Ιστορία ενοχής και υποταγής

Ιστορία ενοχής και υποταγής

Μια γυναίκα σχεδόν χωρίς υπόσταση, έτοιμη να αναλάβει κάθε ευθύνη

3' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

SARAH BERNSTEIN
Σπουδή στην Υποταγή
μτφρ. Eφη Τσιρώνη
εκδ. Διόπτρα, 2024, σελ. 192

Να ένα βιβλίο με έναν ήρωα που δεν μοιάζει με κανέναν άλλον. Η ανώνυμη αφηγήτρια, και κεντρική πρωταγωνίστριά του, είναι κάτι εντελώς καινούργιο (αλλά και μαζί παλιό, πανάρχαιο), ένας μοναχικός λύκος που σχεδόν δεν έχει υπόσταση [«(Ο)ι αισθητήρες κίνησης δεν μπορούσαν να εντοπίσουν τη δική μου», σ. 24, «(Το) πιο άχρωμο και άοσμο άτομο στην περιοχή», σ. 103)], ένα πλάσμα προσεκτικό, διακριτικό, κατάμονο, που τρέμει μην παρασυρθεί από τη ροή του κόσμου («πάντα πρέπει να βαδίζεις προσεκτικά στην αλλαγή της εποχής, αν ήθελες να διατηρήσεις τα λογικά σου», σ. 30), με προδιαγεγραμμένη μοίρα που την ήξερε καλά και την είχε αποδεχθεί σχεδόν με ανακούφιση [«(Μ)ε είχαν ξεγράψει από γεννησιμιού μου ως καμένο χαρτί, ασθενικά πνευμόνια, αλλεργία στα περισσότερα φρούτα, ένα κοκαλιάρικο και ωχρό βρέφος με λεπτά μαλλιά», σ. 36, «Είχα υπάρξει μια απογοήτευση από τόσο πολλές απόψεις», σ. 53, «(Σ)κεφτόμουν την έρημο, που μου φαινόταν το ιδανικό περιβάλλον για να ζει κανείς», σ. 92].

Ιστορία ενοχής και υποταγής-1Η νεαρή αυτή γυναίκα, λοιπόν, θα δεχτεί μία πρόσκληση, ή και διαταγή, από τον πλούσιο επιχειρηματία αδελφό της, που πλέον ζει στην προγονική τους γη, από όπου οι παππούδες τους είχαν φύγει παλιά, όχι υπό καλές συνθήκες. Δεν θα σκεφτεί δεύτερη φορά αν είναι φρόνιμο να αφήσει τη ζωή της, τη χώρα της, τη δουλειά της (είναι μακρινή συνάδελφος του «Μπάρτλεμπυ, του γραφιά»), και να μετακομίσει σε έναν ουσιαστικά ξένο τόπο με τον οποίο δεν την ενώνει το παραμικρό. Θα το εκλογικεύσει και αυτό, όπως καθετί άλλο: «Στο κάτω κάτω, δεν είχα πουθενά αλλού να πάω, τα πάντα έφταναν στον τελευταίο τους σταθμό. Ηταν μια προεικασία εγγενής, διαλείπουσα και ουρανόπεμπτη. Ηταν σχεδόν απροκάλυπτη και όχι εντελώς απροσδόκητη» (σ. 51).

Εκεί, στο σπίτι του αδελφού της, ένα παμπάλαιο αρχοντικό έξω από μια μικροσκοπική κωμόπολη, ένα χωριό μάλλον, έναν παράδοξο οικισμό, η ηρωίδα του μικρού πλην τόσο πυκνού αυτού μυθιστορήματος –ενός βιβλίου που δεν μπορεί παρά να διαβαστεί αργά, με άκρα προσοχή, και που κολλάει στο κεφάλι σου στοιχειώνοντάς το– θα γίνει υπηρέτρια, οικονόμος και ερημίτισσα, κάτι όμως που δεν θα της φανεί παράταιρο ή άδικο· ίσα ίσα. Πιστεύει πως αυτό είναι το περισσότερο που μπορεί, ή μάλλον που πρέπει, να κάνει, και μοχθεί για να φέρει τα πάντα εις πέρας όσο το δυνατόν καλύτερα. Θέλει να είναι άψογη στις πιο ταπεινές και στις πιο βαριές δουλειές που αναλαμβάνει, και σε πολλές περισσότερες.

Πάντα «φταίει ο ξένος»

Οι λιγοστοί κάτοικοι, όμως, εκείνου του τόπου, τον οποίο δεν μπορεί παρά να αρχίσει να επισκέπτεται κάποια στιγμή, έχουν εντελώς διαφορετική γνώμη. Δεν θα της το πουν ευθέως, καθώς άλλωστε της είναι αδύνατον να κατανοήσει έστω και μία λέξη από τη γλώσσα τους, αλλά θα της δείξουν με τη γυρισμένη πλάτη τους πως η εισβολή της στην κοινότητά τους, αυτή η απροσδόκητη επιστροφή, είναι ο λόγος που μικρά αλλά δυσοίωνα περιστατικά αρχίζουν να στοιχειώνουν την κατά τα άλλα τακτοποιημένη τους ζωή: μια σκύλα παθαίνει ανεμογκάστρι, μια προβατίνα γεννάει ένα νεκρό αρνί, η γουρούνα πλακώνει τα μικρά της, οι αγελάδες τρελαίνονται και πρέπει να θανατωθούν. Δεν μπορεί λοιπόν παρά να φταίει ο ξένος, ο άλλος – η ηρωίδα της «Υποταγής» («δεν ήμουν από εδώ, και άρα δεν ήμουν κάτι. Ημουν ένα τίποτα», σ. 83), που βέβαια είναι έτοιμη να αναλάβει κάθε ευθύνη. Γιατί το βιβλίο αυτό, ένας σπειροειδής καφκικός εφιάλτης, είναι το βιβλίο της ενοχής.

«Δεν ήμουν από εδώ, και άρα δεν ήμουν κάτι. Ημουν ένα τίποτα», λέει η ηρωίδα όταν αντελήφθη ότι για τους ντόπιους ήταν η αιτία κάθε κακού.

Ομως είναι και το βιβλίο τής μη συνεννόησης, μιας αδυναμίας να ειπωθεί οτιδήποτε με λέξεις: «Η γλώσσα δεν ήταν πλέον στη διάθεσή μας, επειδή δεν υπήρχε τίποτε πια στη λέξη που να μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε» (σ. 78-79), «(Ο)ι λέξεις μάς είχαν οδηγήσει για άλλη μια φορά μακριά από την αλήθεια» (σ. 170). Οπως, ταυτόχρονα, είναι και ένα βιβλίο για τον Εβραϊσμό, για τους ατέλειωτους διωγμούς των Εβραίων και το Ολοκαύτωμα. Που τα επίχειρά του, εδώ, θα είναι πολύ κοντά σε ένα τρομώδες, ανάστροφο θαύμα: «(Η) ίδια μου η υπακοή είχε προσλάβει μια μυστηριώδη δύναμη».

Το έξοχο κείμενο της Καναδής Σάρας Μπερνστάιν είναι πυκνό, υπαινικτικό, συχνά κρυπτικό. Αλλά η μετάφραση της Εφης Τσιρώνη είναι εκθαμβωτική.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή