To ελληνικό θέατρο στο Αμστερνταμ

To ελληνικό θέατρο στο Αμστερνταμ

Εξι παραγωγές της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση και μία του Εθνικού Θεάτρου στο φεστιβάλ Brandhaarden 2024

6' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΑΠΟΣΤΟΛΗ – ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ. Διασχίζω τον δρόμο για να φτάσω στο Ιnternationaal Theater Amsterdam και βλέπω τρεις φοιτήτριες να προσπαθούν να βγάλουν σέλφι με φόντο τη φιγούρα του Γιάννη Αγγελάκα από την αφίσα της «Νέκυιας». «Ελληνίδες;» ρωτάω. Καμία απάντηση. Επαναλαμβάνω την ερώτηση στα αγγλικά. «Ο φίλος μου είναι Eλληνας», εξηγεί η Ελίνε. «Θα έρθουμε το βράδυ, δεν γίνεται να το χάσουμε».

Eχουν έρθει όλοι από το Ρότερνταμ όπου σπουδάζουν. Δεν μου κάνει καμία εντύπωση, οι Eλληνες θα ταξίδευαν και από το Βέλγιο και από τη Γερμανία για να δουν τον Αγγελάκα, όμως, δεν είμαι σίγουρη ότι οι νεαρές Ολλανδέζες έχουν καταλάβει πως αυτό που θα παρακολουθήσουν δεν είναι συναυλία αλλά η σκηνική μεταφορά ενός ομηρικού κειμένου. Ενας χορογράφος σκηνοθετεί μια ηθοποιό και έναν μουσικό της ελληνικής ροκ σκηνής στη ραψωδία λ, την πιο σκοτεινή της Οδύσσειας, τους εξηγώ. «Πολύ ενδιαφέρον αλλά και πολύ ελληνικό», μου λένε γελώντας. Λογοπαίγνιο με τη λέξη «greek», που στα αγγλικά χρησιμοποιείται για να δείξει πως κάτι είναι πολύπλοκο ή άγνωστο.

To ελληνικό θέατρο στο Αμστερνταμ-1
Γιάννης Αγγελάκας, Ολια Λαζαρίδου και Χρήστος Παπαδόπουλος κάτω από την ταμπέλα του φεστιβάλ «Brandhaarden 2024: Onassis». [Onassis Stegi / Andreas Simopoulos]

Το «σύνθετο», άγνωστο σε μεγάλο βαθμό εκτός συνόρων σύγχρονο ελληνικό θέατρο είχε λοιπόν την τιμητική του στο Αμστερνταμ (30/1 έως 10/2) μέσα από έξι παραγωγές της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση και μία του Εθνικού Θεάτρου. «Το Brandhaarden 2024: Onassis», όπως είναι ο φετινός πλήρης τίτλος ενός από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά θεατρικά φεστιβάλ, αποφάσισε να αφιερώσει τη 12η διοργάνωσή του στη σύγχρονη ελληνική δραματουργία. Προσκάλεσαν παραγωγές που εκείνοι επέλεξαν από σειρά προτάσεων που τους έκανε η Στέγη – ανάμεσα σε αυτές και το «Goodbye Lindita» του Μάριο Μπανούσι, από το Εθνικό θέατρο, καθώς ο νεαρός σκηνοθέτης είναι Οnassis Air Fellow φέτος– και προσπάθησαν να ανιχνεύσουν κοινές αναφορές με το δικό τους θέατρο, αλλά και να διευρύνουν τους ορίζοντές τους, να μάθουν τι συμβαίνει σε μια άλλη γωνιά του κόσμου, όχι πολύ μακριά από τη δική τους.

Eνα από τα σημαντικότερα θεατρικά φεστιβάλ της Ευρώπης αναδεικνύει τη σύγχρονη ελληνική δραματουργία.

Συναντάω ξανά τα κορίτσια το βράδυ καθώς κατευθυνόμαστε στην υπέροχη ιταλική σκηνή του Stadsschouwburg, με ιστορία από το 1894. Είναι το κτίριο που στεγάζει τον θεατρικό οργανισμό ΙΤΑ (Ιnternationaal Theater Amsterdam) αλλά και φιλοξενεί όλες τις δράσεις του φεστιβάλ. Προσπαθώ να καταλάβω την «ανθρωπογεωγραφία» της πλατείας. Βλέπω πολλούς Ολλανδούς διάφορων ηλικιών, που ίσως αγαπούν το θέατρο ή τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, φοιτητές που συνεννοούνται σε διαφορετικές γλώσσες και, βέβαια, πολλούς από την ελληνική κοινότητα. Τα φώτα σβήνουν και όταν ανοίγουν ξανά το κοινό σηκώνεται όρθιο και χειροκροτεί παρατεταμένα.

Συζήτηση

Ακολουθεί aftertalk σε ένα από τα μπαρ του θεάτρου. Εδώ, το aftertalk είναι μέρος της θεατρικής εμπειρίας.

Ο Χρήστος Παπαδόπουλος παίρνει τον λόγο και εξηγεί πώς σκέφτηκε να οπτικοποιήσει τον Αδη και την κάθοδο του Οδυσσέα σε αυτόν. Δεν υπάρχουν στοιχεία, ξεκίνησε γελώντας, και έτσι αποφάσισε να δουλέψει με το πιο δυνατό κλισέ: το σκοτάδι. «Οταν μικρό με έβαζαν για ύπνο, κάθε ήχος ή φως είχε άλλη σημασία. Καταλάβαινα ότι περνούσε αυτοκίνητο στον δρόμο, ακούγοντας τη μηχανή και βλέποντας το φως να περνάει μέσα από τις γρίλιες».

To ελληνικό θέατρο στο Αμστερνταμ-2
Σκηνή από την παράσταση «Το σπίτι», μια παραγωγή της Στέγης, που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Δημήτρης Kαραντζάς. [Onassis Stegi / Andreas Simopoulos]

Ατυχής περιγραφή σκέφτηκα, οι Ολλανδοί δεν έχουν παντζούρια, το κυνηγάνε το φως, ωστόσο, απολύτως ακριβής με αυτό που έφτιαξε και με αυτό που έχουμε στον νου μας για τον τρόμο. Δεν μπορείς να αποδείξεις τίποτα με τη λογική, έχεις όμως μια αίσθηση πως κάτι πέρασε πίσω σου ή δίπλα σου. Μια κοπέλα από το κοινό είπε ότι της ήταν δύσκολο να παρακολουθεί τους υπέρτιτλους και τη σκηνή ταυτόχρονα και πως τη στιγμή που κατάφερνε να συγκεντρωθεί σε όσα διαδραματίζονταν μπροστά της, χωρίς να την ενδιαφέρει η μετάφραση, ήταν σαν να έμπαινε σε στούντιο, σαν να απομονωνόταν ο ήχος και άκουγε τις σκέψεις της.

Ο Αγγελάκας ρίχνει τον τελευταίο άσο στο τραπέζι. «Είναι τόσο κρίμα που όταν ήμασταν μαθητές μάς έδιωχναν από αυτά τα κείμενα. Υπάρχει καλύτερος τρόπος για να υμνήσεις τη ζωή; Οι νεότερες θρησκείες μάς έμαθαν να ζούμε με ενοχή, να προσδοκούμε μια άλλη ζωή καλύτερη, μετά θάνατον. Οι αρχαίοι δεν είχαν τέτοιους διαχωρισμούς, όλοι στο ίδιο μέρος πήγαιναν. Δεν έχει μετά, ό,τι ζούμε τώρα, αυτό έχει σημασία».

«Εσείς τα λέτε χωρίς περιστροφές, εμείς κινούμαστε πιο υπόγεια»

Την επόμενη ημέρα συναντώ τον Κλάιντ Μένσο, διευθυντή του ΙΤΑ, και τον Ντάνιελ Κιφτ, σύμβουλο προγράμματος του 12ου Brandhaarden. «Γιατί η Ελλάδα;» είναι η πρώτη αναμενόμενη ερώτηση που τους απευθύνω. «Για εμάς είναι πέρα από προφανές ότι ένα θέατρο της Δυτικής Ευρώπης θα στρέψει τα φώτα του στην Ελλάδα. Το Βrandhaarden έχει σκοπό να δείξει τι συμβαίνει διεθνώς, δεν μπορεί να αγνοήσει την Ελλάδα. Είναι συγκινητικό ότι ακόμη και σήμερα συγγραφείς και σκηνοθέτες αντλούν έμπνευση από αρχαία κείμενα και μύθους, εκμηδενίζοντας την απόσταση από το χθες στο τώρα», υπερασπίζεται την απόφασή τους ο Κλάιντ Μένσο.

Παρατηρώ, ωστόσο, ότι με εξαίρεση τη «Νέκυια» όλες οι άλλες παραγωγές (ο «Σεισμός» του Βασίλη Βηλαρά, το «Constatinopoliad», το «Goodbye Lindita», «Το σπίτι» του Δημήτρη Kαραντζά, το «Romaland» των Πρόδρομου Τσινικόρη και Ανέστη Αζά) αφορούσαν τη σύγχρονη δραματουργία. «Μας ενδιαφέρει η συζήτηση ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν, στην παράδοση και στην πρωτοπορία. Γι’ αυτό συνεργαστήκαμε και με το Ιδρυμα Ωνάση, που προωθεί τον σύγχρονο πολιτισμό και τις νέες φωνές χωρίς να στρίβει την πλάτη στην ελληνική μυθολογία ή σε παλαιότερες αναφορές. Διατηρεί μια ισορροπία και επίσης επιδιώκει εδώ και χρόνια την εξωστρέφεια».

To ελληνικό θέατρο στο Αμστερνταμ-3
Σκηνή από τον «Σεισμό» του Βασίλη Βηλαρά, μία από τις έξι παραγωγές της Στέγης που παρουσιάστηκαν στο φεστιβάλ του Αμστερνταμ. [Onassis Stegi / Andreas Simopoulos]

«Δεν είναι μόνο λέξεις»

Δεν είναι, όμως, η γλώσσα εμπόδιο σε ένα τέτοιο εγχείρημα; Το αρνούνται και οι δύο, επισημαίνοντας επίσης ότι κάποιες από τις παραστάσεις του φετινού προγράμματος δεν βασίζονταν στον λόγο. «Το θέατρο δεν είναι μόνο λέξεις, είναι περισσότερο από αυτό», υποστηρίζει ο Ντάνιελ Κιφτ. «Το “Σπίτι” μιλούσε για την κλιματική αλλαγή αλλά και την άνοδο της Ακροδεξιάς, θέματα που απασχολούν και εμάς, αλλά και το “Lindita”, o τρόπος δηλαδή που ο Μάριο, αυτό το υπέροχο παιδί με την ωριμότητα 50άχρονου, απέδωσε την απώλεια, χτύπησε νεύρο», προσθέτει ο Kλάιντ Μένσο. Το πρόβλημα πολύ συχνά εντοπίζεται σε αναφορές ή αστεία που χάνονται στη μετάφραση, εξηγούν και οι δύο, και είμαι σίγουρη ότι έχουν στο μυαλό τους το «Romaland». Τι μπορεί να μάθει το Ζεφύρι στο Αμστερνταμ; Πώς θα συναντηθούν αυτοί οι δύο κόσμοι; «Εμείς δεν γνωρίζουμε πολλά για τους Ρομά, όμως υπάρχουν κι εδώ κοινότητες που ζουν στο περιθώριο. Οι παραστάσεις πρέπει να λειτουργούν και λίγο σαν μεγεθυντικός φακός», τονίζει ο Ντάνιελ.

Η βραδιά της Μέλπως

Το βράδυ, η νέα σκηνή του θεάτρου, χωρητικότητας 500 ατόμων, είναι ασφυκτικά γεμάτη. Η παράσταση ξεκινά με όλες τις στερεοτυπικές εικόνες για τους Ρομά: τις παράγκες, τα κλαρίνα, τις πλαστικές καρέκλες και όλες τις κλισέ φράσεις για τις συνήθειες ενός «γύφτου». Πέντε ερασιτέχνες ηθοποιοί ξεγυμνώνονται επί σκηνής λέγοντας τις δικές τους ιστορίες. Πιο πολύ με συγκίνησε η Μέλπω. Πιο φεμινίστρια από τις φεμινίστριες, μαχητική και περήφανη, έλεγε στους Ολλανδούς πως αυτή στο θέατρο ήταν η δεύτερη δουλειά της, η πρώτη ήταν καθαρίστρια σε έναν παιδικό σταθμό. Δεν ήξερε να διαβάζει, δεν είχε βγει ποτέ για καφέ, δεν είχε μπει ποτέ σε θέατρο. Τελειώνοντας, ενημέρωνε το κοινό ότι στην είσοδο του θεάτρου έχει αφήσει χαρτάκια με το τηλέφωνό της, αν κάποιος τη χρειαζόταν για δουλειά.

Στο aftertalk που ακολούθησε, η πρώτη ερώτηση ήταν για εκείνη. Πόσες προτάσεις για δουλειά δέχτηκε από το καμαρίνι της μέχρι το σημείο όπου πραγματοποιούνταν η συζήτηση; «Πολλές», έλεγε και σκούπιζε τα μάτια της και τα σκουπίζαμε όλοι.

Την επόμενη ημέρα, στο «Rebetiko», που θα έκλεινε το φεστιβάλ με τη Λένα Κιτσοπούλου, συνάντησα και πάλι τον Ντάνιελ. Τελικά αποφάσισε τι διαφορά έχει το ελληνικό θέατρο από το δικό του; «Εσείς τα λέτε χωρίς περιστροφές, μέσα στα μούτρα, εμείς κινούμαστε πιο υπόγεια».

To ελληνικό θέατρο στο Αμστερνταμ-4
Κλάιντ Μένσο (επάνω) και Ντάνιελ Κιφτ (κάτω) θεωρούν προφανές ότι ένα θέατρο της Δυτικής Ευρώπης στρέφει τα φώτα του στην Ελλάδα. [Onassis Stegi / Andreas Simopoulos]

To ελληνικό θέατρο στο Αμστερνταμ-5
[Onassis Stegi / Andreas Simopoulos]
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή