Ολια Λαζαρίδου στην «Κ»: Κατεβάζουμε το κοινό στον Αδη

Ολια Λαζαρίδου στην «Κ»: Κατεβάζουμε το κοινό στον Αδη

Η ηθοποιός μιλάει για την υποβλητική παράσταση «Nέκυια» του Γιάννη Αγγελάκα στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση

5' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενα ταξίδι εκεί όπου κανένας ζωντανός δεν έχει πάει. Αυτό είναι η ραψωδία λ της Οδύσσειας, εκείνη που ονομάζεται Νέκυια. «Μοιάζει με μια μαύρη τρύπα μέσα στην Οδύσσεια, μια ρουφήχτρα της θάλασσας. Βουτάς και ελπίζεις ότι θα βγεις θεραπευμένος στην επιφάνεια», λέει η Ολια Λαζαρίδου.

Συζητάμε στο καμαρίνι της, στο διάλειμμα μιας από τις τελευταίες πρόβες της παράστασης «Nέκυια. Οδύσσεια με πλήκτρα, φωνές και μουσικό πριόνι», λίγο πριν ανέβει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Θέλοντας να παρακολουθήσω ένα κομμάτι της πρόβας, βρέθηκα στην αίθουσα σε μια στιγμή πλήρους συσκότισης και ο έντονος, σκληρός ήχος διαπερνούσε το μαύρο. «Αυτός είναι λοιπόν ο Αδης του Γιάννη Αγγελάκα», σκέφτηκα, προσπαθώντας μάταια να εντοπίσω στη σκηνή κάποια ανθρώπινη παρουσία.

Δύο μορφές στο σκοτάδι

Σιγά σιγά, το σκοτάδι αραίωσε αφήνοντας να φανούν δύο καθισμένες μορφές: ο μουσικός – ραψωδός της εποχής μας με μακριά γκρίζα μαλλιά και η ηθοποιός με τη γνώριμη λεπτεπίλεπτη σιλουέτα. Ο λόγος του Ομήρου άρχισε να ξεδιπλώνεται από το σημείο όπου ο Οδυσσέας συναντά τον μελαγχολικό Αχιλλέα, ο οποίος θα ήθελε να θυσιάσει την υστεροφημία του για δυο λεπτά μέσα στον κόσμο των ζωντανών, και αργότερα βρίσκει τον χολωμένο Αίαντα. Ακολουθούν ο Τάνταλος στην αγωνία της δίψας του και ο γερο-Σίσυφος, που κουβαλά στην αιωνιότητα το μαρτύριο του βράχου του.

Ο Αγγελάκας, βραχνός και επιβλητικός, ένας «σύγχρονος μύστης» όπως λέει η φίλη του Ολια Λαζαρίδου, καθοδηγεί αυτή τη συναυλία-τελετουργία. «Πώς θα σταθεί δίπλα του με την τρυφερή κι ευαίσθητη ομιλία της;» αναρωτιέμαι, μέχρι τη στιγμή που αρχίζει να μιλάει, και τότε ο λόγος της έχει άλλη χροιά.

Ολια Λαζαρίδου στην «Κ»: Κατεβάζουμε το κοινό στον Αδη-1
«Για έναν ηθοποιό, το να μη βάζει το εγώ του πάνω από αυτά που λέει είναι το πιο δύσκολο πράγμα του κόσμου», επισημαίνει η Ολια Λαζαρίδου. [ΣΤΕΓΗ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΩΝΑΣΗ / ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ]

«Μα δεν έχω μία μόνο φωνή», σχολιάζει καθώς συνεχίζουμε την κουβέντα μας στο καμαρίνι της. «Είμαι άνθρωπος που πριμοδοτεί την τρυφερότητα –δηλαδή, θέλω και να με αγγίζουν με τρυφερότητα και πλησιάζω τους άλλους με τρυφερότητα–, όμως περιέχω πολλή αγριάδα. Από τότε που ανακάλυψα τη συγκεκριμένη φωνή, η οποία μου βγαίνει από τα έγκατα –αναδύθηκε στο “Κουαρτέτο” σε σκηνοθεσία του Θόδωρου Τερζόπουλου–, κατάλαβα ότι είναι και αυτή δική μου κι έκτοτε πλούτισε την γκάμα μου».

Ο θεατής της «Νέκυιας» δεν προσκαλείται σε μια συνηθισμένη παράσταση χορού ή θεάτρου, ούτε σε συναυλία. Με συνοδοιπόρους τη μουσική σύνθεση του Αγγελάκα και τις εικόνες του χορογράφου –εδώ σκηνοθέτη– Χρήστου Παπαδόπουλου, οι δύο καλλιτέχνες αναλαμβάνουν την αφήγηση μαζί με δύο μουσικούς, τέσσερις γυναικείες φωνές και τον ηχητικό σχεδιασμό του Coti Κ. «Είμαστε δύο Στάλκερ, που σαν τους “κυνηγούς” στην ταινία του Ταρκόφσκι περνούν στην άγνωστη ζώνη. Κατεβαίνουμε στον Kάτω Kόσμο παίρνοντας μαζί μας το κοινό, για να το ανεβάσουμε μετά και πάλι στο φως. Η κάθοδος και η άνοδος, που ακολουθεί, έχουν μια δύναμη θεραπευτική. Γιατί τι αξία θα είχε το φως αν δεν έβγαινε από το βαθύτερο σκοτάδι, τι άλλο είναι το φως παρά μια νίκη;» σημειώνει.

Λιωμένο χρυσάφι

Αυτό λοιπόν είναι για εκείνη η «Νέκυια», μια νίκη του φωτός ενάντια στο σκοτάδι. Και «ο Γιάννης, σαν σαμάνος που είναι, ρίχνει στους ακροατές του λιωμένο χρυσάφι. Και τους θεραπεύει, όπως συμβαίνει στις συναυλίες του μιλώντας στα νέα παιδιά για αγάπη», εξηγεί.

Το όνειρό της ήταν εδώ και χρόνια να κάνει κάτι μουσικό, επειδή πιστεύει ότι η μουσική είναι η πιο πνευματική, η πιο βαθιά από τις τέχνες. «Σε πάει άμεσα στην ψυχή, χωρίς πολλά πολλά», σχολιάζει, ενώ το θέατρο περνάει από το μυαλό». Ηρθε λοιπόν η στιγμή να πραγματοποιηθεί η επιθυμία και νιώθει μεγάλη τιμή που ο φίλος της τής προσφέρει χώρο δίπλα του. «Ο Γιάννης είναι ρεμπέτης, δηλαδή μια μοναχική οντότητα επάνω στη σκηνή, οπότε είμαι πολύ προσεκτική ώστε να συνεισφέρω στο εγχείρημά του με αυτό που χρειάζεται από εμένα», εξηγεί. Ο λόγος ακούγεται χωρίς περιττή θεατρικότητα, προφορικός, καθαρός. «Αυτή είναι μια πνευματική κατάσταση, όχι θεατρική. Οι υπερβολές θα τη “βρώμιζαν”», τονίζει η Ολια Λαζαρίδου.

«Παίρνουμε μαζί μας τους θεατές στον Kάτω Kόσμο, για να τους ανεβάσουμε μετά πάλι στο φως. Η κάθοδος και η άνοδος, που ακολουθεί, έχουν μια δύναμη θεραπευτική».

Βεβαίως ως ηθοποιός, και μάλιστα με μια τέτοια πορεία, διαθέτει μια καλλιέργεια στον λόγο, αλλά κυρίως χρησιμοποιεί την αίσθηση της μουσικότητας. Την ενδιαφέρει ο τρόπος με τον οποίος ο λόγος περνάει μέσα από το σώμα, μετατρέποντάς τη σε ένα δοχείο που θα τον περιέχει. «Αλλά για έναν ηθοποιό, το να μη βάζει το εγώ του πάνω από αυτά που λέει είναι το πιο δύσκολο πράγμα του κόσμου», προσθέτει. «Θέλει ταπεινότητα και εξάσκηση. Η προσπάθεια και μόνον αποτελεί μια πνευματική διαδικασία».

Αν κανείς δεν θυμάται τη ραψωδία λ, αν διατηρεί από την Οδύσσεια την ανάμνηση ενός έπους γεμάτου με τις περιπέτειες ενός πολυμήχανου ήρωα μέσα στις θάλασσες ενός φανταστικού αλλά γαλανού κόσμου, η «Νέκυια» θα τον αναστατώσει με τον υπαρξιακό της περιεχόμενο. O Οδυσσέας και οι σύντροφοί του αναχωρούν από το παλάτι της Κίρκης με προορισμό τη χώρα των Κιμμερίων, όπου βρίσκεται η είσοδος για τον Αδη. Εκεί ο Οδυσσέας ελπίζει να πάρει χρησμό από τον Τειρεσία, για να καταφέρει να επιστρέψει στην Ιθάκη. Επειτα από σπονδές και θυσίες, τα καταφέρνει. Ο Τειρεσίας τον διαβεβαιώνει ότι θα πεθάνει γέρος στην πατρίδα του αρκεί, όταν φτάσει στο νησί όπου βόσκουν οι ιερές αγελάδες του Ηλιου, κανείς να μην τις πειράξει και μετά την επιστροφή του στην Ιθάκη, να ταξιδέψει σε μέρη όπου οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τι θα πει θάλασσα, να τους μάθει να την υμνούν και να προσφέρει θυσίες στον Ποσειδώνα. Στη συνέχεια, ο Οδυσσέας συναντά ψυχές νεκρών που έχουν συνδεθεί στενά μαζί του. Και παρότι οι κάτοικοι του κάτω κόσμου έχουν απολέσει πια τη μνήμη τους, την ανακτούν προσωρινά πίνοντας από το αίμα των ζώων που θυσιάζει ο τολμηρός, συχνά αδίστακτος Οδυσσέας.

Αντηχεί ο αρχαίος κόσμος

«Το κείμενο έχει κάτι το αδρό. Μέσα του αντηχεί ο αρχαίος κόσμος και νιώθεις τους αιώνες που βαραίνουν πίσω του. Ειδικά το κομμάτι της καθόδου στον Αδη μού δημιουργεί ρίγος. Πολλές φορές αναρωτιέμαι τι μπορεί να χρειάζεται από εμένα», υπογραμμίζει η ηθοποιός. «Δεν σας έχει συμβεί να πάτε στο θέατρο όπου παρουσιάζεται ένα πολύτιμο κείμενο και να θέλετε να πείτε στον ηθοποιό: “Βγες λίγο από τη μέση, μην κάνεις τόσα γιατί θέλω να ακούσω το έργο”;» με ρωτάει.

«Τι χρειάζεται λοιπόν η “Νέκυια” κατά τη γνώμη σας;» επιστρέφω την ερώτηση.

«Μπορεί να μη χρειάζεται από εμένα τίποτε άλλο παρά να την πω».

«Αλλά πώς να την πείτε;».

«Σαν να την περιέχω, να την αφήσω να μιλήσει μέσα από μένα χωρίς εγώ να φαίνομαι καθόλου».

Η ομηρική Νέκυια έχει επηρεάσει πολλούς συγγραφείς, έχει εμπνεύσει ζωγράφους. Για τον Γιάννη Αγγελάκα, σκοπός είναι η υποβλητική της αφήγηση, που ξεκίνησε τη μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου για να ολοκληρωθεί στις 28 Ιανουαρίου, στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT