Η επίδειξη μόδας ως ερώτημα

Η επίδειξη μόδας ως ερώτημα

Οι εκπρόσωποι ενός δημόσιου και ενός ιδιωτικού μουσείου ζυγίζουν το ενδεχόμενο να φιλοξενήσουν ντεφιλέ

5' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αρκετές βεβαιότητες, αλλά και ερωτήματα, διατυπώθηκαν μετά την πρόσφατη πολυσυζητημένη επίδειξη μόδας του σχεδιαστή Ερντέμ Μοραλίογλου, η οποία πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο στο Βρετανικό Μουσείο, στην αίθουσα όπου φιλοξενούνται τα Γλυπτά του Παρθενώνα.

Για παράδειγμα, μετά τη δημοσιοποίηση των σχετικών εικόνων, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη δήλωσε ότι με τη διοργάνωση της επίδειξης στις αίθουσες των Γλυπτών, «οι ιθύνοντες του Βρετανικού Μουσείου ευτελίζουν και προσβάλλουν όχι μόνο το μνημείο αλλά και τις οικουμενικές αξίες που αυτό εκπέμπει» – όπως σημείωσε η υπουργός κατόπιν στην «Κ» (18.2.24), «δεν είμαι κατά του να γίνονται ντεφιλέ σε μουσεία, αλλά έχει σημασία το πού και το πώς γίνονται». Και ένας εκπρόσωπος του βρετανικού ιδρύματος σημείωσε στο ίδιο ρεπορτάζ ότι εκτός ωραρίου, το μουσείο «είναι χώρος διοργάνωσης εμπορικών εκδηλώσεων (commercial venue)», καθώς και ότι «η φροντίδα της συλλογής παραμένει φυσικά προτεραιότητά μας και όλες οι εκδηλώσεις αξιολογούνται για κάθε ενδεχόμενο κίνδυνο».

«Σκηνοθέτες, σχεδιαστές μόδας, εικαστικοί κ.ά. χρησιμοποιούν τα μνημεία ως σκηνογραφία στις εκδηλώσεις τους».

Πάμε και στα ερωτήματα. «Συνήθως οι σύγχρονοι χρήστες –σκηνοθέτες, σχεδιαστές μόδας, εικαστικοί και λοιποί καλλιτέχνες– χρησιμοποιούν τα μνημεία ως σκηνογραφία στις εκδηλώσεις τους, προσπαθώντας να αντλήσουν από την αίγλη και το κύρος τους. Ποιος είναι όμως ο τρόπος που τα πλησιάζουν; Δείχνουν σεβασμό και κατάνυξη ή μήπως μόνο χρησιμοθηρία; Υποτάσσονται σε αυτά ή τα ανταγωνίζονται και τους επιβάλλονται;» μας λέει ο ομότιμος καθηγητής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Πάνος Βαλαβάνης. Και καθώς η συλλογή που παρουσίασε στο Βρετανικό Μουσείο ο Ερντέμ Μοραλίογλου ήταν αφιερωμένη στην «ξεριζωμένη» Μαρία Κάλλας, ίσως κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί αν η απουσία ενός «σπιτιού» από την ιστορία της μεγάλης σοπράνο συνδέεται με την ιστορία των αρχαιοτήτων που εκτίθενται στην Duveen Gallery.

Η «Κ» διερεύνησε κάτι ακόμη. Ζήτησε από τις διοικήσεις μεγάλων μουσείων της χώρας να απαντήσουν στο ερώτημα εάν θα παραχωρούσαν τους χώρους τους σε ένα «ντεφιλέ» και να συνοψίσουν τους προβληματισμούς τους για μια τέτοια πιθανότητα. Χωρίς δεσμεύσεις προφανώς, καθώς παρόμοια ζητήματα απαιτούν στην πραγματικότητα συζήτηση και έγκριση των αρμοδίων οργάνων.

Το συγκεκριμένο ζήτημα ακούγεται λεπτό, αλλά όχι δύσκολο να απαντηθεί επί της αρχής. Και όμως, ας σημειωθεί ότι από τις διοικήσεις των πέντε μουσείων που πρόσφατα μετατράπηκαν σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ώστε να αποκτήσουν διοικητική ευελιξία και οικονομική αυτοτέλεια, ανταποκρίθηκε μόνο μία.

Επιλέγοντας μεταξύτου κερδώου και του λογίου Ερμή

Της Κατερίνας Π. Δελλαπόρτα

Επίδειξη μόδας μέσα σε μουσείο; Δίλημμα, πρόκληση ή νέα αντίληψη περί τα πράγματα; H αλήθεια είναι ότι όλα τα μουσεία μπορεί να βρεθούν εν δυνάμει μπροστά στο δίλημμα αυτό ή σε κάτι ανάλογο.

Η περίπτωση του Βυζαντινού Χριστιανικού Μουσείου (ΒΧΜ) είναι ιδιάζουσα. Ως θεματικό μουσείο απαιτεί ακόμη πιο προσεκτική προσέγγιση σε τέτοιου είδους θέματα, ώστε να αποφευχθεί αυτό που η υπουργός Πολιτισμού τόνισε για την επίδειξη μόδας στο Βρετανικό Μουσείο, δηλαδή ότι η εκδήλωση προσβάλλει και ευτελίζει το μνημείο και τις αξίες που αυτό προβάλλει.

Τα αντικείμενα του ΒΧΜ έχουν διττό χαρακτήρα. Τα περισσότερα από αυτά, εκτός από πολιτιστικά αγαθά είναι και λατρευτικά αντικείμενα ζώσας θρησκείας και μάλιστα της επικρατούσας στη χώρα. Το δε κτιριακό συγκρότημα του ΒΧΜ αποτελεί προστατευόμενο μνημειακό σύνολο μαζί με τον περιβάλλοντα χώρο του. Οιαδήποτε χρήση του απαιτεί την έγκριση των αρμοδίων οργάνων του υπουργείου Πολιτισμού.

Το ΒΧΜ δεν μπορεί να αποκλείσει υπό προϋποθέσεις σοβαρές εκδηλώσεις στους εξαίσιους εξωτερικούς του χώρους και κήπους, εφόσον αυτές συνάδουν με τον χαρακτήρα του και δεν προσβάλλουν το περιεχόμενό του.

Η επίδειξη μόδας όμως του Βρετανικού Μουσείου, μέσα στην εμβληματική αίθουσα των Γλυπτών του Παρθενώνα, πιστεύω ότι δίνει αφορμή για προβληματισμό σε όσους έχουν την ευθύνη διαχείρισης μεγάλων μουσείων, όχι μόνο στη χώρα μας, αναδεικνύοντας ένα θέμα δεοντολογίας, που σιωπηρά ισχύει σε όλα τα μουσεία. Αναλογίζομαι ότι σε μια εποχή που η εμπορευματοποίηση τείνει να εξαφανίσει κάθε άλλη μορφή αξίας, ήδη το 1993, η Γαλλία, εκφράζοντας τις ανησυχίες της στον Γύρο της Ουρουγουάης που διεξήχθη στο πλαίσιο της GATT (σ.σ.: Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου), κατόρθωσε να επιβάλει τη λεγόμενη «πολιτιστική εξαίρεση» (exception culturelle), τονίζοντας ότι οι εμπορικοί σκοποί δεν μπορεί να υπονομεύουν την ιδιαιτερότητα των πολιτιστικών αγαθών, που οι αξίες, η ταυτότητα και τα νοήματά τους υπερβαίνουν την αυστηρά εμπορική τους αξία.

Η επίδειξη μόδας ως ερώτημα-1
Η συλλογή Φθινόπωρο – Χειμώνας ’24-’25 του σχεδιαστή Ερντέμ είναι αφιερωμένη στη Μαρία Κάλλας. (Φωτογραφία: Jason Lloyd Evans)

Εάν λοιπόν έχω να επιλέξω μεταξύ του κερδώου ή του λογίου Ερμή, ασφαλώς επιλέγω τον δεύτερο.

*Η κ. Κατερίνα Π. Δελλαπόρτα είναι γενική διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών.

Η σημασίατης εκδήλωσης και των εκθεμάτων

Του Γιώργη Μαγγίνη

Ηταν Νοέμβριος του 2017 και στον τρίτο όροφο του Μουσείου Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού, μια φουστανέλα ξεχυνόταν ολόλευκη κάτω από ένα μαύρο σακάκι. Στεκόταν πλάι σε βαρύτιμες φορεσιές της οθωνικής Αυλής και ολοκέντητες στολές υπασπιστών και στρατηγών – μια ανάλαφρη νότα σε μια προθήκη γεμάτη ιστορία και εικόνες ηρωισμού. Επρόκειτο για ένα σύνολο του Ζαν-Πολ Γκοτιέ, πρόγευση μιας βραδιάς κατά την οποία δεκάδες μοντέλα, φορώντας σύνολα του Γάλλου μόδιστρου, παρέλασαν στις αίθουσες του πρώτου ορόφου του μουσείου μπροστά σε φίλους και υποστηρικτές του. Η ποιότητα της εκδήλωσης ήταν αδιαμφισβήτητη, καθώς χαρτογραφούσε τη 40χρονη πορεία του δημιουργού και την έμπνευσή του από το ελληνικό ένδυμα, και ο σκοπός της ήταν σαφής και δεδηλωμένος: η οικονομική στήριξη της δράσης του ιδρύματος.

Μόλις έξι χρόνια έχουν περάσει από τη γιορτή εκείνη και η ιδέα των «ντεφιλέ» σε μουσειακούς ή μνημειακούς χώρους έχει πλέον γίνει ευρύτατα αποδεκτή και στην Ελλάδα.

Αλλωστε η μόδα αποτελεί μέρος του πολιτισμικού γίγνεσθαι και συχνά συμπορεύεται με τις ανησυχίες και τις αναζητήσεις των εικαστικών δημιουργών. Ανάμεσα στα ερωτήματα που κάθε μουσείο οφείλει να θέτει όταν ανοίγει τους εκθεσιακούς χώρους του για οποιαδήποτε εκδήλωση –και όχι μόνο για επίδειξη μόδας–, δύο είναι τα πιο κρίσιμα:

Η μόδα αποτελεί μέρος του πολιτισμικού γίγνεσθαι και συχνά συμπορεύεται με τις ανησυχίες και τις αναζητήσεις των εικαστικών δημιουργών.

Συνάδουν ο χαρακτήρας και η ποιότητα της εκδήλωσης με την αποστολή του ιδρύματος και συνδέονται με τις συλλογές του;

Μήπως τα αντικείμενα που εκτίθενται στην αίθουσα και ορίζουν τη θεματική της έχουν συμβολική ή θρησκευτική σημασία, με την οποία μπορεί να έρθει σε αντίθεση το ύφος της εκδήλωσης;

*Ο κ. Γιώργης Μαγγίνης είναι επιστημονικός διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή