Ξέρω να κάνω τους άλλους να τρομάζουν

Ξέρω να κάνω τους άλλους να τρομάζουν

Η συγγραφέας Μαριάνα Ενρίκες είναι η «πριγκίπισσα του τρόμου»

8' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το σημείο συνάντησής μας είναι το καφενείο «Florida Garden» που στέκεται επιβλητικό στη διασταύρωση των οδών Παραγουάης και Φλόριδας, όπου μπορεί κανείς να αλλάξει στη μαύρη αγορά ευρώ ή δολάρια σε πέσο σε τιμή διπλάσια ή τριπλάσια από την επίσημη. Μια ομιλητική γκαρσόνα μάς σερβίρει τους καφέδες μας, ρωτώντας να μάθει ποιες είμαστε και τι κάνουμε. Πιάνουμε κανονική συζήτηση. Οχι, η σερβιτόρα δεν είναι από την Αργεντινή. Ναι, μιλάει αγγλικά γιατί ήταν δασκάλα αγγλικών στη Βενεζουέλα, την πατρίδα της. Οχι, δεν την προάγουν στο μάνατζμεντ παρ’ όλες τις γνώσεις της, γιατί μόνο άνδρες παίρνουν προαγωγή σε αυτό το μαγαζί. Κι όχι, δεν έχει ξανακούσει το όνομα Μαριάνα Ενρίκες. Αλλά με το που ακούει πως έχει μπροστά της τη διεθνώς αναγνωρισμένη συγγραφέα, γνωστή ως «πριγκίπισσα του τρόμου», Μαριάνα Ενρίκες, υπόσχεται αμέσως πως θα διαβάσει τα βιβλία της. Πάνω που πήγαινα να την προειδοποιήσω πως πρέπει να έχει γερό στομάχι για να χωνέψει τέτοιες ιστορίες, ευτυχώς μπήκαν κάτι πελάτες στο μαγαζί.

Στρέφομαι προς την Ενρίκες και της εξομολογούμαι πως όταν διάβαζα το βιβλίο της «Οι κίνδυνοι του να καπνίζεις στο κρεβάτι», στο αεροπλάνο, πετώντας από Παρίσι προς Μπουένος Αϊρες, είχα μουδιάσει. Εγώ που δεν φοβάμαι τα αεροπλάνα και τα ύψη, άρχισα να τρέμω. Θα πέσουμε; Θα πνιγούμε στον ωκεανό; Αεροπειρατεία; Κάτι κακό θα μας συνέβαινε. Τα διηγήματά της μιλούν για περιπλανώμενες, ταλαιπωρημένες ψυχές, παιδιά-φαντάσματα που τα ψάχνουν οι δικοί τους, κόκαλα που τρίζουν γιατί παραμένουν άθαφτα, αυτοακρωτηριασμούς, νεκροφιλία, ηδονοβλεψία, κανιβαλισμό. Η αχαλίνωτη φαντασία της είχε κάνει κατοχή στο μυαλό μου.

Η «μαγεία της φαντασίας»

Καλά, πώς γράφει τέτοια ανατριχιαστικά πράγματα και μετά πάει για ύπνο; Τι λογοτεχνικό είδος είναι αυτό που επέλεξε; «Α, δεν έχω πρόβλημα. Ολα αυτά που γράφω μπορεί να ήταν ή να είναι τραυματικά, αλλά τα επεξεργάζομαι. Τη στιγμή που θα φθάσουν στον υπολογιστή, στο χαρτί, έχουν επιλυθεί. Δεν έχω φόβο. Εχω, όμως, την τεχνική να κάνω τους άλλους να τρομάζουν. Θέλω να σώσω τη μαγεία της φαντασίας, the magical thinking».

Γεννημένη στο Μπουένος Αϊρες, τον Δεκέμβριο θα κλείσει τα 50, είναι παιδί των δεκαετιών του ’80 και του ’90, μεγαλώνοντας με Stephen King, Twin Peaks, Spielberg και με μια δίαιτα ταινιών σλάσερ. Εχει γράψει εννέα βιβλία, τα δύο συλλογές διηγημάτων, και έχει τιμηθεί με διάφορα λογοτεχνικά βραβεία, το μυθιστόρημά της «Our Share of Night» (2019) κέρδισε το βραβείο Premio Herralde της Ισπανίας, τιμή που είχαν αποσπάσει παλιά ο Ισπανός Χαβιέ Μαρίας και ο Χιλιανός Ρομπέρτο Μπολάνιο.

Μπορεί οι ιστορίες της να είναι καρυκευμένες με υπερφυσικά στοιχεία από το γοτθικό μυθιστόρημα –μαγεία, τρόμο, βία, ζόμπι, βαμπίρ, τέρατα και φαντάσματα–, αλλά δεν είναι οι παραδοσιακές ιστορίες με φαντάσματα. Οι απρόσμενες ανατροπές στην αφήγηση αιχμαλωτίζουν και παρασύρουν τον αναγνώστη σε παράξενες ατραπούς. Καμιά φορά οι ιδέες της, όμως, είναι παρατραβηγμένες. Σε ένα διήγημα, για παράδειγμα, μια μάνα χάνει το παιδί της από ένα δυστύχημα και λίγο αργότερα διαπιστώνει πως ο λαιμός ενός σκύλου είναι φτιαγμένος από το δέρμα του πεθαμένου παιδιού της. Πώς σκαρφίζεται τέτοια πράγματα; Η Ενρίκες παίρνει πόζα και σκύβει προς το μέρος μου. «Δεν τα σκαρφίζομαι. Μου την είπαν την ιστορία, ένας τύπος σε ένα μπαρ στη Βαρκελώνη. Αποτελεί μέρος του αστικού μύθου της. Βλέπεις, όταν ανοίξει το υπογάστριο της πόλης… οι άνθρωποι αρχίζουν να μιλούν».

Με τα διηγήματά μου θέλω να πω «αυτά είναι τα σκοτάδια μας, δείξτε μας τα δικά σας». Περιγράφω τη μαυρίλα της χώρας μου και σε κάνω να σκεφθείς τη μαυρίλα της δικής σου.

Οι ιστορίες της, απόσταγμα έρευνας και φαντασίας, είναι ποιητικά σφιχτο-υφασμένες, σμιλεμένες με λογοτεχνικό ρεαλισμό και βαθιά θεμελιωμένες ώστε να μπορούν να υποβαστάζουν γερά τα διάφορα επίπεδα της αφήγησης. Αλλά η απάντησή της δεν με πείθει. Πώς της έρχονται τέτοια πράγματα στο μυαλό. Της ζητώ να μου μιλήσει για το παρελθόν της. Μαθαίνω πως η μητέρα της σπούδαζε Ιατρική όταν η ίδια ήταν μικρή. Με αποτέλεσμα η Ενρίκες να κολυμπάει ανάμεσα σε βιβλία φυσιολογίας, ιστολογίας, ανατομίας… από παιδάκι. Α, έτσι εξηγείται κι ο έρωτάς της με τον τρόμο. «Ημουν μανιακή με αυτά τα σχεδόν σούπερ πορνογραφικά βιβλία, γεμάτα κομμένα μέλη, ανοιχτές καρδιές, αρτηρίες και αίματα». Αναγνωρίζει πως απ’ τη μια η μαμά της με τα βιβλία Ιατρικής κι απ’ την άλλη η γιαγιά της με τα παραμύθια της, καθώς επίσης το γεγονός πως η ίδια μεγάλωνε επί δικτατορίας σε ένα κλίμα φόβου, μυστικών και τρομοκρατίας, όλα αυτά μαζί συνέβαλαν, μάλλον διαμόρφωσαν, τη γραφή της. «Μεγάλωσα σε μια περίοδο γενοκτονίας, εντάξει δεν αρέσει ο όρος, αλλά ήταν περίοδος μακελειού. Σιωπηρής σφαγής».

Οπως η Ναταλία Γκίνσμπεργκ, την οποία θαυμάζει ιδιαιτέρως, που επιφανειακά νομίζεις ότι γράφει για την οικογενειακή ζωή, αλλά στην ουσία μιλάει για τον φασισμό, το ίδιο κι εκείνη. Το σκοτεινό παρελθόν της χώρας αποτελεί τη σκηνή όπου παίζονται τα δράματα των ιστοριών της. Και πάντα στο Μπουένος Αϊρες, μια πόλη – μνημείο μνήμης. Από τα λευκά μαντίλια που είναι ζωγραφισμένα στις πλάκες της Πλάθα ντε Μάγιο, υπενθύμιση πως οι μανάδες μία φορά την εβδομάδα –για χρόνια– γύριζαν γύρω γύρω από την πλατεία απαιτώντας να μάθουν τι απέγιναν τα παιδιά τους που εξαφανίστηκαν επί δικτατορίας και μέχρι τα καταθλιπτικά κελιά βασανιστηρίων της ΕSMA –κάτι σαν το δικό μας ΕΑΤ-ΕΣΑ– η πόλη θυμάται, πονάει, αποζητά δικαιοσύνη. Η δικτατορία στην Αργεντινή μπορεί να διήρκεσε λίγα χρόνια (1976-1983), αλλά το κύμα εξαφανίσεων πολιτικών αντιπάλων, συνήθως πετώντας από ελικόπτερα τα πτώματά τους, που ήταν δεμένα πάνω σε ράγες από σιδηροδρομικές γραμμές, στη μέση του ωκεανού, άφησε ένα ανεξίτηλο τραύμα.

«Ξέρεις πόσα κόκαλα είναι θαμμένα κάτω από την επιφάνεια; Κάτι σαν μαζικοί τάφοι;», λέει και μου δείχνει το έδαφος. «Ημουν στην Ισπανία και μια κοπέλα ήρθε και μου είπε “ξέρεις πόσο με τάραξε το διήγημά σου, γιατί σκέφτηκα πως και στην Ισπανία μπορεί να υπάρχουν περισσότεροι μαζικοί τάφοι ακόμη και από την Αργεντινή”. Με τα διηγήματά μου θέλω να πω “αυτά είναι τα σκοτάδια μας, δείξτε μας τα δικά σας”. Περιγράφω τη μαυρίλα της χώρας μου και σε κάνω να σκεφθείς τη μαυρίλα της δικής σου. Δεν είναι μόνον οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, όλες οι χώρες, ακόμη και οι ευρωπαϊκές, έχουν αυτό τον σκοτεινό, τρομακτικό και υπόγειο κόσμο».

Ξέρω να κάνω τους άλλους να τρομάζουν-1

«Εκεί που πονάει»

Μπορούμε, λοιπόν, να θεωρήσουμε τις ιστορίες της ως σχόλιο στην κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα γύρω της; «Και βέβαια. Κι επειδή δεν μπορείς να συγκινήσεις τον άλλον γράφοντας ένα άρθρο στην εφημερίδα ή μια ακαδημαϊκή μελέτη, γράφω λογοτεχνία. Τα βιβλία τρόμου, τα θρίλερ, πες το όπως θες, έχουν μια άλλη διάσταση που σε πάνε ακριβώς στο σημείο που πονάει. Στο ειδεχθές. Σου δίνω ένα παράδειγμα: για να έρθουμε στο καφενείο σήμερα προσπεράσαμε ζητιάνους και αστέγους. Δεν μπορούμε να τους βοηθήσουμε. Είναι αδύνατο να έχουμε έναν τόσο υψηλό βαθμό ενσυναίσθησης. Ούτε κι εγώ θέλω τους αστέγους στο σπίτι μου», λέει και ρουφάει μια γουλιά από τον καφέ της, «αλλά αυτό που μπορώ να κάνω ως συγγραφέας είναι να δείξω πόσο αποτρόπαιο είναι κάτι τέτοιο. Χρησιμοποιώ τον τρόμο για να προκαλέσω τρόμο. Θέλω εσένα, τον αναγνώστη, να σε ταρακουνήσω. Να σε σοκάρω. Να σε φοβίσω σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην προσπεράσεις το θέμα. Να μην αναφωνήσεις “αχ, τι μίζερος που είναι ο κόσμος!” και να κλείσεις την εφημερίδα. Θέλω να σου προκαλέσω μια σωματική αντίδραση, να φοβηθείς και να ξυπνήσεις από τον λήθαργο ιδρωμένη με τρόμο στα μάτια. Δεν είναι αδύνατο να αλλάξουμε τον κόσμο. Ολοι μαζί πρέπει να πασχίσουμε για ένα καλύτερο μέλλον, για την ευημερία».

Εκείνη τη στιγμή ξανάρχεται στο τραπέζι μας, πεταχτή πεταχτή, η λαλίστατη γκαρσόνα μας. «Μια παρέα Αμερικανών μου έδωσε πουρμπουάρ πέντε δολάρια! Σήμερα αισθάνομαι πλούσια», μας λέει και μας δείχνει το χαρτονόμισμα. Ο πληθωρισμός στην Αργεντινή είναι 114%.

Τα αγνοούμενα παιδιά επιστρέφουν, αλλά οι πληγές δεν κλείνουν

Σε μία από τις ιστορίες της, «Παιδιά που επιστρέφουν», τα αγνοούμενα παιδιά γυρίζουν στο σπίτι τους. Μετά από λίγο χρόνο, όμως, οι γονείς διαπιστώνουν πως αυτά τα παιδιά μπορεί να μοιάζουν με τα χαμένα παιδιά τους, αλλά δεν είναι τα ίδια. Ετσι τα διώχνουν από το σπίτι, με τραγικές συνέπειες. Tι ιδέα κι αυτή πάλι; «Διάλεξα τον σκωτσέζικο μύθο του Changeling που λέει ότι νεράιδες επισκέπτονται τα νεογέννητα κι αν τους αρέσει κάποιο το παίρνουν και το αντικαθιστούν με άλλο μωρό. Πάνω σε αυτό στήριξα την πλοκή του διηγήματος», μου διευκρινίζει, «αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού μου είχα πάντα τα παιδιά που εξαφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, καθώς κι εκείνα που «το έσκασαν από έναν πατέρα μέθυσο, από έναν πατριό που τα βίαζε τα χαράματα, από έναν αδελφό που αυνανιζόταν στην πλάτη τους τη νύχτα», όπως γράφει στην ιστορία.

Επί δικτατορίας οι βασανιστές άφηναν τις έγκυες γυναίκες που είχαν συλληφθεί για αντικαθεστωτική δράση να γεννήσουν και μετά τις σκότωναν, δίνοντας το μωρό σε οικογένειες δολοφόνων της μητέρας του. Στα παγωμένα κελιά της ΕSMA διαβάζεις τέτοιες ιστορίες κι ανατριχιάζεις. «Είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας», προσθέτει, «αυτά τα παιδιά έχουν χάσει την ταυτότητά τους. Μπορεί να μην τους βασάνισαν σωματικά, αλλά τους βασανίζουν ψυχολογικά. Τα απομάκρυναν από τους γονείς τους. Γύρω στους εκατό έχουν βρει την πραγματική τους ταυτότητα, οι υπόλοιποι τετρακόσιοι δεν ξέρουν ποιοι ήταν οι πραγματικοί γονείς τους. Να φανταστείς, μέχρι κι εγώ και οι φίλες μου κρυφακούγαμε τους γονείς μας μην τυχόν και πουν κάτι που να αποδείκνυε ότι δεν ήμασταν παιδιά τους». Χαμογελάει. «Για να το ξεκαθαρίσουμε, είμαι φτυστή η μάνα μου». Ανασηκώνω τους ώμους.

Τραύμα

«Μια φίλη μου», συνεχίζει, «μετά από είκοσι χρόνια βρήκε τον αδελφό της. Δεν τον αναγνώρισε. Εντάξει, δεν τον ήξερε. Του είχε αφαιρεθεί η ανθρωπιά από πάνω του. Με τίποτα δεν θα μπορούσαν να ήταν αδέλφια. Μόλις διάβασε το διήγημά μου μού τηλεφώνησε κατηγορώντας με ότι έγραψα για τον αδελφό της. Βλέπεις, και να θέλω να παρεκκλίνω από την πραγματικότητα –εγώ τον σκωτσέζικο μύθο είχα στο μυαλό μου–, η πραγματικότητα δεν με αφήνει. Βρισκόμαστε στο 2023 και ακόμη μιλάμε για γενεαλογικό τραύμα. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους η δικτατορία δεν θα τελειώσει ποτέ».

Εγώ και οι φίλες μου κρυφακούγαμε τους γονείς μας μην τυχόν και πουν κάτι που να αποδείκνυε ότι δεν ήμασταν παιδιά τους.

Το βιβλίο «Οι κίνδυνοι του να καπνίζεις στο κρεβάτι» (εκδ. Πατάκη, 2023, μτφρ. Χριστίνα Θεοδωροπούλου) είχε μπει στη λίστα του International Booker Prize (2021). Μερικά από τα άλλα βιβλία της: Things We Lost in the Fire (2017), Share of Night (2019). 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή