Ατέλειωτοι παράδρομοι που οδηγούν στη θύελλα

Ατέλειωτοι παράδρομοι που οδηγούν στη θύελλα

Μπολάνιο, ο βασιλιάς των υποϊστοριών

3' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΡΟΜΠΕΡΤΟ ΜΠΟΛΑΝΙΟ
«Νυχτωδία της Χιλής»
μτφρ.: Κρίτων Ηλιόπουλος
εκδ. Αγρα, 192 σελ. 2023

Διαβάζοντας τη «Νυχτωδία της Χιλής» κρατούσα πρόχειρες σημειώσεις στο περιθώριο των σελίδων: «Οταν διαβάζεις Μπολάνιο, τα υπόλοιπα βιβλία δείχνουν σφιχτά. Ακόμη κι αν δεν έχεις όρεξη για διάβασμα, αποκτάς». «Είναι ο βασιλιάς των υποϊστοριών. Συνεχώς ξεφεύγει από την κεντρική αφήγηση». Επειτα έγραψα στη σελίδα 108, με κεφαλαία γράμματα, τη λέξη «ΠΥΡΕΤΟΣ». Και σταμάτησα την ανάγνωση. Τώρα λοιπόν σκεφτόμουν αν θα τολμούσα να γράψω ένα άρθρο για το βιβλίο μέχρι τη σελίδα 108, χωρίς να το έχω ολοκληρώσει. Θα ήταν ίσως δίκαιο να γράψω μισή κριτική, για τον απόηχο που αφήνει στο κεφάλι σου μισή νουβέλα, δύο μήνες αργότερα. Καλύτερα όμως να μην το τολμήσω. Κανείς δεν θέλει να συλληφθεί από τους Ιαβέρηδες της λογοτεχνίας. Σίγουρα υπάρχουν αρκετοί. Κι εγώ δεν είμαι προσεκτικός κλέφτης.

Ατέλειωτοι παράδρομοι που οδηγούν στη θύελλα-1Ο Μπολάνιο φανταζόταν τον εαυτό του «δίχως φήμη, δίχως τύχη». Είμαι σίγουρος πως τον εξέπληξε το γεγονός ότι κατάφερε να γίνει ένας δημοφιλής συγγραφέας πριν πεθάνει. Και σίγουρα θα έμενε με το στόμα ανοιχτό αν έβλεπε πόσο διάσημος έγινε μετά τον θάνατό του. Επειδή όλα τα γραπτά του ανήκουν στην άλλη όχθη. Ποια είναι η άλλη όχθη; Μια όχθη σκονισμένη, γεμάτη φαντάσματα, ψηλά καλάμια από χαρτί, φτωχοί συγγραφείς που κλέβουν ψωμί, μια όχθη «κόλαση και χάος, κόλαση και χάος, κόλαση και χάος». Οπως εκείνος ο ζωγράφος από τη Γουατεμάλα που λιμοκτονεί σε μια σοφίτα στο κατεχόμενο Παρίσι. Κοιτάζει τις παριζιάνικες στέγες από το παράθυρό του και ζωγραφίζει την Πόλη του Μεξικού. Σαν το αρνητικό της μνήμης που ξεθωριάζει και μπορεί να ανασυγκροτηθεί μόνο μέσα από μια απεγνωσμένη χειρονομία.

Δεν έχει σημασία πού πηγαίνει αυτή η χειρονομία. Μα από πού έρχεται. Δεν έχει σημασία να γράφεις ή να ζωγραφίζεις καλά. Σημασία έχει να φτιάχνεις βέλη εναντίον σου. Μήπως επιτέλους ανοίξεις εκείνες τις τρύπες, εκείνα τα μικρά τούνελ που ενώ νομίζεις πως σε οδηγούν κάπου, δεν σε οδηγούν πουθενά. Σε κανένα φως.

Το 1999 ο Μπολάνιο είχε μόλις ξεκινήσει να γράφει το «2666». Ταυτόχρονα έγραφε τις «Πουτάνες φόνισσες» και τη «Νυχτωδία», ενώ αρθρογραφούσε και μάζευε διηγήματα και δοκίμια που θα εκδίδονταν στη μεταθανάτια συλλογή «Το μυστικό του κακού». Με πόσα χέρια έγραφε, πόσες ώρες δούλευε και πώς οργάνωνε το τεράστιο υλικό του, ίσως δεν θα το μάθουμε ποτέ. Τον βλέπω σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, μπροστά στον υπολογιστή, με ένα χαλί από χαρτιά πάνω στο γραφείο του, στο Μπλάνες, να ονειρεύεται το Μεξικό. Αραγε έγραφε εκείνη την περίοδο την ιστορία του Ουρούτια Λακρουά, του ιερέα, κριτικού, ποντικού της «Νυχτωδίας»; Δεν έχει σημασία. Αφού οτιδήποτε έγραψε ο Μπολάνιο μοιάζει να είναι ένα και μόνο γραπτό που ολοκλήρωσε σε μία ημέρα. Αυτό λοιπόν που ψηλαφούμε καθώς τον διαβάζουμε, δεν είναι σελίδες, μα φλέβες ενός οργανισμού που πάλλεται κάτω από την αραδιασμένη χαρτούρα στο τραπέζι του. Η αφήγηση του Λακρουά, γεμάτη δευτερεύουσες ιστορίες, λες και στρίβεις σε ατέλειωτους παράδρομους, που αντί να σε απομακρύνουν, σε φέρνουν πιο κοντά στη θύελλα της νουβέλας, θα μπορούσε να βρίσκεται σκορπισμένη –σαν στάχτη ή σαν κόκαλα στην έρημο– σε οποιοδήποτε μικρότερο ή μεγαλύτερο κείμενο του Μπολάνιο, γιατί όλα τα βιβλία του ενώνονται μεταξύ τους με έναν παρηγορητικό τρόπο. Παρηγορητικό διότι ξορκίζουν το κακό με ένα απρεπές γέλιο που κρύβει ένα λυγμό. Κι ας λέει: «Δεν υπάρχει παρηγοριά στα βιβλία. Σε τι χρησιμεύουν; Είναι μονάχα σκιές».

Στη «Νυχτωδία της Χιλής» συναντιούνται ο Νερούδα, ο Ερνστ Γιούνγκερ, ένας τσαγκάρης από τη Βιέννη, οι Πάπες…

Η «Νυχτωδία της Χιλής» είναι ένας σωρός από ιστορίες που γεμίζουν το στόμα του Λακρουά και φτιάχνουν ένα μονόλογο σαν λάκκο. Ο Νερούδα μια νύχτα με φεγγάρι, ο Ερνστ Γιούνγκερ με στολή της Βέρμαχτ, ο τσαγκάρης της Βιέννης, οι Πάπες και ο βίος τους, ένα γεράκι που το λένε Πυρετό: «Χαζομάρες. Ανοησίες. Βλακείες. Μπούρδες. Φαντάσματα που προστρέχουν ακάλεστα ενώ ο άνθρωπος εισχωρεί βαθύτερα στη νύχτα του πεπρωμένου του». Αυτό πιστεύω πως ήταν το συγγραφικό πρόγραμμα του Μπολάνιο και το κατόρθωμά του. Γράφοντας ανοησίες, κουτσουλιές και κουταμάρες, κατάφερε να μας παρουσιάσει ένα πανόραμα παράνοιας –πολιτική, τέχνη, εξουσία, αθανασία– τόσο μεγάλο όσο μια χώρα, αδιαφορώντας για το ρίσκο να γελοιοποιηθεί μπροστά στα μάτια μας. Αδιαφορώντας για τις δυνάμεις που κατανάλωσε προκειμένου να μας προσφέρει κάτι που θυμίζει ημιτελή, μα άθικτη κίνηση τρυφερότητας, σαν αντεστραμμένη προβολή του χάους. Να τελικά που ξεμπερδεύω με το αρθράκι χωρίς να έχω περάσει τη σελίδα 108. Οπότε μπορώ να καθίσω και να διαβάσω ανενόχλητος τις υπόλοιπες 70 σελίδες του βιβλίου, γελώντας δυνατά. Ή κλαίγοντας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή