Μαγικές ερμηνείες από τους Καπισόν και Μπελόμ

Μαγικές ερμηνείες από τους Καπισόν και Μπελόμ

Κυριάρχησαν ένας ήχος σπάνιας ποιότητας και ερμηνείες γεμάτες ευγένεια, γλυκύτητα και καλαισθησία

2' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πολύ καιρό είχε να ακουστεί στην Αθήνα βιολιστής με τόσο ωραίο ήχο και τέτοια φυσικότητα στη διαμόρφωση των φράσεων, όσο ο Ρενό Καπισόν. Στις 11 Φεβρουαρίου, μαζί με τον πιανίστα Γκιγιόμ Μπελόμ, ο διάσημος Γάλλος βιολονίστας ερμήνευσε σονάτες για βιολί και πιάνο στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης». Ο Καπισόν, που είχε εμφανιστεί για πρώτη φορά στην Αθήνα το 1999, άγνωστος ακόμα, στο πλαίσιο του κύκλου «Ανερχόμενοι αστέρες» στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος», παρουσίασε αυτή τη φορά στο κοινό τρία δημοφιλή έργα, τη Σονάτα αρ. 21 του Μότσαρτ, τη Σονάτα αρ. 5 «της Ανοιξης» του Μπετόβεν και τη Σονάτα έργο 18 του Ρίχαρντ Στράους.

Από τις πρώτες κιόλας νότες γοήτευσε ο σπάνιας ποιότητας ήχος του διάσημου βιολονίστα, γεμάτος, στρογγυλός, χωρίς αιχμές και ομοιογενής σε όλη του την έκταση. Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ο τρόπος με τον οποίο εκφραζόταν ο Καπισόν μέσα από τον ήχο αυτό: χάρη σε στοχευμένες σημειακές διαστολές του χρόνου, κατά κύριο λόγο μέσα από σημειακές επιβραδύνσεις πριν από την έναρξη μιας νέας μουσικής παραγράφου, έδινε σε κάθε ενότητα περίγραμμα και σχετική αυτοτέλεια.

Δεν υπήρχε βιασύνη. Αντίθετα, δινόταν ο απαιτούμενος χρόνος προκειμένου να αναπτυχθεί η μουσική σε χώρο και χρόνο και το κοινό να την εισπράξει. Η άνεση στον χειρισμό της δυναμικής προσέθετε πλαστικότητα ενώ δεδομένη ήταν η δεξιοτεχνία, όπου ήταν απαραίτητη, όπως στη Σονάτα του Στράους. Ευγένεια, γλυκύτητα, καλαισθησία ήταν οι λέξεις-κλειδιά. Ο Καπισόν έπεισε πως όταν συνοδεύεται από μουσική ευφυΐα, η καλαισθησία δεν είναι απαραίτητα διακοσμητική.

Απολύτως ισότιμα πλάι του στάθηκε ο πιανίστας Γκιγιόμ Μπελόμ. Δεν στήριζε απλώς τον διάσημο βιολονίστα, αλλά συνομιλούσε μαζί του με έναν ήχο εξίσου καθαρό, διάφανο και λιτό, όπως επίσης με μια έκφραση ανάλογα ευγενή, με σπάνια ελαφράδα, όπου αυτό ήταν χρήσιμο, όπως στο δεύτερο μέρος της Σονάτας του Στράους. Φεύγοντας από τη συναυλία έπαιρνε κανείς μαζί ένα συναίσθημα ψυχικής ευφορίας, όπως σπάνια συμβαίνει.

Μία εβδομάδα νωρίτερα στο Ιδρυμα Θεοχαράκη δόθηκε ρεσιτάλ με ενδιαφέρον πρόγραμμα και καλές ερμηνείες. Στις 4 Φεβρουαρίου η πιανίστρια Λευκή Καρποδίνη και ο Γάλλος τσελίστας Αλέξης Μποβ παρουσίασαν ένα πρόγραμμα με τίτλο «Παρίσι – Η χρυσή εποχή». Περιλάμβανε τρεις σονάτες για τσέλο και πιάνο, αυτήν του Εντουάρ Λαλό (1856), τη Σονάτα του Κλοντ Ντεμπισί (1915) και τη μεταγραφή για τσέλο της περίφημης Σονάτας για βιολί (1886) του Σεζάρ Φρανκ από τον τσελίστα Ζιλ Ντελσάρ, την οποία είχε εγκρίνει ο συνθέτης.

Τρία διαφορετικά έργα, καθένα με το δικό του ενδιαφέρον, αποδόθηκαν πολύ καλά από τη Λευκή Καρποδίνη, με ήχο σίγουρο και ρωμαλέο, αλλά επίσης με ευγένεια όπου αυτό προβλεπόταν. Το τσέλο ευνοήθηκε λιγότερο από την ακουστική του χώρου, καθώς οι όποιες ατέλειες, κυρίως σε ό,τι αφορούσε την ποιότητα του ήχου στις ψηλές νότες ειδικά στη Σονάτα του Φρανκ, προβάλλονταν ακόμα πιο έντονα. Συνολικά όμως και η ερμηνεία του Μποβ διέθετε ακρίβεια και μουσικότητα, η οποία αποτελεί προϋπόθεση στα δύο έργα του 19ου αιώνα όπως και στη Σονάτα του Ντεμπισί.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή