Ενας Εβραίος που ήταν Αραβας

Ενας Εβραίος που ήταν Αραβας

Με δύο παραστάσεις το Εθνικό διερευνά την κυριολεκτική και μεταφορική σημασία των «ορίων» και των διαχωριστικών γραμμών

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δύο παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου διερεύνησαν την κυριολεκτική και μεταφορική σημασία των «ορίων», των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στα δίπολα ταυτότητα – ετερότητα, οικειότητα – αποξένωση. Πρόκειται για σύνορα ρευστά, ασαφή και απροσδιόριστα στον σύγχρονο κόσμο, όπου η έννοια της πατρίδας εκλαμβάνεται περισσότερο με την υπαρξιακή της ουσία και λιγότερο με τη χωροταξική της διάσταση.

Ο Ουαζντί Μουαουάντ, Λιβανοκαναδός συγγραφέας, σκηνοθέτης και ηθοποιός, ορίζει την ταυτότητα ως «τη λέξη που βγαίνει από το στόμα μας» και «τη φωνή που πηγάζει από την αναπνοή μας». Oταν άρχισε να γράφει θέατρο, δημιουργούσε εκείνους τους χαρακτήρες τους οποίους από παιδί είχε μάθει ότι έπρεπε να μισεί. Σε αυτούς που μισούσε έδινε και τους πιο όμορφους ρόλους και πλησιάζοντας δραματουργικά τον εχθρό έμαθε παράλληλα να αντιμετωπίζει κριτικά και τη δική του φυλή. Στο τελευταίο του έργο «Oλοι εμείς πουλιά» (2016), τα μέλη μιας ισραηλινής οικογένειας εμπλέκονται ως τραγικά πρόσωπα στην αναζήτηση της αλήθειας όσον αφορά την καταγωγή του Ουαζάν, του Εβραίου που αγνοεί ότι είναι Aραβας, και η τραγική ειρωνεία είναι ότι οι θεατές γνωρίζουν αυτό που εκείνος αγνοεί. Η αφετηρία στη σύλληψη της δραματουργικής ιδέας είναι το ερώτημα που απασχολεί τον Μουαουάντ ως προς την ευρύτερη έννοια της φιλοξενίας του ξένου σώματος, στην πιο βαθιά και ουσιαστική πτυχή της, στη διαδικασία της δωρεάς οργάνων. Κατά πόσον ένας ορθόδοξος Εβραίος θα μπορούσε να αποδεχθεί τη μεταμόσχευση ενός οργάνου άγνωστου δότη, ενός δότη που ίσως ανήκει στην παλαιστινιακή κοινότητα, δηλαδή στην κοινότητα του «εχθρού». Δύσκολο για τους σκηνοθετικούς χειρισμούς ένα έργο με τόσο έντονη την ύπαρξη των αφηγηματικών μερών εντός της πολύπλοκης και μεγάλης σε έκταση δράσης του. Πρόκειται στην ουσία για ένα «φεστιβάλ» συνομιλιών και αφηγήσεων με τη μορφή μονολόγων όπου η δράση εκτυλίσσεται με άξονα την εξιστόρηση της ζωής των δραματικών προσώπων σε τέσσερις διαφορετικές γλώσσες: εβραϊκά, αραβικά, γερμανικά, αγγλικά. Στην πρωτότυπη εκδοχή οι ηθοποιοί μιλούν τη γλώσσα που αντιστοιχεί ως μητρική στο κάθε δραματικό πρόσωπο. Στην ελληνική παράσταση δεν τηρείται βέβαια η συνθήκη αυτή, αλλά η δυναμική μετάφραση της Ελένης Βαροπούλου πετυχαίνει την ενοποίηση των διαφορετικών γλωσσικών κωδίκων και την ανάδυση όλων των ψυχολογικών αποχρώσεων που τροφοδοτούν τις δραματικές εντάσεις και τις συγκρούσεις μεταξύ των προσώπων. Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος σκηνοθέτησε την πολύωρη παράσταση ακολουθώντας την ασφαλή μέθοδο της αναπαράστασης του κειμένου. Χωρίς την πρόθεση να το αντιμετωπίσει σχολιαστικά, εργάστηκε με συνέπεια πάνω στη σύνθετη, με πολλά φλας μπακ, πληθωρική γραφή του Μουαουάντ, μια γραφή που ξεχειλίζει από συναίσθημα, όπως άλλωστε ταιριάζει στο ταμπεραμέντο ενός Αραβα συγγραφέα. H σκηνογράφος Ηλένια Δουλαδίρη δημιούργησε ένα εντυπωσιακό σκηνικό αξιοποιώντας ακόμη και το ελάχιστο τετραγωνικό της σκηνής.

Είδαμε το «Ολοι εμείς πουλιά» σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου στη Νέα Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» και το «Στα όρια» σε σκηνοθεσία Σοφίας Βγενοπούλου στο Μικρό Εθνικό.

Σωστά ευθυγραμμισμένες με την ψυχογραφική διάσταση του έργου οι ερμηνείες των γυναικών ηθοποιών, ιδίως της Αννας Μάσχα στον ρόλο της Νόρας και της Αλεξάνδρας Σακελλαροπούλου στον ρόλο της Εβραίας με τα πολλά μυστικά, γιαγιάς Λέας. Στους ανδρικούς ρόλους ξεχωρίζει ο Γιώργος Ζιόβας στον ρόλο του Ετγκαρ, κυρίως επειδή τηρεί αποστάσεις από τη συναισθηματική υφή του ρόλου, και ο Μπάμπης Αλεφάντης στον μονόλογο του Εϊτάν. Ανιση η ερμηνεία του Δημήτρη Παπανικολάου στον ρόλο του τραγικού ήρωα Νταβίντ – Ουαζάν κυρίως λόγω της αδυναμίας του να τηρήσει το μέτρο στη λυρική από πλευράς συναισθήματος, δραματική χροιά του ρόλου.

Κυρίαρχος ο φόβος

Το φάντασμα της Πενθεσίλειας, της βασίλισσας των Αμαζόνων, πλανάται στη φανταστική χώρα που κατακλύζεται από κύματα προσφύγων που διασχίζουν τα σύνορα για να αποφύγουν τον πόλεμο.

Δύο αδέλφια προσφύγων βαδίζουν ανάμεσα σε εκρήξεις, στο σκηνικό των ερειπίων που προκάλεσε η καταστροφή, και φτάνοντας στην άλλη πλευρά των «ορίων» θα γνωρίσουν μια πλούσια οικογένεια που απολαμβάνει ανέμελα τις διακοπές της σε μια εξοχική κατοικία. Η Σοφία Βγενοπούλου σκηνοθέτησε μια ενδιαφέρουσα δραματουργική πρόταση του Κρις Κούπερ, με στόχο τη σύνδεση των εφήβων με την έννοια των «ορίων», όπως αυτά διαγράφονται στα αντιθετικά ζεύγη των εννοιών πόλεμος – ειρήνη, συντροφικότητα – μοναξιά, πλούτος – ανέχεια. Η σκηνοθέτις συνδυάζει την καλλιτεχνική ευαισθησία με την επιστημονική κατάρτιση της παιδοψυχιάτρου και ορίζει ένα ισχυρό πεδίο αναφοράς ως προς τη σκηνική απόδοση του νοήματος ενός έργου όπου το συναίσθημα είναι αυτό που κινεί την όποια δράση. Και το πιο ισχυρό συναίσθημα της ιστορίας αυτής είναι ο φόβος. Ο φόβος που συνδέει την εφηβική ψυχή με τη νοσηρή πραγματικότητα του αποχωρισμού από την πατρίδα και την απώλεια της ατομικής ταυτότητας και της συλλογικής μνήμης.

​​​​​​*Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας του ΑΠΘ, καθηγήτρια στο Τμήμα «Ελληνικός Πολιτισμός» του ΕΑΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή