαστώ και να μην κάνουμε την πρωινή μας βόλτα.

10.30

Back pack, φιλί στη μύτη, υπόσχεση «δεν θ’ αργήσω» και κατηφορίζω τον πεζόδρομο της Θεμιστοκλέους για να φθάσω στη σχολή. «Καλημέρα, κύριε Γράμψα…», «…καλημέρα, παιδιά…», «…τι κάνει ο Μάττι…». «Καλημέρα, Χαρά…», «…γεια σας…» (συνήθως με πλατύ χαμόγελο) και διάφορα άλλα τέτοια μικρά και όμορφα για αρχή. Μερικές κουβέντες με τη Χαρά για τα τρέχοντα και κατευθείαν στο μάθημα των 11.00. Δεν χρειάζεται να σας περιγράψω το μάθημα, γιατί αποτυπώνεται ανάγλυφα στην παράστασή μας.

14.00

Μεσημεριανό στο διπλανό εστιατόριο της σχολής. Λίντα: «Γεια σου, δάσκαλε. Aργησες». Εγώ: «Oχι, στην ώρα μου είμαι. Γεια σου, κύριε Θανάση». (Ο Θανάσης είναι ένας κύριος που είναι κι αυτός στην ώρα του.) Θέλω να πω ότι ποτέ δεν αυτοπροσδιορίζομαι ως δάσκαλος. Θεωρώ ότι η έννοια αυτή, σε ό,τι αφορά την υποκριτική, μπορεί να αποδοθεί σε κάποιον μόνον ως τίτλος τιμής και σεβασμού για τη μεγάλη αξία του έργου του και της μοναδικής προσφοράς του στο κοινωνικό σύνολο. Οχι όμως ως ιδιότητα επαγγελματική. Και γι’ αυτό δεν δέχομαι την προσφώνηση αυτή. Στους γείτονες του εστιατορίου δίπλα κάνω μια εξαίρεση, γιατί ξέρω ότι δεν κυριολεκτούν. Δέχομαι την προσφώνηση ως «μέση οδό», μεταξύ ενός αισθήματος οικειότητας και κάποιας απόστασης συγχρόνως. Δέχομαι, μια και ασκώ το λειτούργημα της διδασκαλίας, τον τίτλο του καθηγητή. Αφού λοιπόν ολοκληρώσω το γεύμα μου, θα αποχωρήσω για το σπίτι. Εκεί κάποιος με περιμένει και ξέρει ακριβώς την ώρα που γυρνώ. Ή που πρέπει να γυρίσω.

15.00

Επιστροφή στο σπίτι, λοιπόν. Αν επιστρέψω στη ώρα μου, ο Μάττι θα σπεύσει να με υποδεχτεί. Αν όμως καθυστερήσω, θα τον βρω ξαπλωμένο στο κρεβάτι, μουτρωμένο και τάχα μου αδιάφορο. Οταν όμως ακούσει τη διαδικασία για το φαγητό του να εξελίσσεται, βρίσκει ξανά… το ενδιαφέρον του για τη ζωή. Ξέρετε, παλιά στα χωριά οι μανάδες μας μας μάθαιναν να κοιμόμαστε το μεσημέρι, για να μπορέσουν να ξεκουραστούν κι αυτές λιγάκι. Ολη τη μέρα δούλευαν στο σπίτι χωρίς σταματημό. Oσο μικρό και να ‘τανε το σπιτικό, έφτανε για να αποκάμουνε. Εφτανε. Αλήθεια. Επρεπε λοιπόν να ξεκουράζονται λίγο κι αυτές. Εκείνες οι «στρογγυλές» μανάδες. Με τις μεγάλες αγκαλιές και την ποδιά στη μέση. Ετσι, λοιπόν, έμαθα να ξαπλώνω το μεσημέρι. Φυσικά και ο Μάττι.

«Κατεβαίνουμε τα σκαλιά του θεάτρου. Του μικρού, αλλά θαυματουργού τις περισσότερες φορές, θεάτρου. Αλλωστε γι’ αυτό έρχονται οι θεατές στο θέατρο. Για το θαύμα».

18.00

Ωρα για πρόβα. Περπατάμε σχεδόν πάντα όλοι μαζί προς το θέατρο της σχολής. Back pack και καφεδάκια στο χέρι απ’ το μπαράκι στη γωνία. Κατεβαίνουμε τα σκαλιά του θεάτρου. Του μικρού, αλλά θαυματουργού τις περισσότερες φορές, θεάτρου. Αλλωστε, γι’ αυτό έρχονται οι θεατές στο θέατρο. Για το θαύμα. Κατεβαίνουμε λοιπόν τα σκαλιά επί τρεις μήνες, για να δημιουργήσουμε ένα θαύμα. Εως και ουτοπικό μπορεί ν’ ακούγεται. Πώς φτιάχνεται λοιπόν ένα θαύμα; Με τι εργαλεία, με τι υλικά; Πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε «υλικά» της ζωής τη διαδρομή, «εργαλεία» τη φαντασία και το πάθος, να παραμερίσουμε τις κάθε λογής «ακαθαρσίες» της καθημερινότητας που κουβαλούμε και με ό,τι πιο όμορφο, αγνό κι ευφάνταστο φέρουμε, να πιάσουμε δουλειά, χωρίς συμβιβασμούς, αλλά με πίστη πολλή, μήπως τελικά καταφέρουμε και συντελεστεί το θαύμα. Και αν δεν τα καταφέρουμε, δεν πρέπει να χάσουμε το θάρρος μας. «Ετσι σοφοί που γίναμε, με τόση πείρα», την επόμενη φορά θα πλησιάσουμε ακόμη πιο κοντά.

23.00

Τέλος της πρόβας. Τα Εξάρχεια εκπέμπουν κάτι άλλο απ’ αυτό που εκπέμπουν την ημέρα. Κόσμος παντού. Μουσικές παντού και από παντού. Γέλια, ερωτισμός. Ενα βουητό, κυρίως από των νέων τα πετάγματα. Νέοι. Παντού νέοι και νέες. Ενα βουητό που αν κλείσεις τα μάτια σου και ακούσεις, μπορεί να σου θυμίσει εκείνο το κοχύλι που ακούς τη θάλασσα. Ναι. Τα Εξάρχεια είναι ένα κοχύλι, που ακούς όλα τα κύματα.

00.00

Υστερα από ένα κρασάκι στη γωνία, ο Μάττι θα με υποδεχτεί κουνώντας την ουρά του και τότε είναι που αισιοδοξώ.

Βασισμένη σε επτά μαθήματα του ηθοποιού, σκηνοθέτη και δασκάλου υποκριτικής Λουί Ζουβέ, ο οποίος το 1940 διδάσκει στη μαθήτριά του Κλαούντια τον ρόλο της Ελβίρας, από τον «Ντον Ζουάν» του Μολιέρου, η παράσταση «Ζουβέ-Ελβίρα» παρουσιάζεται στην Εταιρεία Θεάτρου Πράξη Επτά (Βαλτετσίου 45), σε σκηνοθεσία Θόδωρου Γράμψα. Παίζουν οι Ανδριανή Κυλάφη, Στέλιος Γιαννακός, Νίκος Παλιούρας και ο σκηνοθέτης. Κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 9.15 μ.μ. και κάθε Κυριακή στις 8 μ.μ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT